Η εμφανής πλέον υποστήριξη των καραμανλικών προς τον Σύριζα, εγείρει ερωτηματικά ως προς τους σκοπούς και τις προθέσεις και των δύο πλευρών, γιατί εκ πρώτης όψεως φαίνεται πέραν πάσης λογικής, αν αναλογισθούμε την πολιτεία της κυβέρνησης το πρώτο δίμηνο της ζωής της.
Το πρώτο ερώτημα που ανακύπτει είναι αν έχουμε να κάνουμε με μιαν ευκαιριακή κίνηση που αφορά την απαλλαγή του Καραμανλή από τις αυταπόδεικτες ευθύνες του την περίοδο της διακυβέρνησης του ή αυτή είναι το λογικό επακόλουθο μιας στρατηγικής σύγκλισης που τις πτυχές της θα τις δούμε να ξετυλίγονται λίαν προσεχώς. Εάν ισχύει το πρώτο, ο στόχος επετεύχθη με την σύσταση της εξεταστικής επιτροπής και την χρονική αφετηρία του αντικειμένου της. Ο Καραμανλής διασώζει την υστεροφημία του – ή νομίζει πως τη διασώζει – κάτι που τόσο επιζητούσε και εξακολουθεί να επιζητεί. Αλλωστε η πενταετής σιωπή του σε αυτό αποβλέπει. Αφωνος και αναπολόγητος. Εάν όμως υπάρχουν σε όλο αυτό το σκηνικό – στο οποίο βέβαια εντάσσεται και η εκλογή Παυλόπουλου – στοιχεία μονιμότερου χαρακτήρα , θα πρέπει να δούμε τόσο τα κίνητρα των δύο παικτών όσο και την λογική πορεία των εξελίξεων.
Ο Καραμανλής για ποιο λόγο εκτίθεται δημιουργώντας πρόσθετα προβλήματα στην παράταξη του της οποίας είναι ο φυσικός κληρονόμος και ως εκ τούτου ο εγγυητής της ενότητας της; Η απόσταση που χωρίζει τις ιδεολογικές καταβολές και τις πολιτικές πρακτικές των δύο πολιτικών χώρων είναι τεράστια και μεγεθύνεται από τους κυβερνητικούς χειρισμούς σε όλους τους τομείς. Μήπως βρίσκει στις πρωτοβουλίες της κυβέρνησης το δικό του ανεκπλήρωτο όραμα για τον στρατηγικό αναπροσανατολισμό της εξωτερικής μας πολιτικής; Και το δόγμα του θείου του «ανήκομεν στη Δύση», που τόσο πιστά ακολούθησαν οι μετέπειτα πρωθυπουργοί , ακυρώνεται; Εάν ισχύει αυτή η απευκταία εκδοχή, ο τυχοδιωκτισμός της είναι πρόδηλος . Και αν πιστέψουμε τις αφηγήσεις «κύκλων» του Καραμανλή τις συνέπειες τις πλήρωσε και αυτός.
Μήπως ο πρώην πρωθυπουργός και η ηγετική ομάδα του Σύριζα διαβλέπουν πως με την αλληλουποστήριξη μπορούν να υλοποιήσουν τους σχεδιασμούς τους που είναι για μεν τον Καραμανλή η επαναφορά του στην κεντρική πολιτική σκηνή, για δε τον Τσίπρα η εξουδετέρωση των αμφισβητιών μέσα στο κόμμα του ; Μήπως λοιπόν θα δούμε αυτή η αλληλοϋποστήριξη να παίρνει συγκεκριμένη πολιτική μορφή ( κυβερνητική σύμπραξη); Μήπως ο Καραμανλής , φανατικός υποστηρικτής του ήπιου πολιτικού κλίματος και παλαιόθεν θαυμαστής της αριστεράς σε όλες της τις εκφράσεις, βρίσκει τώρα την ευκαιρία να αποτελέσει τον καλό αγωγό αυτής της πάγιας αντίληψης του; Να αποτελέσει τη γέφυρα δηλαδή που θα λειάνει τις διαφορές, θα χαμηλώσει τις εντάσεις, θα οικοδομήσει τις συναινέσεις ; Αλλωστε αυτή η καραμανλική θεώρηση φαίνεται να συντονίζεται με την μαρξιστική ανάλυση που κάνει κομμάτι του Σύριζα για την αναγκαιότητα πολιτικής συνεργασίας με τμήμα της αστικής τάξης. Μήπως ο Καραμανλής εν όψει εθνικής κρίσεως σκέφτεται να «βάλει πλάτη» ή να αποτελέσει την χρυσή εθνική εφεδρεία; Όλα αυτά – εάν έχουν βάση – απαιτούν θεαματικές κινήσεις τόσο από την πλευρά του Καραμανλή όσο και από την πλευρά του «μικρού». Γιατί η δεδομένη Νέα Δημοκρατία δεν μπορεί να κάνει αυτήν την υπέρβαση, ούτε και ο Σύριζα των ακραίων συνιστωσών μπορεί να βαδίσει το δρόμο του ιστορικού συμβιβασμού.
Βέβαια μπορεί να μην συμβαίνει και τίποτα από όλα αυτά ( που είναι και το πιθανότερο).Αν αναλογισθούμε την ‘’χύμα’’ διακυβέρνηση του Καραμανλή από το 2004 ως το 2009, εξίσου «χύμα» μπορεί να είναι και η υποστήριξη του προς τον Σύριζα. Γιατί το ‘’χύμα’’ είναι στάση ζωής.