Ο Μαξ Βέμπερ είχε κάνει, για όσους αναπτύσσουν πολιτική δράση, μια θεμελιώδη διάκριση ανάμεσα στην ηθική της πεποίθησης και την ηθική της ευθύνης.
Όσοι συντάσσονται με την πρώτη, υπακούουν στις αξιακές τους πεποιθήσεις και αδιαφορούν για τις όποιες συνέπειες.
Όσοι ακολουθούν τη δεύτερη, χωρίς να ξεχνούν τον αξιακό τους κώδικα, ρίχνουν το βάρος τους στα αποτελέσματα των πράξεων τους.
Για το αδιέξοδο της πρώτης στάσης, ο Κλάουντιο Μάγκρις γράφει χαρακτηριστικά ότι «αν, για να κλείσει το Άουσβιτς, είναι απαραίτητο να βομβαρδιστούν οι γερμανικές πόλεις και κατά συνέπεια να σκοτωθούν ηλικιωμένοι και παιδιά, αυτός που δρα σύμφωνα με τις πεποιθήσεις του δεν θα το πράξει, παρ’ όλο που γνωρίζει ότι θυσιάζει, πέρα από τον εαυτό του, πολλούς ανυπεράσπιστους ανθρώπους».
Στα χρόνια της κρίσης, ένα, μικρό αλλά υπαρκτό, τμήμα της ελληνικής κοινωνίας βρίσκεται διαρκώς ενώπιον αυτού του διλλήματος. Ας το αποκαλέσουμε συμβατικά «έλλογη κεντροαριστερά». Πολιτικά προέρχεται κυρίως από το εκσυγχρονιστικό ΠΑΣΟΚ, την ανανεωτική αριστερά και τους ανένταχτους του χώρου. Κύρια χαρακτηριστικά, ο αταλάντευτος φιλοευρωπαϊσμός, η πίστη στη φιλελεύθερη δημοκρατία, ο σεβασμός των θεσμών, η υπεράσπιση της ελευθερίας και η διεκδίκηση της ισότητας, που πρέπει να συνυπάρχουν εξ αδιαιρέτου, όπως έγραφε ο Νορμπέρτο Μπόμπιο. Στις πλατείες του «Μένουμε Ευρώπη» συναντήθηκε με ένα άλλο μικρό τμήμα της κοινωνίας, τους φιλελεύθερους, και μαζί συνειδητοποίησαν ότι μπορούν πολιτικά να είναι αντίπαλοι, χωρίς να είναι εχθροί.
Και οι δύο αυτοί χώροι έχουν κοινά σημεία: πρώτον, την αταλάντευτη εναντίωση στα έργα και τις ημέρες του λαϊκιστικού μορφώματος των ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ. Γνωρίζουν πολύ καλά ότι η αριστερή φρασεολογία ήταν απλώς το περιτύλιγμα ενός απεχθούς λαϊκιστικού λόγου και μιας αποτρόπαιης κυβερνητικής πρακτικής. Δεύτερον ότι η σχηματική διάκριση αριστερά/δεξιά, πλέον έχει ξεθωριάσει και έχει αντικατασταθεί από τη σύγκρουση ανάμεσα στους υπερασπιστές της φιλελεύθερης δημοκρατίας και στους λαϊκιστές που την εχθρεύονται. Τρίτον, μετά από διάφορες ανεπιτυχείς προσπάθειες αυτόνομης έκφρασης, αναζήτησαν μια αξιοπρεπή πολιτική στέγη, έστω και ως μειοψηφούσα άποψη.
Οι φιλελεύθεροι βρήκαν, μετά από περιπλανήσεις, το δρόμο τους. Μετά από αποτυχημένες απόπειρες αυτοδύναμης πολιτικής έκφρασης οι περισσότεροι κατέληξαν στη Νέα Δημοκρατία προσπαθώντας να μπολιάσουν έναν παραδοσιακά συντηρητικό χώρο με τις αξίες τους. Μοιάζει να έχουν κάποιες επιτυχίες και ειλικρινείς προσδοκίες όταν η Νέα Δημοκρατία θα αναλάβει τα ηνία της χώρας.
Αντίθετα, η έλλογη κεντροαριστερά ταλαιπωρήθηκε. Εναπόθεσε αρχικά τις ελπίδες της στη ΔΗΜΑΡ για να βιώσει τον πολιτικό και προσωπικό εξευτελισμό με τις παλινωδίες της ηγεσίας της, με τους δύο πρόεδρους της (Κουβέλης και Θεοχαρόπουλος) να προσχωρούν στο ΣΥΡΙΖΑ.
Συνέχισε να ελπίζει με την Κίνηση των 58, την Πρωτοβουλία για τη Δημοκρατική Προοδευτική Παράταξη, που γρήγορα αποσυντέθηκε στα εξ ων συνετέθη. Προσπάθησε με την Ελιά να συναντηθεί με το μη λαϊκιστικό ΠΑΣΟΚ αλλά τα ισχνά αποτελέσματα οδήγησαν το ΠΑΣΟΚ σε εκλογή νέας ηγεσίας. Ανάσανε όταν δημιουργήθηκε το Ποτάμι αλλά οι ελπίδες ήταν φρούδες. Η τελευταία μεγάλη απογοήτευση ήρθε το 2017 με την πρωτοβουλία για τη δημιουργία νέου πολιτικού φορέα της Κεντροαριστεράς, που συντόνισε ο καθηγητής Νίκος Αλιβιζάτος, ένα εγχείρημα θνησιγενές και καπελωμένο από τα πάνω. Απογοήτευση που μεταβλήθηκε σε οργή παρατηρώντας την Φώφη Γεννηματά και την ηγετική ομάδα του ΚΙΝΑΛ να αρθρώνουν έναν ακατάληπτο πολιτικό λόγο ίσων αποστάσεων, αρνούμενοι συστηματικά να απαντήσουν εάν θα αφήσουν τη χώρα ακυβέρνητη σε περίπτωση μη αυτοδυναμίας της Νέας Δημοκρατίας.
Σε όλα αυτά τα χρόνια, η έλλογη κεντροαριστερά συνειδητοποίησε ότι ο σημαντικότερος πολιτικός εκφραστής της, ήταν ο Ευάγγελος Βενιζέλος, ο μόνος ίσως πολιτικός του παλαιού συστήματος που πήρε το μάθημα από την κρίση και που προσπάθησε και προσπαθεί να αρθρώσει έναν σύγχρονο πολιτικό λόγο για την Ελλάδα του αύριο. Η αποπομπή του από την πρόεδρο του ΚΙΝΑΛ Φώφη Γεννηματά ήταν μια ακόμα, επώδυνη απογοήτευση. Ασέβεια στην ιστορία και τις παραδόσεις ενός χώρου που πρωτοστάτησε στη διάσωση της χώρας από τη χρεοκοπία. Ασέβεια στους πολίτες που υπερασπίστηκαν την τιτάνια προσπάθεια διάσωσης της χώρας.
Τώρα αυτό το κομμάτι αναρωτιέται προς τα πού θα κινηθεί, με γνώμονα την ηθική της ευθύνης. Ένα τμήμα του έχει δώσει την απάντηση. Πήρε ενεργά μέρος στις εσωκομματικές διαδικασίες της Νέας Δημοκρατίας, συμβάλλοντας αποφασιστικά στην εκλογή του Κυριάκου Μητσοτάκη, υπερψήφισε τη Νέα Δημοκρατία στις ευρωεκλογές, συμβάλλοντας στην ευρεία νίκη επί του ΣΥΡΙΖΑ και προτίθεται, κατά πάσα πιθανότητα, να κάνει το ίδιο και στις επικείμενες εθνικές εκλογές.
Ένα άλλο τμήμα, δέσμιο στην ηθική της πεποίθησης παρέμεινε στο ΚΙΝΑΛ, δεδομένου ότι όλες οι άλλες εκφράσεις του χώρου εξαφανίστηκαν εκλογικά, και τώρα βιώνει την προσβολή της αποπομπής Βενιζέλου. Αναρωτιέται εάν είναι καιρός να υιοθετήσει της ηθική της ευθύνης και να πράξει ανάλογα.
Η απάντηση στο ερώτημα είναι μάλλον προφανής.
Υ.Γ.
Το κείμενο αυτό είναι γραμμένο με ψυχική οδύνη από κάποιον που συμμετείχε ενεργά στην ανανεωτική αριστερά και την κεντροαριστερά για 45 χρόνια. Θα μπορούσα να σιωπήσω, αλλά θα ήμουν συνένοχος.