Η ισχυρή αυτοδυναμία της ΝΔ (Και η επίλυση εκκρεμοτήτων από το 1989- 90)

Δημήτρης Καλουδιώτης 03 Ιουλ 2019

Στις  επτά Ιουλίου  κλείνει όντως ένας ιστορικός κύκλος . Όλες οι πολιτικές δυνάμεις  (ως πολιτικά ρεύματα) κυβέρνησαν τη χώρα . Στη μεγάλη διάρκεια οι συστεμικές πολιτικές δυνάμεις, Κεντροδεξιά- Κεντροαριστερά, υπό τη πίεση της κομμουνιστικής και κομμουνιστογενούς Αριστεράς, το Σύριζα   ο οποίος και κυβέρνησε , ως εφεδρεία της μεταπολίτευσης, την τελευταία πενταετία της κρίσης.  Ταυτόχρονα με την άνθιση του ανισυστεμισμού στον ακροαριστερό  και ιδιαίτερα  στον ακροδεξιό χώρο.

Βέβαια η κάθε χώρα της Ευρωπαϊκής Ένωσης επηρεάζεται από  τις γενικές εξελίξεις στον ευρωπαϊκό χώρο αλλά ταυτόχρονα ακολουθεί την ιδιαίτερη  εθνική διαδρομή που την χαρακτηρίζει. Παράλληλα σε κάθε πολιτική αναμέτρηση όπως αυτή των εκλογών βαίνουν προς επίλυση βασικά προβλήματα αλλά φυσικά κάποια θα παραμείνουν ανοικτά, υπενθυμίζοντας μας ότι η πολιτική λύνει προβλήματα αλλά δεν είναι θρησκευτικό κίνημα να τα «λύνει»  όλα εις τας αιωνίους μονάς…

Οι εκλογές λοιπόν φαίνεται να δίνουν στην κεντροδεξιά παράταξη στη ΝΔ τη δύναμη, αυτοδύναμα, να  επαναφέρει την χώρα σε τροχιά κανονικότητας. Η ενίσχυση  με όρους αυτοδυναμίας  της παράταξης είναι επί θύραις. Επιτεύχθηκε από όταν την ηγεσία της ΝΔ ανέλαβε ο Κυριάκος Μητσοτάκης, με την εισαγωγή δυνάμεων από την κοινωνία. Ήδη έχει διαμορφωθεί  αξιόλογη συγκέντρωση,  περί αυτόν, και φιλελεύθερων κεντρώων ,  δυνάμεων με όρους μιας νέας ηγεμονίας με διάρκεια , για πρώτη φορά στη χώρα. Ουσιαστικά η ισχυρή αυτοδυναμία της ΝΔ είναι το κεντρικό ερώτημα-δίλημμα που θέτουν αυτές οι εκλογές.

Το δεύτερο ζητούμενο είναι η τύχη του άλλου παραδοσιακά  πόλου του δικομματικού μας συστήματος , του ΚΙΝΑΛ με την νέα του ονομασία. Στον ευρύτερο χώρο της λεγόμενης Κεντροαριστεράς  δοκιμάστηκαν δύο , σχηματικά μιλώντας, κατευθύνσεις. Η πρώτη όπως την διαμόρφωσε ο Α. Παπανδρέου, ως πολιτικό ηγεμονικό παράδειγμα με κύρια αντίθεση την αντιδεξιά  ως «σύγκρουση δύο κόσμων»  την οποία ο Α. Τσίπρας την εξακόντισε ως το «ή τους τελειώνουμε ή μας τελειώνουν». Αλλά και η εκσυγχρονιστική κατεύθυνση, υπό τον Κώστα Σημίτη, ως προσαρμογή στην ευρωπαϊκή κανονικότητα  στην οποία οι αντιθέσεις των πολιτικών δυνάμεων δεν είχαν το χαρακτήρα «εμφυλίου χαμηλής έντασης».  Την κατεύθυνση αυτή επίσης υπηρέτησε με (και θεωρητική)συνέπεια ο Ε. Βενιζέλος  στην συνεργασία του  με τις κυβερνήσεις Παπαδήμου και Σαμαρά επαναφέροντας την φιλοσοφία Σημίτη. Αν και σε προηγούμενες φάσεις στήριζε την άποψη Α. Παπανδρέου.

Εν τέλει η  πολιτική που κυριάρχησε προεκλογικά στην ηγεσία του ΚΙΝΑΛ επαναφέρει τις λογικές Α. Παπανδρέου δηλαδή  της προηγούμενης ιστορικής  φάσης. Οι εκλογές θα κρίνουν αυτή την επαναφορά θέτοντας έντονα το πρόβλημα ταυτότητας στο χώρο. Και ίσως θα δώσουν χρόνο για την δημιουργία νέας προοπτικής στην ιστορική Κεντροαριστερά με τους όρους της φιλελεύθερης  οπτικής  που αναδύεται στη χώρα μας.

Το τρίτο ερώτημα,  φαίνεται ότι αφορά την ολοκλήρωση μιας εποχής που ξεκίνησε  στην υπόλοιπη Ευρώπη το 89-90, και στην οποία θα κριθεί η  πορεία του ΚΚΕ και της «ριζοσπαστικής» κομμουνιστογενούς Αριστεράς, του Σύριζα. Δεν είναι τυχαία  η μεγάλη πτώση του ΚΚΕ η οποία το φέρνει ξανά στα όρια της επιβίωσης. Και ότι αυτό συμβαίνει με την διαφαινόμενη παράλληλη δεύτερη  μεγάλη ήττα του Σύριζα.

Πολλοί αναλυτές ψάχνουν τους όρους των εξελίξεων, στα ποσοστά  των εκλογών  και στις προσωπικές δυνατότητες του Α. Τσίπρα. Ιδιαίτερα εκείνοι  που του αναγνώριζαν υπερτιμημένες ηγετικές ικανότητες οι οποίες αμέσως μετά την πρώτη  του ήττα, στις  ευρωεκλογές ,έχουν τεθεί υπό ευρεία αμφισβήτηση.

Άλλωστε η συγκέντρωση δυνάμεων περί το Σύριζα και τον Τσίπρα είναι περισσότερο συγκυριακές παρά εκφράζουν ένα νέο μπλοκ κοινωνικών και πολιτικών δυνάμεων[1]. Οι ιδεολογικές και πολιτικές προτάσεις που προέρχονται από αυτή την Αριστερά δεν έχουν πια ακτινοβολία σε συνθήκες στοιχειώδους κανονικότητας. Και η μεταστοιχείωσή τους σε μια ξεθυμασμένη σοσιαλδημοκρατία είναι εκτός πάσης πραγματικότητας.

Εμείς θα λέγαμε ότι οι εκλογές αυτές οδηγούν στην διαμόρφωση και στη χώρα μας συνθηκών προσαρμογής που, με την πτώση του υπαρκτού σοσιαλισμού, επικράτησαν τριάντα χρόνια πριν στην κεντρική και βόρεια κυρίως Ευρώπη και λιγότερο στην Μεσογειακή. Ο περιορισμός δηλαδή των προερχομένων από την κομμουνιστική παράδοση πολιτικών δυνάμεων στο περιθώριο του πολιτικού συστήματος. Η δική μας εκτίμηση κινείται περισσότερο  πως μετά την 7η Ιουλίου  και οι αντίστοιχες πολιτικές  δυνάμεις της χώρας μας  θα περάσουν σε μια διαρκή κρίση  περιθωριοποίησής τους  . Ότι δεν συνέβη το 1989-90  θα το παρακολουθήσουμε να συμβαίνει στην προσεχή πολιτική περίοδο.

Συνυφασμένο αλλά και αντιφατικό, με την τύχη του Σύριζα και του ΚΚΕ, είναι το μέλλον του αντισυστεμισμού στα άκρα της Δεξιάς και της Αριστεράς.  Το κατά πόσο δηλαδή   θα περιοριστούν εκτός του κοινοβουλίου οι δυνάμεις των ΜΕΡΑ 25 , της Κωνσταντοπούλου αλλά και της Χρυσής Αυγής , του Βελόπουλου, του Λεβέντη κλπ. Ο βαθμός επιτυχίας ή αποτυχίας αυτών των δυνάμεων θα είναι ίσως δείκτης ωριμότητας και κανονικότητας στον οποίο εισέρχεται η χώρα μας.

Φυσικά οι αναμενόμενες αυτές εξελίξεις δεν παρά προοπτικές μιας χώρας που με την τραυματική εμπειρία μιας δεκαετίας επανέρχεται. Άλλωστε πάντα,  ιδιαίτερα στον πολιτικό κύκλο, καθυστερεί  κατά κάποιες χρονικές αποστάσεις από τον ευρωπαϊκό . Ενώ ως προς τον κοινωνικό κύκλο, αυτόν της λαϊκίστικης διαμαρτυρίας,  οι άλλες χώρες τώρα εισέρχονται(κίτρινα γιλέκα) ή βρίσκονται στο μέσον (Ιταλία κλπ) στη δική μας  έχει ολοκληρωθεί και μας επιτρέπει την αισιοδοξία να ελπίζουμε ότι μπορούμε όντως να επιδιώξουμε την νέα (ευρωπαϊκής ακτινοβολίας) κανονικότητα.

 

[1]  Υπάρχουν εξαιρετικές αναλύσεις όπως αυτή του Γιάννη Μαυρή ως προς τις εξελίξεις στο Σύριζα ανάλογες με τις δικές μας . Η διαφωνία μου με αυτές τις αναλύσεις , όπως και με τις ανάλογες του Ν. Μαρατζίδη είναι ακριβώς  ότι το κοινωνικό μερί τον Τσίπρα μπλόκ  δυνάμεων ποτέ και πριν το δημοψήφισμα του 15 αλλά και με το σημερινό εκλογικό ποσοστό δεν είχε συνοχή και δεν θα έχει αντοχή σε συνθήκες  «κανονικότητας» της χώρας μας.