Η ιδιαιτερότητα της Ελλάδας

Παναγιώτης Ιωακειμίδης 24 Αυγ 2012

Φαίνεται ότι, σταθερά και επικίνδυνα, τείνει να εδραιωθεί στην Ευρώπη η πεποίθηση ότι η Ελλάδα είναι μια «ιδιαίτερη, ξεχωριστή περίπτωση». Η κρίση μπορεί να έχει πλήξει και άλλες χώρες – μέλη της ευρωζώνης, να επεκτείνεται και σε ακόμη περισσότερες, να έχει προσλάβει συστημικές διαστάσεις απειλώντας την ίδια την ύπαρξή της οικονομικής ένωσης, ωστόσο η κρίση στην Ελλάδα αντιμετωπίζεται ως εντελώς ειδική περίπτωση. Κατά την ανάγνωσή τους, η χώρα δεν θέλει και δεν μπορεί να βγει από την κρίση, γιατί άλλα λέει, άλλα υπόσχεται και άλλα πράττει – και διότι, αντίθετα με άλλες περιπτώσεις, η κρίση στην Ελλάδα έχει βαθύτερες ρίζες που εκτείνονται πέρα από την οικονομία. Η χώρα θεωρείται βαθύτατα αναξιόπιστη. Εκτιμάται λοιπόν από πολλούς ότι δεν μπορεί και δεν θα μπορέσει ούτε στο μέλλον να λειτουργήσει ως «κανονικό μέλος» της ευρωζώνης (εφόσον βέβαια η ευρωζώνη επιβιώσει), ως εκ τούτου η καλύτερη επιλογή θα ήταν η αποχώρηση/αποβολή της χώρας από την ΟΝΕ. Ολα αυτά μπορεί να αποτελούν εύκολες προσεγγίσεις μιας εξαιρετικά περίπλοκης περίπτωσης. Οπωσδήποτε, η αποβολή της χώρας από την ευρωζώνη δεν θα απαντούσε στο πρόβλημα. Αντίθετα, θα καθιστούσε την Ελλάδα ακόμα «πιο ιδιαίτερη» περίπτωση, ενώ θα οδηγούσε ενδεχομένως και την ευρωζώνη σε απρόβλεπτες περιπέτειες αποσύνθεσης.

Είναι, όμως, όντως η Ελλάδα «ιδιαίτερη περίπτωση»; Καταρχάς, να σημειώσουμε ότι κάθε χώρα συνιστά ιδιαίτερη περίπτωση, κάθε έθνος – κράτος έχει ξεχωριστή ταυτότητα, κουλτούρα, ιστορία, αντιλήψεις, εννοιολογήσεις για τη θέση και τον ρόλο του στο διεθνές σύστημα. Η Ευρωπαϊκή Ενωση αναγνωρίζει επίσημα και θεσμικά αυτήν την ιδιαιτερότητα των κρατών – μελών και η αναγνώριση αυτή αποτυπώνεται στη φράση: «ενότητα στην ποικιλομορφία». Η πολιτική της Ενωσης, μάλιστα, στοχεύει στη διατήρηση ή και στην ενίσχυση της ποικιλομορφίας, όσο, ταυτόχρονα, επιχειρείται η διάπλαση της ευρωπαϊκής ταυτότητας. Είναι η θετική, η δημιουργική διάσταση της ιδιαιτερότητας που κάθε χώρα μέλος της Ενωσης ενδιαφέρεται και οφείλει να διαφυλάξει, ως εθνική ταυτότητα.

Παράλληλα όμως με την ιδιαιτερότητα, η ΕΕ «απαιτεί» την αποδοχή, τον σεβασμό και την εφαρμογή απ’ όλα τα κράτη μέλη μιας δέσμης κοινών αξιών, κανόνων και ρυθμίσεων. Οι αξίες και οι κανόνες αυτοί αφορούν ουσιαστικά τη λειτουργία του δημοκρατικού συστήματος, την οικονομία της αγοράς και την εφαρμογή του συνόλου των ρυθμίσεων για τη λειτουργία της Ενωσης και των πολιτικών της (ενωσιακό κεκτημένο). Πρόκειται για τους κανόνες που η Ενωση εφαρμόζει και για την ένταξη νέων κρατών (γνωστούς και ως «κριτήρια της Κοπεγχάγης»). Μια χώρα – μέλος που εμφανίζεται να μη θέλει ή να μην μπορεί να αποδεχθεί, να σεβαστεί ή να εφαρμόσει τους κανόνες αυτούς, εκλαμβάνεται ως παθογενής, ως ιδιαίτερη περίπτωση. Ετσι, από την άποψη αυτή, το Ηνωμένο Βασίλειο, λ.χ., συνιστά μια ιδιαίτερη περίπτωση, καθώς δεν θέλει να εφαρμόσει τμήματα του «ευρωπαϊκού κεκτημένου» σε σειρά από τομείς (νομισματική ένωση, κοινωνικός τομέας, περιβάλλον, εργασιακές σχέσεις…).

Στη λογική αυτή, η ιδιαιτερότητα της ελληνικής περίπτωσης πηγαίνει ακόμη βαθύτερα και έχει ως αφετηρία το φαινόμενο του «ελληνικού εξαιρετισμού» – την τάση δηλαδή να θεωρούμε ότι η Ελλάδα είναι περιούσια χώρα, το κέντρο του παγκόσμιου συστήματος που, ενώ όλοι οφείλουν να στηρίζουν, οι περισσότεροι συνωμοτούν για τη… διάλυσή του. Στο πεδίο της κρίσης, το εμφανές ιδιαίτερο στοιχείο που, αντίθετα με άλλες χώρες μέλη, στην Ελλάδα έχει παθολογικό χαρακτήρα, δεν εντοπίζεται μόνο στον οικονομικό/δημοσιονομικό τομέα, αλλά περιλαμβάνει το ευρύτερο κοινωνικό σύστημα, το πολιτικό σύστημα, την κοινωνική οργάνωση, το πολιτιστικό μόρφωμα. Το οικονομικό σύστημα «δεν παράγει», το πολιτικό σύστημα «δεν εφαρμόζει», το κοινωνικό σύστημα αντιδρά άνομα, ανορθολογικά και βίαια (π.χ. τραμπουκισμοί Υδρας). Ολα αυτά για τους Ευρωπαίους συμπυκνώνονται σε μια διαπίστωση: η Ελλάδα δεν θέλει και δεν μπορεί να προσαρμοστεί. Αυτό προσλαμβάνεται ως το πλέον ισχυρό σύμπτωμα της ιδιαιτερότητας.

Διατυπώνεται βεβαίως η άποψη ότι δεν υπάρχει τίποτα το ιδιαίτερο στην ελληνική κρίση. Αυτό που συμβαίνει στην Ελλάδα είναι ουσιαστικά εκδήλωση της γενικότερης κρίσης της ευρωζώνης και τίποτα περισσότερο. Πρόκειται για εύκολη και βολική άποψη που στην αφετηρία της εκφράζει μια άλλη εκδοχή της ιδιαιτερότητάς μας – τη μετάθεση της ευθύνης μας «στους απ’ έξω». Βεβαίως η ελληνική κρίση έχει την «ευρωπαϊκή της διάσταση», πτυχές που έχουν οξυνθεί από τα ελλείμματα, τις ανισορροπίες της ευρωζώνης αλλά και από τα λάθη, τις παραλείψεις και τη βραδύτητα των ηγεσιών στη διαχείριση της κρίσης. Πολλά πράγματα στην Ελλάδα θα ήσαν διαφορετικά και καλύτερα εάν οι ευρωπαϊκοί θεσμοί, οι ευρωπαϊκές ηγεσίες είχαν αντιδράσει έγκαιρα και αποφασιστικά. Αλλά η κρίση είναι made in Greece. Και αποτελεί ευθύνη της Ελλάδας το ξεπέρασμά της (με οποιαδήποτε συνδρομή από την Ενωση), καθώς και η ακύρωση του στερεότυπου της «ιδιαιτερότητας»…

Ο Π.Κ. Ιωακειμίδης είναι καθηγητής Ευρωπαϊκής Πολιτικής στο Πανεπιστήμιο Αθηνών