Ο μόνος τρόπος για να φύγει η δεξιά και συνεπαγόμενη δεξιά πολιτική, δεν είναι ο δρόμος του ΣΥΡΙΖΑ. Είναι μια μεγάλη αυτόνομη Κεντροαριστερά, που θα συμπεριλαμβάνει όλες τις προοδευτικές μεταρρυθμιστικές δυνάμεις που κινούνται ανάμεσα στους δύο αυτούς χώρους.
Τώρα που έχει «κατακάτσει ο κουρνιαχτός» των ευρωεκλογών, είναι καιρός να μετρηθούμε ξανά από την αρχή, αποδεσμευμένοι όσο γίνεται περισσότερο από τους συναισθηματισμούς και τις εντυπώσεις που συνηθίζονται πριν και αμέσως μετά τις εκλογές.
Ο ΣΥΡΙΖΑ εμφανίζεται ως πρώτο κόμμα, όχι γιατί αύξησε τις δυνάμεις του -βρίσκεται μάλιστα λίγο πιο κάτω από το ποσοστό των εθνικών εκλογών του 2012- αλλά γιατί ήταν πολύ μεγάλη η πτώση της ΝΔ. Αυτό σημαίνει πως ο λαός εξέφρασε μέσω των ευρωεκλογών τη δυσαρέσκειά του στην κυβέρνηση Σαμαρά, αλλά δεν πείστηκε από την πρόταση του ΣΥΡΙΖΑ. Αν λάβουμε υπόψη πως επρόκειτο για ευρωεκλογές με χαλαρή ψήφο, που πηγαίνει κατά κανόνα στα κόμματα της αντιπολίτευσης, είναι αξιοσημείωτο πως ο ΣΥΡΙΖΑ δεν κατόρθωσε να πιάσει ούτε το ποσοστό του ’12. Ο ΣΥΡΙΖΑ έχει φτάσει τα όριά του και αδυνατεί να δημιουργήσει ρεύμα αλλαγής ή ανατροπής, παρά τις προσπάθειές του, καθώς δεν μπορεί να ξεφύγει από τις παλαιοκομμουνιστικές του αγκυλώσεις και την παγίδα του λαϊκισμού, που εξυπηρετεί μόνον τις συντεχνίες, σε μια περίοδο που αυτές απαξιώνονται συνεχώς στα μάτια των πολιτών.
Με αυτά τα δεδομένα, ο Αντ. Σαμαράς και η δεξιά ΝΔ, έχουν όλες τις προϋποθέσεις να παραμένουν στην εξουσία για πολλά χρόνια, όχι λόγω των πολιτικών τους, αλλά λόγω έλλειψης σοβαρής εναλλακτικής λύσης.
Η μόνη σοβαρή, ρεαλιστική εναλλακτική λύση, είναι η δημιουργία μιας ισχυρής κεντροαριστεράς, στην οποία θα συμμετέχουν όλες οι προοδευτικές μεταρρυθμιστικές δυνάμεις, από τον φιλελεύθερο χώρο έως τον χώρο της σοσιαλδημοκρατίας, της Αριστεράς και της Οικολογίας. Βασικό προαπαιτούμενο είναι η προσήλωση στην ευρωπαϊκή πορεία της χώρας και οι πραγματικές και ουσιαστικές μεταρρυθμίσεις.
Χρειάζονται όμως αληθινοί ηγέτες για να επιτευχθεί η ανασυγκρότηση αυτού του χώρου. Ηγέτες που ξέρουν πότε και πώς θα πρέπει να κάνουν ένα βήμα πίσω, για να αφήσουν νέους να σύρουν την άμαξα, αλλά και ηγέτες που να μπορούν να την σύρουν. Να κάνουν, με απλά λόγια, αυτό που έκαναν ο Γιάννης Μπουτάρης στη Θεσσαλονίκη και ο Γιώργος Καμίνης στην Αθήνα. Κατόρθωσαν να ενώσουν όλες τις δυνάμεις αυτές και να πετύχουν πολύ σημαντικές νίκες στο χώρο της τοπικής αυτοδιοίκησης. Και οι δύο απέδειξαν για δεύτερη στη συνέχεια φορά, πως αντέχουν και έχουν τις ικανότητες, αποδεσμευμένοι από τα παλαιοκομματικά βαρίδια και τον κομματικό ιδρυματισμό, να ανοίξουν νέους δρόμους.
Η περίοδος που ξεκινά τώρα, θα είναι δύσκολη για το χώρο, αλλά και ενδιαφέρουσα. Ήρθε η ώρα να μετρηθούν, η γενναιότητα και η αποφασιστικότητα για τη μεγάλη μεταρρυθμιστική παράταξη.
Ήρθε η ώρα να τεθούν όλα στο τραπέζι, από την αρχή, χωρίς προϋποθέσεις και προαπαιτούμενα, με βάση τα νέα δεδομένα, χωρίς να αγνοούμε όσα έχουν επιτευχθεί μέχρι τώρα. Η υπόθεση της κεντροαριστεράς δεν είναι υπόθεση μόνο του ΠΑΣΟΚ, του ΠΟΤΑΜΙΟΥ ή της ΔΗΜΑΡ. Είναι εθνική υπόθεση που ξεπερνά τα υπάρχοντα κόμματα και τους σχηματισμούς. Όσοι δεν το καταλάβουν, απλώς θα μείνουν πίσω… Όπως φαίνεται ότι μένει η ΔΗΜΑΡ, η οποία συνεχίζει την περιδίνησή της, χαμένη στη μετάφραση των εκλογικών αποτελεσμάτων. Όπως φάνηκε το διήμερο που πέρασε, η ηγεσία της αδυνατεί να κατανοήσει αυτό που έχουν κατανοήσει όλοι οι Έλληνες και κυρίως οι πολίτες που παρακολούθησαν με ενδιαφέρον την πορεία της. Ότι, δηλαδή, απώλεσε κάθε ικανότητα χάραξης πολιτικής στρατηγικής! Αφαίρεσε από τον εαυτό της το λόγο της ύπαρξής της. Και ως φαίνεται, αφού εγκατέλειψε τους πολίτες που την πίστεψαν, σε λίγο καιρό κανείς δεν θα ασχολείται μαζί της.