Πρέπει να διατηρούμε παγκοσμίως τα πρωτεία στην πολιτική παραχάραξη των λέξεων που χρησιμοποιούμε και στην ικανότητά μας να τις προσαρμόζουμε στις ανάγκες της προβολής και επίτευξης προσωπικών και κομματικών στόχων.
Μια πραγματικά ωραία λέξη που κυριολεκτικά βιάζεται καθημερινά είναι και η «συναίνεση».
Σε δύσκολες μάλιστα στιγμές, σαν αυτές που περνάμε, η συναίνεση αποκτά ακόμα πιο ελκτικό χαρακτήρα αφού συνδυάζει την καθολική συμφωνία με την συλλογική δράση.
Και όντως έτσι έχουν τα πράγματα, αρκεί η όποια «συναίνεση» να εκπληρώνει μερικές βασικές προϋποθέσεις. Να μην προβάλλεται για επικοινωνιακούς καθαρά και λόγους εντυπωσιασμού, να μην επιδιώκει την ουσιαστική προσχώρηση των άλλων στις απόψεις του ενός και να επιτυγχάνεται σε προωθητική βάση. Δηλαδή μια συναίνεση στην άποψη ότι τίποτα δεν πρέπει να αλλάξει, προκειμένου να μην διαφωνήσουμε, αποτελεί αρνητική εξέλιξη που ακυρώνει στην πράξη την συναινετική συμφωνία.
Η συναινετική σημαία πρέπει να σηκώνεται μαζί με τη σημαία της προόδου. Και είναι πραγματικά δύσκολο, αν όχι αδύνατο, να υπάρξει σήμερα προοδευτική συναίνεση για ένα σχέδιο εξόδου από την κρίση με δυνάμεις προσηλωμένες στο πελατειακό κράτος, απορριπτικές σε κάθε έννοια αξιολόγησης και αξιοκρατίας, εχθρικές προς την ιδιωτική πρωτοβουλία και δραστηριότητα.
Η χώρα δεν έχει ανάγκη από νέες συναινετικές αυταπάτες.