Διαβάζω πάντα με εξαιρετικό ενδιαφέρον τα κείμενα του Γιώργου Σιακαντάρη. Με τα περισσότερα συμφωνώ, με άλλα διαφωνώ, αλλά αυτό δεν αποτελεί πρωτοτυπία! Όμως κατά την άποψη μου το άρθρο του με τίτλο «Η κεντροαριστερά δεν είναι κέντρο αλλά σοσιαλδημοκρατία» θεωρώ ότι είναι κείμενο με πολλά θεωρητικά προβλήματα, αναντίστοιχα της θεωρητικής του κατάρτισης, περισσότερο σχετιζόμενα με εμμονές του τελευταίου διαστήματος. Με κυριότερη την αντιθεσή του στη λεγόμενη «θεωρία των δύο άκρων».
Θα ξεπεράσω τους χαρακτηρισμούς που διατρέχουν όλο το κείμενο (ανιστόρητοι, «ολοκληρωτικά» ανιστόρητοι, άνθρωποι ρηχής πολιτικής και θεωρητικής κατάρτισης κλπ) μια και δεν αποτελούν στοιχεία ενός δημόσιου διαλόγου και θα προσπαθήσω να αναδείξω τις θεωρητικές και πολιτικές (και όχι προσωπικές, γιατί έτσι θα έπεφτα στο ίδιο λάθος με τον ΓΣ) συγχύσεις του κειμένου του.
Υποστηρίζω ότι ο όρος «κεντροαριστερά» είναι ένας όρος τοπογραφίας, ένας όρος που διευκολύνει, αλλά είναι αλήθεια ότι δεν εξηγεί το περιεχόμενο της τοποθέτησης ενός πολιτικού φορέα στο πολιτικό φάσμα. Αν όμως αυτό ισχύει για την κεντροαριστερά, το ίδιο ισχύει για την αριστερά, την δεξιά κλπ. Όσο λοιπόν ο όρος «κεντροαριστερά» οδηγεί σε «απολίτικες υπεραπλουστεύσεις» κατά τον ΓΣ, τόσο οδηγεί στις ίδιες, αν όχι χειρότερες, υπεραπλουστεύσεις και η χρήση των άλλων όρων. Ειδικότερα όταν οι όροι αυτοί χρησιμοποιούνται σε χώρες ή σε ιστορικές περιόδους με συναισθηματική φόρτιση, θετική ή αρνητική.
Το ίδιο βεβαίως θα μπορούσε να ισχυριστεί κανείς για τον όρο «σοσιαλδημοκρατία» τον οποίο ο ΓΣ θεωρεί πιο δόκιμο. Που δεν οδηγεί σε «απολίτικες υπεραπλουστεύσεις». Να υποθέσω οτι ο όρος χρησιμοποιούμενος από τον Μπέμπελ, τον Έμπερτ, τη Λούξεμπουργκ, τον Ζoρες, τον Μπλούμ μέχρι τον Μιτερράν, τον Σρέντερ και τον Μπλαίρ ήταν ακριβώς το ίδιο πράγμα. Να υποθέσω επίσης οτι αν ρωτηθούν οι πολίτες σε ποιό κόμμα ανήκε ο Κεϋνς, θα απαντήσουν ότι ανήκε στο κόμμα των φιλελευθέρων και όχι στο εργατικό. Είναι λοιπόν θέμα περισσότερο ορισμού του περιεχομένου των δύο όρων που μπορούν να χρησιμοποιούνται εξίσου αποτελεσματικά, χωρίς ο ένας να είναι απολίτικος και ο άλλος πολιτικός.
Ας πάμε όμως στην περίφημη και πολυχρησιμοποιημένη θεωρία των δύο άκρων. Ειναι εντυπωσιακό ότι ο ΓΣ για να υποστηρίξει την άποψη του, εντάσσει με περισσή ευκολία το ΣΥΡΙΖΑ στο άλλο άκρο (το ένα το έχει κατάλαβει αυτοδίκαια η Χρυσή Αυγή) ενώ κανείς από τους υποστηρικτές της θεωρίας αυτής, συμπεριλαμβανομένου και του γράφοντος, δεν τον τοποθετεί στη θέση αυτή. Κανένας λοιπόν σοβαρός άνθρωπος δεν θεωρεί ότι ο ΣΥΡΙΖΑ βρίσκεται εκτός συνταγματικού τόξου. Ως «πολιτικώς αγράμματος» κατά τον ΓΣ, ναι, υποστηρίζω ότι «οι νεκροί δεν ενδιαφέρονται ποιός τους σκότωσε»! Και δεν το κάνω για να ταυτίσω το ΣΥΡΙΖΑ με τη ΧΑ αλλά για να ταυτίσω τα δυο άκρα! Όταν οι μελλοθάνατοι του εκτελεστικού αποσπάσματος των Γκουλάγκ ή των θαλάμων αερίων των γερμανικών στρατοπέδων, ξεκινούσαν την πορεία τους προς το μοιραίο δεν φαντάζομαι να είχαν στο μυαλό τους την αναρρώτηση της «ηθικής» βάσης της εξόντωσης τους. Η νεωτερικότητα έχει κτιστεί πάνω στην ανθρώπινη αξία και οχι στη θεωρία των σκοπών, γιατί πάντα καιροφυλακτεί η ετερογονία τους. Κι αυτό είμαι σίγουρος ότι το ξέρει καλά ο ΓΣ.
Τα δυο λοιπόν άκρα στα αριστερά και στα δεξιά του πολιτικου φάσματος είναι το ίδιο ακριβώς υπεύθυνα απο τη σκοπιά της ανθρώπινης αξίας του νεωτερικού προτάγματος, για τη βία και τις εγκληματικές πράξεις κατά του ανθρώπου. Αυτοί που επιτεθήκαν στον Νίκο Μπίστη, οι υπεύθυνοι του θανάτου των θυμάτων της Marfin ή αυτοί που παραλίγο θα προκαλούσαν θύματα στις Σκουριές δυστυχώς δεν ανήκαν στην άκρα Δεξιά αλλά στην άκρα αριστερά!
Ο ΓΣ έχει υπερασπιστεί την άποψη ότι η ταύτιση των άκρων έχει σαν αποτέλεσμα την κατάργηση της διάκρισης μεταξύ Δεξιάς και Αριστεράς. Είναι φανερό ότι στην προκειμένη περίπτωση υπάρχει αυθαιρεσία συλλογισμού. Εκτός και αν θεωρεί ότι οι «φασιστοειδούς τύπου» ομαδούλες της ακροαριστεράς, ανήκουν πράγματι στην παράδοση της αριστεράς. Έχει διατυπώσει επίσης την άποψη, ότι η άρνηση της βίας, καθεαυτήν, θα κατέληγε στην καταδίκη των επαναστάσεων (Βόρεια Αμερική, Γαλλικη επανάσταση κλπ), αφού όλες έχουν ενσωματώσει τη βία στην πρακτική τους. Παρόλο που ο χώρος δεν ειναι επαρκής για μια πλήρη αντιπαράθεση με το τρόπο που ο ΓΣ κι εγώ «διαβάζουμε» την Αρεντ θέλω να τονίσω ότι η μεγάλη φιλόσοφος ουδέποτε υποστήριξε την αποτελεσματικότητα της βιας, παρότι αυτή (η βία) ήταν παρουσα σε πολλά ιστορικά γεγονότα , ως αντίθετη στη νεωτερικότητα. Γράφει: « …ότι το καλό μπορεί να προέλθει από το κακό, ότι κοντολογής, το κακό δεν είναι παρά μια προσωρινή εκδήλωση ενός κρυμμένου αγαθού….Τέτοιες γνώμες καταξιωμένες στο χρόνο έχουν γίνει επικίνδυνες. Τις συμμερίζονται αυτοί που δεν έχουν ακούσει ποτέ το όνομα του Χέγκελ ή του Μαρξ!». Αναφερόμενη δε στα απελευθερωτικά κινήματα έγραφε ότι ακόμη και σ’ αυτές τις περιπτώσεις «ταυτίζοντας τα (τα κινήματα) με τέτοιες εκρήξεις (βίας) προφητεύει κανείς την καταδίκη τους – πέρα από το γεγονός ότι η μάλλον απίθανη νίκη θα κατέληγε στην αλλαγή όχι του κόσμου (ή του συστήματος) αλλά μόνο του προσωπικού τους!!!». ?
Επανερχόμενος στα καθ’ ημάς και στην επαναλαμβανόμενη άποψη του ΓΣ ότι ταυτίζουμε, όσοι υποστηρίζουμε τη θεωρία των δύο άκρων, τον ΣΥΡΙΖΑ με τη ΧΑ, έχω να πω ότι αυτή ακριβώς η άποψη του – ελπίζω όχι σκόπιμα – ειναι επικίνδυνα και λάθος και απλουστευτική. Αντίθετα αυτό που υποστηρίζουμε είναι ότι ο ΣΥΡΙΖΑ, ως κατεξοχήν εκπρόσωπος του νεο-λαϊκισμού στη χώρα μας δεν αντιλαμβάνεται ότι εν δυνάμει, αδιάφορα από τις προθέσεις του, δημιουργεί εύφορο έδαφος για την εξάπλωση των ιδεών και των πρακτικών της ΧΑ. Πράγματι δεν υπάρχει ταύτιση της Κερατέας και των γιαουρτωμάτων με το ολοκαύτωμα (απίστευτη προσπάθεια γελοιοποίησης της άλλης άποψης). Συμβάλλει όμως στην ιδεολογική και πολιτική νομιμοποίηση όλων των έκνομων πράξεων στο βαθμό που αυτές θεωρούνται ότι είναι μια φυσιολογική αντίδραση των πολιτών απέναντι στα μέτρα λιτότητα που έχουν προκληθεί από την εφαρμογή των μνημονίων.
Ο Γιάννης Βούλγαρης έχει περιγράψει με οξυδέρκεια αυτή την νομιμοποίηση της βίας: «συνιστάται (το ελληνικό φαινόμενο της βίας) στην μαζική αποδοχή της πολιτικής βίας και τη γενίκευση των ατομικών συμπεριφορών σε όλη την έκταση της κοινωνικής ιεραρχίας. Στην νομιμοποίηση αυτής της κατάστασης από τους επιγόνους της ιστορικής Αριστεράς, ανεπιφύλακτα από το ΣΥΡΙΖΑ, επιφυλακτικότερα και εξαναγκασμένα απο το ΚΚΕ». Δυστυχώς έχει πολλές φορές διατυπωθεί η άποψη ότι η βία δεν μπορεί να είναι γενικώς καταδικάσιμη. Στέλεχος του ΣΥΡΙΖΑ και τακτικός αρθρογράφος της ΑΥΓΗΣ (Δημοσθενης Παπαδάτος), όπως μας θυμίζει ο Πετρος Παπασαραντόπουλος στο εξαιρετικό βιβλίο του Μύθοι και στερεότυπα στην ελληνική κρίση , γράφει: « καταλαβαίνουμε ότι για τη στοιχειώδη κοινωνική αυτοάμυνα απαιτούνται συγκεκριμένα ποσά βίας, (!!!!), υποστηρίξιμα τουλάχιστον στα τμήματα της κοινωνίας που μας ενδιαφέρουν προνομιακά!». Αλλά τι να τα κάνουμε τα στελέχη όταν ο ίδιος ο Αλέξης Τσίπρας λέει ότι «η βία είναι η απάντηση στη βία των μέτρων και της εξουσίας» παρότι εν γένει την καταδικάζει (sic)! Αλλά και πέραν του τι λέει ο καθένας το κεντρικό εμφυλιοπολεμικής έμπνευσης κεντρικό σύνθημα του ΣΥΡΙΖΑ « Ή εμείς ή αυτοί», τι άλλο μπορεί να σημαίνει, από το ότι δεν υπάρχει χώρος στη χώρα για όλους! Τώρα δεν καταλαβαίνω, φαντάζομαι να το καταλαβαίνει ο ΓΣ, σε ποιούς, κατά το σύνθημα του ΣΥΡΙΖΑ , ανήκει ο κος Καμμένος. Θυμίζω την καταγγελία του συγκεκριμένου κόμματος ότι ο εισαγγελέας που ζήτησε έρευνα για το «Λυντσάρετε τον Πάχτα» ήταν σε διατεταγμένη υπηρεσία απο την κυβέρνηση!!!
Θα μπορούσα να αναφερθώ δια μακρόν σε μια σειρά θεμάτων όπου ο ΣΥΡΙΖΑ δια λόγου ή πράξεων νομιμοποιεί την άσκηση βίας την όποια εκμεταλλεύεται η ΧΑ για τη νομιμοποίηση των δικών της εγκληματικών της πράξεων, αφού το κάνει για το «καλό» των αδικημένων Ελλήνων. Η θλιβερή εικόνα του αρχηγού του στα σχολεία έπαιξε κι αυτή το ρόλο της, στην εξέλιξη του παιγνιδιού «κλέφτες κι αστυνόμοι» μέσα σ’ αυτά. Δυστυχώς ο ΓΣ κάνει πως δεν καταλαβαίνει πως ανιστόρητο και απολίτικο δεν είναι η ταύτιση των δύο άκρων (ο αριθμός των θυμάτων του Ναζισμού και του Σταλινισμού, του Μαοϊσμού και του Πολ Ποτ είναι καταγραμμένα πια με ακρίβεια), αλλά η διάκριση σε μνημονιακούς και αντιμνημονιακούς. Είναι αυτή η τελευταία διάκριση που νομιμοποιεί τη ΧΑ στη συνείδηση των πολιτών ως ένα κόμμα που ό,τι κάνει το κάνει για το «καλό» μας.
Όχι λοιπόν, ο ΣΥΡΙΖΑ δεν είναι κόμμα εκτός συνταγματικού τόξου. Η θεωρία όμως των δύο άκρων ισχύει και ιστορικά και θεωρητικά. Το γεγονός, όμως, ότι ένα κόμμα δεν ανήκει σε ένα από τα δύο άκρα δεν το απαλάσσει απο τις ευθύνες για την ισχυροποίηση των δύο άκρων. Όπως ο Χρύσανθος Λαζαριδης και οι ομοϊδεάτες του έτσι και ο άκρατος λαϊκισμός του ΣΥΡΙΖΑ, μαζί με την σύμφυτη συνωμοσιολογία του, δημιουργεί, ηθελημένα ή άθελα τις γόνιμες συνθήκες ανάπτυξης τους.
Κλείνοντας το θέμα των άκρων πράγματι δεν συμφωνώ με την άποψη ότι λιτότητα και φασιστικό φαινόμενο έχουν κάποια σύνδεση. Αν ο ΓΣ εννοεί οτι το εκμεταλλεύεται η ΧΑ έχει δίκιο, αλλά οφείλει να παραδεχτεί οτι δεν είναι η μόνη. Το ψεύδος και όχι η αλήθεια δεν είναι προνόμιο μόνο της ΧΑ, αλλά όλων των λαϊκισμών, δυστυχώς συμπεριλαμβανομένου και του ΣΥΡΙΖΑ. Είναι λοιπόν περίεργη η άποψη του, ότι «συλλαλητήρια» εναντίον της εγκληματικής οργάνωσης ΧΑ που δεν έχουν ας το πούμε «αριστερό πρόσημο» δεν μπορούν να είναι αποτελεσματικά, μάλλον το αντίθετο. Δυστυχώς διατυπώνεται αυτή η άποψη στο ίδιο πλαίσιο του συνθήματος «Ή εμείς ή οι άλλοι» όπου όμως εδώ γίνεται οριακά επικίνδυνο. Γιατί εννοεί ρητά, ότι στα «συλλαλητήρια» αυτά στους «εμείς» που είμαστε γενικώς αριστεροί, δεν χωρούν «αυτοί» που είναι δεξιοί, γιατί δεν μπορούν οι τελευταίοι, αφού δεν είναι υπέρ των αξιών της σοσιαλδημοκρατίας, να υπερασπιστούν αποτελεσματικά τη δημοκρατία. Να θυμίσω ότι η μία πλευρα του εμφυλίου υποστήριζε το ίδιο, με τα γνωστά αποτελέσματα!
Ας γυρίσουμε όμως στην υπόθεση της σοσιαλδημοκρατίας. Δεν αντιλαμβάνομαι την εχθρότητα του ΓΣ για το μεσαίο χώρο. Και όταν λέω δεν αντιλαμβάνομαι, εννοώ την άποψή του, πως ο χώρος αυτός μάλλον είναι θεωρητικά απροσδιόριστος και απολίτικος. Όπως εξήγησα και παραπάνω, έχει μεγάλη σημασία να προσδιορίσουμε τις έννοιες. Αν η τοπογραφία του πολιτικού φάσματος είναι συνολικά απολίτικη τότε και η αναφορά στην κεντροαριστερά είναι απολίτικη. Είναι το ίδιο ακριβώς όπως και οι υπόλοιπες (δεξιά, αριστερά κλπ). Η επιμονή του ΓΣ στην ταξική φύση της πολιτικής, είναι ένα ζήτημα που χωράει πολύ συζήτηση. Το έθεσε με οξυδέρκεια πρώτος πριν πολλά χρόνια ο Νίκος Πουλαντζάς, δίνοντας μια σύγχρονη ερμηνεία των πολιτικών εκπροσωπήσεων. Η εμμονή σε μια καθαρή «ταξική» εκπροσώπηση, αποτελεί παρωχημένη συζήτηση, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι η αναφορά των πολιτικών κομμάτων δεν οφείλει να έχει ΚΑΙ ταξικό περιεχόμενο. Δεν μπορεί να διαφωνεί κανείς ότι ένα σοσιαλδημοκρατικό σχέδιο οφείλει να έχει σχέδιο για κοινωνική δικαιοσύνη. Όμως μάλλον πρόκειται περί ταυτολογίας. Είναι άλλο να λες ότι αυτό το σχέδιο πρέπει να γίνεται κατανοητό από την κοινωνία. Και πρέπει να αποφύγει βεβαίως τα σχέδια του παρελθόντος, μια και ο κόσμος ολόκληρος έχει αλλάξει. Αν κάποιος οφείλει να αντιλαμβάνεται πραγματικά τον κόσμο, να σχεδιάζει και να πράττει με εξωστρέφεια αυτός ο πολιτικός χώρος δεν μπορεί παρά να είναι μια διεθνιστική και πολιτικά φιλελεύθερη σοσιαλδημοκρατία.
Δεν έχω καμιά διαφωνία με το ΓΣ για τις κοινωνικές κατηγορίες στις οποίες πρέπει να απευθυνθεί μια σύγχρονη κεντροαριστερή – σοσιαλδημοκρατική παράταξη που θέλει να αυτοπροσδιορίζεται ως σοσιαλδημοκρατική. Έχω όμως ριζικά αντίθετη άποψη από αυτή που ο ίδιος διάλεξε να κλείσει το άρθρο του. Γράφει λοιπόν ο ΓΣ: Το κράτος παροχής υπηρεσιών, που λειτουργεί όχι απλά ως δίκτυ ασφαλείας, αλλά ως αναπτυξιακός μοχλός, να η μεγάλη σοσιαλδημοκρατική Μεταρρύθμιση, για την οποία δεν μιλούν οι οπαδοί της «κεντρώας» Κεντροαριστεράς, οι οπαδοί των χωρίς κοινωνική λογική δυνάμεων της «κοινής λογικής». Ας μιλήσουν γι’ αυτή τη Μεταρρύθμιση, όλοι όσοι πραγματικά ενδιαφέρονται για τη δημιουργία της Σοσιαλδημοκρατίας και όχι μόνο για την ανασυγκρότηση του «ενδιάμεσου πόλου» ή του Κέντρου.
Σήμερα η χώρα μας και οι πολίτες της είναι αντιμέτωποι με μια πολύπλευρη κρίση. Είναι γνωστή σε όλους, αν και οι ερμηνείες της δεν είναι πάντα αξιόπιστες. Στο πλαίσιο αυτό διαμορφώνονται δύο αναγκαίες πολιτικές για την κεντροαριστερά. Μια τακτικής φύσεως, η κυβερνητική σταθερότητα με στόχο την σωτηρία της χώρας, (χωρίς χώρα δεν υπάρχει προφανώς ούτε κεντροαριστερά), και μία στρατηγικού χαρακτήρα. Η δεύτερη αφορά στη συγκρότηση ενός ενδιάμεσου πόλου, ανάμεσα στον ΣΥΡΙΖΑ και τη Νέα Δημοκρατία, που θα λέει την αλήθεια, θα διαμορφώσει ένα σύγχρονο πολιτικό και οικονομικό σχέδιο για τη χώρα, θα διασφαλίσει τη δημοκρατία, την ελευθερία, την ανεκτικότητα και τη διαφάνεια με όρους κοινωνικής και πολιτικής δικαιοσύνης. Αυτή λοιπόν η προσπάθεια είναι στη κυοφορία της. Δεν ξέρω σε ποιους αναφέρεται ο ΓΣ, όταν γράφει την παραπάνω παράγραφο, αλλά μάλλον όχι σ αυτούς που εργάζονται στην κατεύθυνση αυτή. Ξέχασε όμως κάτι σημαντικό: Αυτή η κεντροαριστερά – η σοσιαλδημοκρατική παράταξη αν θέλετε – έχει ένα μείζον μέτωπο! Τον λαϊκισμό! Γιατί αυτός είναι που εμποδίζει την διατύπωση ενός προγράμματος που θα διασφαλίζει την κοινωνική συνοχή. Γιατί αυτός είναι που εμποδίζει τη συγκρότηση όχι μόνο μιας δίκαιης κοινωνίας αλλά και μιας ελεύθερης κοινωνίας.
Και απ αυτό γίνεται σαφές ότι ενώ ο ΣΥΡΙΖΑ δεν ανήκει στο ένα άκρο της θεωρίας (παρά τις προσπάθειες και του ιδίου του κόμματος και του ΓΣ) δεν ανήκει επίσης και στο χώρο του δημοκρατικού σοσιαλισμού, και άρα είναι ένα από τα μέτωπα που οφείλει η σοσιαλδημοκρατία να έχει (το άλλο είναι η δεξιά του εκδοχή, η ΝΔ).