Ναι, δεν πήγαν οι νέοι άνθρωποι να ψηφίσουν για την Κεντροαριστερά. Ούτε καν παρακολούθησαν τις διαδικασίες της.
Επειδή όμως με το «νέοι άνθρωποι» εννοούμε τις πιο διαφορετικές μεταξύ τους κατηγορίες, ας τις κατατάξουμε:
Έχουμε, πρώτα απ’ όλα, μία μεγάλη κατηγορία νέων, που πυρπολούνται από το μίσος για τον εαυτό τους ή τους γονείς τους. Και είναι τόσο αφόρητο το μίσος τους, ώστε για να το αντέξουν, το στρέφουν κατά των Άλλων. Είναι οι πελάτες της Χρυσής Αυγής, οι οπαδοί των τρομοκρατικών οργανώσεων, οι κανίβαλοι που αλάλαζαν, όταν καίγονταν οι συνομήλικοί τους στη Μαρφίν και σε χαμηλότερες κλίμακες μίσους, οι «αγανακτισμένοι» που γνωρίσαμε, οι φανατικοί των ποδοσφαιρικών «θυρών», των λεγομένων «ριζοσπαστικών» ρευμάτων και πάει λέγοντας.
Η Κεντροαριστερά – και προς τιμήν της – όχι μόνον δεν απευθύνθηκε σ’ αυτό το αγοραίο μίσος για προσέλκυση ψηφοφόρων, αλλά στάθηκε απέναντι. Έτσι, η πολυπληθής «πελατεία» του μίσους που περιγράψαμε, έμεινε ξένη και εχθρική σε σχέση με την Κ/α, αναζητώντας άλλους φορείς για τη «νομιμοποίηση» των εκφράσεων του μίσους τους.
Για να μη μιλήσουμε για την επίσης πολυπληθή κατηγορία απολιτικών νέων, που επιλέγουν να αγνοούν τις πολιτικές διαδικασίες, επειδή αδιαφορούν για την ίδια την πολιτική.
Δίπλα όμως σε όλους αυτούς, υπάρχει και μία άλλη κατηγορία νέων ανθρώπων – και είναι αφάνταστα μεγάλη – με εξαιρετική παιδεία, με δημοκρατική συγκρότηση, με ενδιαφέρον και κυρίως με υψηλή αισθητική.
Αυτοί λοιπόν, ακριβώς για τα χαρακτηριστικά που περιγράψαμε, ναι μεν στέκονται ρητά απέναντι στα ρεύματα του μίσους και του ανορθολογισμού – συνήθως αυτά πάνε μαζί – πλην όμως, για τον ίδιο λόγο, δεν βρίσκουν νόημα και στα στερεότυπα και στις ξύλινες φανφάρες και στη ρηχότητα των απολιτικών καθωσπρεπισμών.
Είναι ο κύριος λόγος, για τον οποίο έμειναν ασυγκίνητοι από την Κεντροαριστερά. Μια και αυτή εμφανίζεται στη νέα εποχή, ντυμένη με αρχαίες φορεσιές, ως καθωσπρέπει γεροντοκόρη. Και όχι μόνον, αλλά αποδεικνύει κάθε μέρα πως σ’ αυτήν, «….η παράδοση όλων των νεκρών γενεών βαραίνει σαν βραχνάς στο μυαλό των ζωντανών». Αφού και όταν ακόμη επιχειρούν να δημιουργήσουν κάτι νέο, «….επικαλούνται φοβισμένοι τα πνεύματα του παρελθόντος στην υπηρεσία τους, δανείζονται τα ονόματά τους, τα μαχητικά τους συνθήματα, τις στολές τους, για να παραστήσουν με την αρχαιοπρεπή αυτή σεβάσμια μεταμφίεση και μ’ αυτή τη δανεισμένη γλώσσα..», τη νέα πραγματικότητα. (Κ. Μαρξ, 18η Μπρυμαίρ του Λουδοβίκου Βοναπάρτη).
Έτσι λοιπόν, η τελευταία κατηγορία των νέων, αποστρέφει το πρόσωπό της από την Κεντροαριστερά διότι, πολιτική γι’ αυτούς, δεν είναι η κενότητα του γεροντικού καθωσπρεπισμού, ο οποίος άλλωστε παράγει και αφόρητη πλήξη, αλλά η δημιουργία νοήματος.
Όταν λοιπόν η Κεντροαριστερά γίνει δημιουργός νοήματος, πράγμα που σημαίνει ότι θα έχει ξεφύγει από τα στερεότυπα και την πολιτική των αρχαίων συμβόλων και θα αναζητήσει σύγχρονες απαντήσεις στα σύγχρονα θέματα, τότε οι νέοι, για τους οποίους μιλήσαμε, όχι μόνον θα της δώσουν σημασία, αλλά θα την θεωρήσουν και δική τους υπόθεση.