Οι Κυβερνήσεις της Μεταπολίτευσης αποδείχθηκε ότι δεν διέθεταν ούτε την πολιτική βούληση ούτε την επιχειρησιακή ικανότητα να οργανώσουν μια σύγχρονη Δημόσια Διοίκηση, ικανή να παρέχει ποιοτικές υπηρεσίες σε πολίτες και επιχειρήσεις, συμβάλλοντας ενεργητικά στην οικονομική ανάπτυξη της χώρας και τη διαφύλαξη της κοινωνικής συνοχής.
Το Ανώτατο Συμβούλιο Επιλογής Προσωπικού (ΑΣΕΠ), τα Κέντρα Εξυπηρέτησης Πολιτών (ΚΕΠ) και ορισμένες εφαρμογές των ΤΠΕ (όπως το «ΣΥΖΕΥΞΙΣ») αποτελούν τις θετικές εξαιρέσεις που επιβεβαιώνουν τον παραπάνω κανόνα.
Ανάλογες θετικές εξαιρέσεις είχαμε και στην Τοπική Αυτοδιοίκηση. Στη δεκαετία του 1980 ήταν η αποκέντρωση αρμοδιοτήτων, οι αναπτυξιακοί θεσμοί της Αυτοδιοίκησης και η θεσμοθέτηση των Κεντρικών Αυτοτελών Πόρων (ΚΑΠ). Στις δεκαετίες του 1990 και του 2000 είχαμε τη θεσμοθέτηση της δευτεροβάθμιας Τοπικής Αυτοδιοίκησης, τη συνένωση των ΟΤΑ με το Πρόγραμμα «ΚΑΠΟΔΙΣΤΡΙΑΣ», τις δράσεις κοινωνικής πολιτικής που συγχρηματοδοτήθηκαν από το Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Ταμείο και τα έργα αστικής ή αγροτικής ανάπτυξης, που συγχρηματοδοτήθηκαν από Κοινοτικά Προγράμματα.
Δυστυχώς, όμως, η Δημόσια Διοίκηση στο σύνολό της, περιλαμβανομένης και της Τοπικής Αυτοδιοίκησης, συγκροτήθηκε με βάση τα πελατειακά κριτήρια του κεντρικού πολιτικού συστήματος (συμπολιτεύσεων και αντιπολιτεύσεων). Έτσι, διογκώθηκαν αυθαίρετα οι δομές της, ενώ η λειτουργία της έγινε συνώνυμη του νομικισμού, της εσωστρέφειας, της γραφειοκρατίας και της έλλειψης διοικητικής συνέχειας. Η απουσία θεσμικής μνήμης και διοικητικής ικανότητας έγιναν δομικά χαρακτηριστικά του διοικητικού μας συστήματος.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα έλλειψης βούλησης και ικανότητας δομικού και λειτουργικού εκσυγχρονισμού της Δημόσιας Διοίκησης είναι η αναιμική και αποσπασματική αξιοποίηση του Επιχειρησιακού Προγράμματος «Διοικητική Μεταρρύθμιση» 2007–2013, προϋπολογισμού 500 εκατ. €.
Η κορύφωση της κρίσης την τελευταία τριετία βρήκε Κεντρική Διοίκηση και Αυτοδιοίκηση εντελώς ανέτοιμες να ανταποκριθούν στις αυξημένες απαιτήσεις της συγκυρίας. Το αποτέλεσμα ήταν να μπει η Δημόσια Διοίκηση στο στόχαστρο της τρόικας και των δανειστών μας, οι οποίοι με το εύλογο επιχείρημα – πρόσχημα του αναγκαίου εκσυγχρονισμού της, απαίτησαν τη γρήγορη μεταρρύθμισή της. Αποδείχθηκε όμως και πάλι ότι το πολιτικό σύστημά μας δεν είχε την πολιτική βούληση, την τόλμη και την επιχειρησιακή ικανότητα να οργανώσει μια σύγχρονη Δημόσια Διοίκηση. Τούτο είχε ως συνέπεια να υποχρεώνονται οι Ελληνικές Κυβερνήσεις της τελευταίας τριετίας να υποχωρούν – υπό τους συνεχείς εκβιασμούς σύνδεσης των απαιτήσεων των δανειστών μας με τις δόσεις της χρηματοδότησης – σε οριζόντια μέτρα που ικανοποιούν μεν τις ιδεοληπτικές εμμονές της τρόικας, πλην όμως δεν υπηρετούν κανένα ουσιαστικό μεταρρυθμιστικό στόχο.
Πρόσφατα παραδείγματα η κατάργηση της ΕΡΤ και η επιχειρούμενη διαθεσιμότητα ολόκληρων οργανικών μονάδων της Αυτοδιοίκησης χωρίς καμία επιχειρησιακή τεκμηρίωση. Η οβιδιακή μεταμόρφωση της Δημοτικής Αστυνομίας σε «Διεύθυνση Εξυπηρέτησης Πολιτών & Δημοτικής Αστυνόμευσης» του Υπουργείου Δημόσιας Τάξης, αποτελεί ένα εκ των υστέρων τέχνασμα, που επιχειρεί ως φύλλο συκής να κρύψει την παντελή απουσία άρτια προετοιμασμένου σχεδίου εκσυγχρονισμού και μεταρρύθμισης αυτής της υπηρεσίας.
Αυτά τα οριζόντια μέτρα πιστοποιούν επιπλέον ότι δεν υπάρχει ούτε η διοικητική ικανότητα για την αξιολόγηση των δομών και λειτουργιών της Διοίκησης ούτε βεβαίως ο υποτυπώδης σχεδιασμός ενός επιχειρησιακού προγράμματος διοικητικής αναδιοργάνωσης. Συνεχίζει να κυριαρχεί ως μεταρρυθμιστική μέθοδος το «βλέποντας και κάνοντας», η συνειδητή επιλογή να μην επιχειρείται κανένας προγραμματισμός και το να λαμβάνονται οι αποφάσεις «στο παρά πέντε», ώστε να γίνεται άμεση επίκληση του σχετικού εκβιασμού της τρόικας και της αδυναμίας εφαρμογής μεσοπρόθεσμων λύσεων.
Οι αρμόδιοι πολιτικοί παράγοντες δεν κρύβουν το φόβο τους να προχωρήσουν σε έναν μεσοπρόθεσμο προγραμματισμό, ανεξάρτητα από τη βούληση των δανειστών μας. Εκτιμούν ότι έτσι θα χρεωθούν πολιτικά χωρίς λόγο, ενώ τις οδυνηρές λύσεις που αποφασίζουν υπό τον εκβιασμό της τρόικας μπορούν άνετα να τις χρεώνουν σε αυτήν…
Ο ιδιότυπος αυτός στρουθοκαμηλισμός αγγίζει σήμερα και την ίδια την Αυτοδιοίκηση, η οποία παρακολουθεί αμήχανα τις πρωτοβουλίες Τρόικας και Κυβέρνησης, περιμένοντας στωικά το επόμενο «χτύπημα», αδυνατώντας να παρέμβει στις εξελίξεις, αρθρώνοντας το δικό της αυτόνομο λόγο και καταθέτοντας τη δική της αυτοτελή πρόταση για τις αναγκαίες μεταρρυθμίσεις στο τοπικό και περιφερειακό σύστημα διακυβέρνησης. Αυτό το μεταρρυθμιστικό «κενό» είναι ανάγκη σήμερα να καλυφθεί, διαφυλάσσοντας το κύρος και την προοπτική των τοπικών θεσμών.
(Σε επόμενο άρθρο μας θα παρουσιάσουμε τις προτάσεις που οφείλει να καταθέσει η Αυτοδιοίκηση για τη διοικητική της αναδιάρθρωση)