Η Κεντροαριστερά και το νέο

Γιώργος Φλωρίδης 01 Μαρ 2013

Στην Ελλάδα, αλλά και στην Ευρώπη, η σημερινή δυστοκία της λεγόμενης Κεντροαριστεράς παλιάς και νέας, φθαρμένης και άφθαρτης, κυβερνητικής και αντιπολιτευτικής- οφείλεται σε βαθύτερα στρατηγικά και πολιτικά αίτια. Μεταπολεμικά η ευρωπαϊκή Κεντροαριστερά στις διάφορες μορφές της οικοδομήθηκε σε συνθήκες εθνικής κυριαρχίας και ραγδαίας καπιταλιστικής ανάπτυξης. Ανέδειξε αντιθέσεις κλασικού τύπου, όπως λιτότητα-ανάπτυξη, δημόσιο-ιδιωτικό. Αντιπαρατέθηκε σε θεσμούς όπως το αυταρχικό κράτος και οργάνωσε νέους όπως το κοινωνικό κράτος και έτσι κατάφερε να αναπτυχθεί και να κυριαρχήσει ιδεολογικά και πολιτικά.

Σήμερα όμως η κατάσταση αυτή έχει αλλάξει δραματικά. Βιώνουμε τη μεγαλύτερη κρίση τού πλέον διεθνοποιημένου καπιταλισμού. Τα ιδεολογικά σχήματα και οι στρατηγικές κατευθύνσεις που στήριξαν και ανέθρεψαν την ευρω-Κεντροαριστερά έχουν ξεπεραστεί. Από τη μια, δεν βρίσκονται σε αντιστοιχία με τη νέα, ριζικά διαφορετική κοινωνικοπολιτική πραγματικότητα κι από την άλλη συμβαίνει τα κεντροαριστερά συνθήματα, που έχει ενσωματώσει ο κυρίαρχος συστημικός λόγος, να αποτελούν ταυτόχρονα και συνθήματα της κεντροδεξιάς αντίληψης και πρακτικής.

Εξίσου αρνητικό στοιχείο, που καθιστά την Κεντροαριστερά αμφίθυμη και ασταθή, είναι η διαρκής αμφιταλάντευσή της μεταξύ μιας κεντρώας και μιας αριστερής πολιτικής συμπεριφοράς. Τα αποτελέσματα των πρόσφατων ιταλικών εκλογών το πιστοποιούν εκ νέου. Είναι η γνωστή βάσανος της Κεντροαριστεράς τόσο εν όψει εξουσίας όσο και μετά την επιβαρημένη με φθορά άσκησή της. Ομως αυτός ο πολιτικός διχασμός δεν έχει επί της ουσίας καμία αξία, διότι κάθε επιλογή, είτε κεντρώα είτε αριστερή, βρίσκεται εγκλωβισμένη μέσα στο ίδιο ιδεολογικό και στρατηγικό αδιέξοδο.

Με βάση τα παραπάνω, το ερώτημα που τίθεται είναι ποιοι είναι οι ιδεολογικοί και στρατηγικοί όροι για την υπέρβαση αυτού του αδιεξόδου.

Κατά τη γνώμη μου είναι δύο: Ο ένας σχετίζεται με το οικονομικό μοντέλο και ο άλλος με το πολιτικό σύστημα. Η αναφορά στο οικονομικό μοντέλο συνδέεται με το πώς παράγεται ο πλούτος και το πώς μια παρασιτική οικονομία μετατρέπεται σε εθνικά αυτάρκη και διεθνώς ανταγωνιστική. Αυτό είναι το μείζον ζήτημα της ελληνικής κρίσης. Η Κεντροαριστερά συνεχίζει να εστιάζει στο ζήτημα της αναδιανομής, γι” αυτό και παραμένει εκτός τόπου και χρόνου. Αντίθετα, οι σημερινές συνθήκες επιβάλλουν κατά σειράν τα εξής: δίκαιη προσαρμογή – παραγωγή – αναδιανομή.

Η συνθηματολογική εμμονή μόνο στο τελευταίο, χωρίς την έμπρακτη υποστήριξη των άλλων δύο, αποτελεί στοιχείο αναξιοπιστίας που προκαλεί αμηχανία. Σήμερα τα επιμέρους δίπολα «λιτότητα-ανάπτυξη» και «δημόσιο-ιδιωτικό» δεν έχουν νόημα όταν αναπαράγουν τους παλιούς διαχωρισμούς, αλλά μόνον όταν δημιουργούν μείγματα πολιτικής που εξυπηρετούν τον στρατηγικό στόχο της παραγωγικής αναδιάρθρωσης.

Το επόμενο μεγάλο πεδίο υπέρβασης του κεντροαριστερού αδιέξοδου αφορά το πολιτικό σύστημα. Η τωρινή οξεία καπιταλιστική κρίση, όπως άλλωστε κάθε τέτοια, συνοδεύεται από την κατάρρευση της αξιοπιστίας των πολιτικών συστημάτων -είτε σε αδύναμους κρίκους, όπως η Ελλάδα, είτε σε κατά τεκμήριο ισχυρούς, όπως η Ιταλία.

Για εμάς τίθεται κυριαρχικά το μεγάλο θέμα της αναδιοργάνωσης του πολιτικού συστήματος στην κατεύθυνση της βαθύτερης Δημοκρατίας. Με ουσιαστική κοινωνική συμμετοχή, για να υπάρξει διαφάνεια και έλεγχος. Με πολιτικοποίηση της κοινωνίας και κοινωνικοποίηση των πολιτικών. Με συνταγματικές, θεσμικές και πολιτικές τομές.

Η αναδιοργάνωση του πολιτικού συστήματος, δηλαδή της Δημοκρατίας μας, δεν αφορά μόνο την αντιπροσωπευτικότερη εναλλαγή των κομμάτων στην εξουσία, αλλά έναν ευρύτερο πνευματικό και πολιτικό μετασχηματισμό που οδηγεί στην ενηλικίωση του Ελληνισμού. Με ευθύνη και ελευθερία, με αξιοκρατία και δικαιοσύνη.

Από την άποψη της ιεράρχησης, το ζήτημα του πολιτικού συστήματος προηγείται του παραγωγικού. Είναι τόσα τα βάρη που έχει επωμισθεί η κοινωνία μας και τόση η ανάγκη για άμεσες λύσεις, ώστε η ελπίδα μπορεί να προέλθει μόνον από τη δημιουργία αισθήματος δικαιοσύνης και την αναλογική συμμετοχή της ιθύνουσας τάξης στο κόστος προσαρμογής. Αυτό στην πράξη προϋποθέτει ριζικές αλλαγές στο πολιτικό σύστημα, στο κράτος, στην πολιτική, στα κόμματα.

Η λεγόμενη λοιπόν Κεντροαριστερά, είτε η παραδοσιακή είτε η υπό διαμόρφωση, πέρα από τα μικρά ή μεγάλα προβλήματα πολιτικής και οργανωτικής διαχείρισης, θα κριθεί από την ικανότητά της να γεννήσει νέες ιδέες και να θέσει στρατηγικά προτάγματα στα οποία υστερεί δραματικά. Η εποχή που διανύουμε ανατρέπει κατεστημένες ιδέες και σχήματα. Χρειάζεται το καινούργιο που να εκφράζει τις βαθύτερες αγωνίες και τις ζωτικές ανάγκες των ανθρώπων και των κοινωνιών.