«Να φύγετε από δω, δεν σας καλέσαμε, δεν σας θέλουμε να πάτε στον τόπο σας!» Θα έχουν περάσει δέκα χρόνια και παραπάνω από εκείνο το απόγευμα που διασχίζοντας την πλατεία Πρωτομαγιάς, αυτό τον αόριστο χώρο που δημιουργήθηκε πάνω από το τούνελ της Μουστοξύδη, άκουσα μια γυναίκα να φωνάζει τη φράση αυτή σε μια άλλη γυναίκα, μαύρη, που τραβώντας το παιδί της από το χέρι διασταυρώθηκε μαζί της πηγαίνοντας στην αντίθετη κατεύθυνση. Η ξένη συνέχισε το δρόμο της χωρίς να γυρίσει καν, σηκώνοντας λίγο νευρικά το κεφάλι και τραβώντας λίγο πιο βιαστικά το χεράκι του παιδιού, η δικιά μας στάθηκε και συνέχισε το κρώξιμο πίσω της μέχρι να τους δει να απομακρύνονται. Σκέφτηκες καθόλου, ήθελα να της πω, τι κάνεις αυτή τη στιγμή; Δημιουργείςένα ψυχικό τραύμα στο παιδί που θα το έχει σε όλη τη ζωή του. Δεν ξέρεις πρόσφυγες του ?22 που μέχρι να πεθάνουν κουβαλούσαν το τραύμα της κακής συμπεριφοράς των ντόπιων στην Ελλάδα, πέρα από τα υπόλοιπα, κι ακόμα παλεύουν μαζί του οι απόγονοι τους; Θα ζήσουμε με τους ανθρώπους αυτούς, η γυναίκα δουλεύει για τη σύνταξή σου, το παιδί της θα δουλέψει για τη δική μου, γιατί τους τραυματίζεις χωρίς λόγο; Τι κερδίζεις απ? αυτό;