Ο όρος “καχεκτική δημοκρατία”, χρησιμοποιήθηκε πολύ στις αναλύσεις που αφορούσαν στους πολιτικούς θεσμούς, αλλά και στην πολιτική ρώμη των ελίτ, κυρίως στην περίοδο του μεσοπολέμου, καθώς και στην προδικτατορική περίοδο. Ωστόσο υπάρχει μια αιώνια επιστροφή στα ποιοτικά χαρακτηριστικά αυτής της καχεξίας, σε περίπου τακτά χρονικά διαστήματα.
Ο Jo Nesbo βάζει τον Χάρι Κάλερ, τον ήρωά του, να διερωτάται κοιτώντας ένα μισοφθαρμένο ινδιάνικο τοτέμ: «Φυλάει την ψυχή και τις ιδιότητές της, μα είναι ύλη κι όταν φθαρεί το ξύλο αυτή θα φύγει και θα πάει σε κάποιον καθρέφτη, σε μια μάσκα, μέχρις ότου βρει το καινούργιο άφθαρτο τοτέμ για να επανεγκατασταθεί»… Κάπως έτσι οι σοβούσες παθογένειες περιφέρονται, μισόκρυφες και μισονικημένες, ως ότου να καταλάβουν υπό μορφήν όχλου και δημαγωγίας, ένα φθαρμένο από αυτές τις ίδιες πολιτικό, πολιτισμικό και οικονομικό status.
Tότε, από την δύσκολη ευεξία πάμε στην πιο εύκολη και ολιστική καχεξία. Η καχεκτική δημοκρατία, όπως ρητά επιβεβαιώνει το επιθετικό πρόθεμα, είναι τρωτή παντού κι ακόμα πιο τρωτή στο κέλυφος που προασπίζει το μέσα: στους Θεσμούς. Κι όταν λέμε βασικούς θεσμούς, δεν εννοούμε τίποτα παραπάνω από τις δικαιϊκές κορυφές που αναδείχθηκαν από τον Μοντεσκιέ, τον Μιραμπό και τους επιγόνους των Φώτων. Πάνω σε αυτές τις αρχικές ορίζουσες εδράζονται οι επιμέρους, οι οποίες συμβατοποιούν και απεικονίζουν τις ανάγκες τού τώρα, ώστε αυτό ως παρόν και μέλλον ταυτοχρόνως, να είναι δημοκρατικά λειτουργικό και πολιτικά φιλελεύθερο, όποια παράταξη κι αν διακονεί την διακυβέρνηση.
Σήμερα, η καχεκτική δημοκρατία είναι πιο πολύ από ποτέ έτσι, καθώς οι εθνολαϊκιστικές παθογένειες, μετά από καιρό, βρήκαν ένα τόσο ομοιογενές τοτέμ για να φωλιάσουν, καμωμένο από τις οσμηρότερες ακαθαρσίες του όχλου.
Όσο αυτό κρατάει, ο συμβατικός πολιτικός λόγος του επιχειρήματος και της απόδειξης, μοιάζει ανίσχυρος ως πολεμικό όπλο του δημοκρατικού πολιτεύματος. Οπότε οι πολιτικοί ταγοί – αρχηγοί, δείχνουν κι αυτοί ατελέσφοροι.
Συνεπώς, πρέπει να βρεθούν πονηρά όπλα προασπίσεως της Δημοκρατίας, που θα αιφνιδιάσουν τις τρέχουσες καθεστωτικές αντιλήψεις και θα αναδείξουν το ευέλικτο αντάρτικο των πολιτών και φυσικά των πολιτικών.
Όταν κάποιος – με όπλο την αρχηγική του νομιμοποίηση με δημοκρατικές διαδικασίες – στέκεται σε κατάσταση αυτοπεριστροφής, με κύκλο στερεότυπα που δεν αφορούν στον κόσμο των θεσμών και της κοινωνίας, δεν μπορεί παρά να είναι υπό τις τωρινές συνθήκες ένας ανίσχυρος, οχυρωμένος με χαρτί κουζίνας, δημοκράτης αρχηγός.
Όταν ο άλλος αδυνατεί να συλλάβει πως το διακύβευμα δεν είναι το παλαιό κόντρα στο νέο, αλλά η με κάθε κόστος επαναφορά στην αστική δημοκρατική κανονικότητα, τότε οι κινηματικές προσλαμβάνουσές του δεν μπορεί παρά να είναι λειψές – κι ας ευαγγελίζεται τον αστικό κινηματικό χαρακτήρα του φορέα του.
Όταν η δημόσια συζήτηση επιστρέφει – ως μη ώφειλε, σήμερα – στις διαφορές κοινωνικών αντιδημοκρατικών ρευμάτων, που η ιστορική διαχρονία ξέβρασε στα σημειωματάρια των ιστοριογράφων, τότε ως πολίτες έχουμε ζήτημα κατανοήσεως της αθλιότητάς μας.
Στην εποχή λίγο πριν από την έλευση του Βενιζέλου και του Στρατιωτικού Συνδέσμου, αλλά και αργότερα, υπήρχαν είτε χρήσιμοι πολιτικοί απόγονοι του Τρικούπη ή του Κουμουνδούρου, είτε φερέλπιδες όπως ο Παπαναστασίου, ο Μιχαλακόπουλος, ακόμα δε και ο Γούναρης στα ξεκινήματά του. Όμως κανένας δεν συγκράτησε και συγκρότησε το διακύβευμα της παρηκμασμένης και μικρής Ελλάδας, όπως ο Θερισιώτης επαναστάτης.
Σήμερα δεν αρκεί η δημοκρατική αρχηγία των φορέων, απαιτείται η συνέγερση από αυτόν που θα μυριστεί από τους άλλους ως ηγέτης και θα νομιμοποιηθεί με τη δημοκρατική ψήφο.
Ο εθνικός σχεδιασμός και η όδευση προς την κανονικότητα, επιτρέπει – και πώς άλλωστε – τις διαφορετικότητες, δεν επιτρέπει όμως τις δοξασίες του διχαστικού παρελθόντος. Το παρελθόν διχάζει και ξαναδιχάζει, λέει ο Ράμφος, όταν δεν έχει τα χαρακτηριστικά του σηματωρού τού μέλλοντος και του γρήγορου παρόντος.
Ο ηγέτης ο νόμιμος, ο δημοκράτης, πρέπει να έχει ένα κύριο χαρακτηριστικό, όπως τονίζει ο Βέμπερ: την αυτοθυσιαστική διάθεση κατά τη διόδευση του προγραμματισμού εθνικού σχεδιασμού. Χωρίς ισχυρή Πολιτεία, ισχυρό έθνος με διπλωματική επάρκεια, δεν μπορεί να υπάρξει.
ΥΓ. Μερικές φορές ακούω τις τζάμπα μαγκιές των στερεοτύπων μειδιώντας… Η επομένη των εκλογών είναι αλλιώτικη από την προηγουμένη, έλεγε ο σοφός Φρανσουά της Γαλλίας – ο παλιός , όχι ο τωρινός. Τις καχεκτικές δημοκρατίες τις διακονούν, εκουσίως ή ακουσίως, ασθενείς καχεκτικές αρχηγίες… Σύντομα θα χρειαστούν ευρηματικές ηγεσίες, αν φυσικά γίνουν κάποτε εκλογές.