Η κεντροαριστερά «στα χρόνια της χολέρας»

Βασίλης Δεληγκάρης 18 Ιαν 2014

Είναι κάτι περισσότερο από εμφανές σήμερα το πολιτικό έλλειμμα μιας ισχυρής, ρεαλιστικής σοσιαλιστικής-σοσιαλδημοκρατικής εναλλακτικής πρότασης στην πολιτική ζωή της χώρας.

Μία πολιτική πραγματικότητα που εμφανίστηκε μετά τη δραματική συρρίκνωση της εκλογικής κατ’ αρχήν και δημοσκοπικής στη συνέχεια δύναμης του ΠΑΣΟΚ. Του κόμματος δηλαδή που ηγεμονικά κάλυψε τον πολιτικό αυτό χώρο, που αυτό το ίδιο ουσιαστικά δημιούργησε και επέβαλε στην ελληνική πολιτική ζωή τα μεταπολιτευτικά χρόνια. Και που το ίδιο πάλι μέσω της αυτόβουλης καταβολής σχεδόν του συνόλου του πολιτικού κεφαλαίου του στο βωμό των δανειστών και των μνημονίων ουσιαστικά εκμηδένισε.

Τα τελικά συμπεράσματα, τις ευθύνες ή τους επαίνους σε πρόσωπα και πολιτικές πρακτικές θα τα αποτιμήσει η ιστορική καταγραφή του μέλλοντος. Προς το παρόν όμως η πραγματικότητα είναι δικαίως ή αδίκως πολύ σκληρή και βιώνεται με καταθλιπτικό, αμήχανο και αναποτελεσματικό τρόπο ως προς την προοπτική πολιτικής ανάκαμψης από το πάλαι ποτέ κραταιό σοσιαλιστικό κόμμα.

Αν συνεχιστούν, ως έχουν, τα πράγματα, το έλλειμμα αυτό πιθανότατα θα μεγαλώνει, ωσότου κάποια στιγμή έρθει η ίδια η ζωή να λύσει και αυτό το πολιτικό πρόβλημα, εάν δεν έχει γίνει κατορθωτό μέχρι τότε το σημερινό και το εν δυνάμει πολιτικό προσωπικό αυτού του πολιτικού χώρου να ανασυγκροτήσει την ιστορική παράταξη.

Το βασικό πρόβλημα δεν είναι διαδικαστικό ούτε οργανωτικό, είναι βαθύτατα πολιτικό και φυσιογνωμικό. Ο πολιτικός χώρος της κεντροαριστεράς τα τελευταία τέσσερα χρόνια -τα “χρόνια της χολέρας”- έχασε βαθμιαία όλα τα παραδοσιακά πολιτικά χαρακτηριστικά του, έτσι όπως αυτά είχαν καταγραφεί στη συνείδηση του ελληνικού λαού και ιδιαίτερα στους ψηφοφόρους και στις κοινωνικές δυνάμεις που εκπροσωπούσε και εξέφραζε όλο αυτό το μεγάλο μεταπολιτευτικό χρονικό διάστημα. Χωρίς και να κατορθώσει στο μεταξύ να διαμορφώσει μία νέα σύγχρονη πολιτική ταυτότητα, ως ένα σύγχρονο σοσιαλδημοκρατικό φιλοευρωπαϊκό πολιτικό ρεύμα, αν υποθέσουμε βέβαια πως αυτό ήταν ποτέ πραγματικά στην ατζέντα (πράγμα εξαιρετικά αμφίβολο) και προέκυπτε ως συνισταμένη των εσωτερικών πολιτικών ζυμώσεων και συσχετισμών.

Προφανώς και είναι καθοριστικής σημασίας σε κάθε πολιτικό εγχείρημα το θέμα των προσώπων. Χωρίς αμφιβολία είναι πολύ σημαντικά και τα διλήμματα για τη μορφή και την οργανωτική δομή που θα μπορούσε να επιλεγεί για την όποια προσπάθεια για επανάκαμψη και ανασυγκρότηση.

Όμως πέρα και πάνω από αυτά είναι το αν θα γίνει κατορθωτό να υπάρξει από ένα νέο, ριζικά ανανεωμένο ΠΑΣΟΚ ή από οποιοδήποτε άλλο νέο συμμαχικό κεντροαριστερό σχήμα μία εναλλακτική πολιτική και προγραμματική πρόταση για έξοδο από τη σημερινή ζοφερή και αδιέξοδη κατάσταση στη χώρα για το πέρασμα σε μία μεταμνημονιακή εποχή.

Να συντεθεί δηλαδή ένα μεταμνημονιακό-“μεταπολεμικό” σοσιαλδημοκρατικό πρόγραμμα και σχέδιο. Πρόγραμμα και σχέδιο που δεν είναι δυνατόν να έχει σχέση ή να ταυτίζεται με μνημονιακές και νεοφιλελεύθερες πολιτικές.

Χωρίς μία τέτοιου είδους εμφανή και οριοθετημένη εκ δεξιών και εξ αριστερών πολιτική, που θα προσδιορίζει και τη νέα φυσιογνωμία του χώρου στις σημερινές συνθήκες και θα καθιστά ξανά χρήσιμη την ύπαρξή του για τα κοινωνικά στρώματα και τις τάξεις αναφοράς του, κάθε νέα προσπάθεια θα είναι, πιστεύω, περιορισμένης εμβέλειας και εν τέλει θνησιγενής!