Αυτό που επιζητεί ο πολίτης είναι η επιστροφή στην αποκαλούμενη κανονικότητα. Και επειδή ο καθένας μάλλον δίνει διαφορετικό νόημα σε αυτή τη λέξη, ας προσπαθήσω να τη φωτίσω λίγο, ώστε να συνεννοούμαστε. Προφανώς και δεν μπορούμε να εννοούμε την επιστροφή στο 2008. Όσο πιο γρήγορα ξεχάσουμε τις εποχές της πλαστής ευμάρειας και του δανεικού πλούτου, τόσο πιο εύκολα θα διατηρήσουμε την ψυχική γαλήνη μας. Συνεπώς, όταν χρησιμοποιούμε αυτή τη λέξη, μάλλον πρέπει να αναφερόμαστε στην καθημερινότητά μας, με τις τράπεζες να λειτουργούν πλήρως, να υπάρχουν δουλειές και οι άνεργοι σταδιακά να μειώνονται, να χαλαρώσει λίγο η φορολογία και ο κόσμος να ανασάνει, να εξομαλυνθούν οι σχέσεις μας με τους εταίρους. Να ξέρουμε δηλαδή πού βρισκόμαστε, πού πατάμε και προς τα πού πηγαίνουμε. Κανονικότητα σημαίνει ελαχιστοποίηση της αβεβαιότητας. Απλά και λίγα πράγματα, που δεν τα έχουμε. Που τα είχαμε όμως πριν από έναν χρόνο.
Συνεπώς ενόψει των εκλογών της Κυριακής αυθόρμητα έρχεται το ερώτημα: Ποιο κόμμα μπορεί να φέρει την κανονικότητα; Η λογική απάντηση είναι: ένα κανονικό κόμμα. Με ενιαία γραμμή, με ευκρινές πρόγραμμα και σταθερό προσανατολισμό. Οι μονομάχοι είναι δύο. Ο πολίτης πρέπει να σταθμίσει ποιο από τα δύο κόμματα, ΣΥΡΙΖΑ και Νέα Δημοκρατία, πληροί τους όρους του κανονικού κόμματος. Γιατί, νομίζω, κόμμα με ιδιομορφίες και ιδιοσυστασίες θα οδηγήσει τη χώρα σε ιδιόμορφες καταστάσεις. Σαν τη σημερινή και ακόμη χειρότερη.
Ο ΣΥΡΙΖΑ παρά την αποχώρηση των περισσότερων αριστερόστροφων συνιστωσών παραμένει ένα περίεργο κόμμα, καθώς περιλαμβάνει και όλους αυτούς που αρνήθηκαν να ψηφίσουν το αριστερό μνημόνιο και τη συνιστώσα των “53”, που αποκλείει κάθε συνεργασία με ΠΑΣΟΚ και Ποτάμι, αφήνοντας ανοιχτή την πόρτα της αντιμνημονιακής συνεργασίας με τον Λαφαζάνη και τον Καμμένο. Άρα, αν ο ΣΥΡΙΖΑ κατακτήσει την πρώτη θέση, η ενότητά του θα κινδυνεύσει και μαζί και η κυβερνητική σταθερότητα. Η νέα διάσπαση που όλοι προαναγγέλλουν προκύπτει από τις δηλώσεις των στελεχών του που βρίσκονται στις εκλόγιμες θέσεις στα ψηφοδέλτιά του. Επιπροσθέτως το “παράλληλο πρόγραμμά” του βρίσκεται έξω από τους όρους του μνημονίου που ο ΣΥΡΙΖΑ υπέγραψε, προμηνύοντας νέους τυχοδιωκτισμούς με τους εταίρους μας.
Η Νέα Δημοκρατία του Μεϊμαράκη τέτοια προβλήματα φαίνεται πως δεν έχει. Μπορεί να θεωρείται “κόμμα βαρόνων”, αλλά οι απώλειές της καταγράφηκαν το 2012. Έκτοτε έχει μία συμπαγή Κοινοβουλευτική Ομάδα και μία συνεπή πολιτική γραμμή. Και το κυριότερο, ήταν η Νέα Δημοκρατία μαζί με το ΠΑΣΟΚ που έβαλαν τα θεμέλια για την επιστροφή στην κανονικότητα το 2014. Η δε ιστορική προσήλωσή της στην ευρωπαϊκή ιδέα αποκλείει περιπέτειες με τους εταίρους, σαν αυτές που ζήσαμε το 2015.
Έχουμε λοιπόν δύο κόμματα με συγκεκριμένα χαρακτηριστικά και θα κρίνουμε όχι μόνον ποιο από τα δύο πρέπει να αποτελέσει τον κυβερνητικό κορμό, αλλά και ποιο θα συνεργαστεί καλύτερα με τα άλλα δύο μικρότερα κόμματα, ώστε να οδηγήσουν όλοι μαζί τη χώρα στην κανονικότητα.