Δεν ήταν τόσο για την ΕΡΤ. Ήταν η περίφημη Πράξη Νομοθετικού Περιεχομένου, με την οποία εξουσιοδοτήθηκαν Υπουργοί να καταργήσουν την ΕΡΤ –μια αξιοθρήνητη μίμηση του Ermachtigungsgesetz, του διαβόητου εξουσιοδοτικού νόμου με τον οποίο η ελεγχόμενη από τους Ναζί βουλή, με την σύμπραξη και άλλων «υπευθύνων» κομμάτων, όχι όμως των σοσιαλδημοκρατών, εξουσιοδότησε στις 24 Μαρτίου 1933 τον Χίτλερ να αποφασίζει ό,τι θέλει. Ελεγχόμενη, μπροστά σε δεινότατα διλήμματα και σε μέγα κοινωνικό χάος, χωρίς τους ήδη απαγορευμένους κομμουνιστές, αλλά η βουλή: όχι ένα τμήμα της κυβέρνησης που ως προς την έκδοση της εξουσιοδοτικής Πράξης δεν απηχούσε την κοινοβουλευτική πλειοψηφία.
Η Πράξη ήταν περιττή: Ο ν. 4002/2011 επιτρέπει ρητά την κατάργηση της ΕΡΤ, με απόφαση των ίδιων Υπουργών που τελικώς την κατάργησαν, με παράλληλη αντικατάστασή της όμως από νέο δημόσιο ραδιοτηλεοπτικό φορέα και διατήρηση μόνον του αληθινά αναγκαίου προσωπικού. Χωρίς την υποστολή της εθνικής ραδιοτηλεοπτικής μας σημαίας όμως, δηλαδή χωρίς το –και παράνομο κατά το Συμβούλιο της Επικρατείας- σκοτεινό πέπλο. Ο νόμος προβλέπει πάνω-κάτω αυτό που τελικά πάει να γίνει. Τότε γιατί η Πράξη;
Ο Προκόπης Παυλόπουλος παρατήρησε ότι «αυτοί που εισηγήθηκαν στον Πρωθυπουργό να κλείσει την ΕΡΤ και να την ανοίξει τον Σεπτέμβριο έπρεπε πρώτα να έχουν διαβάσει το Σύνταγμα». Μάλλον είχαν διαβάσει το Σύνταγμα, και το αγνόησαν. Αντ΄ αυτού επιχείρησαν ένα αφελές, εξαιρετικά επικίνδυνο όμως, θεσμικό πραξικόπημα της πυτζάμας. Με colpo redicolo που σε φαντασίωση ισχύος το πέρασαν για colpo grosso παγίδευσαν τον Πρωθυπουργό στην μέση μιας δύσκολης, αλλά ανοδικής πορείας της χώρας, παγίδευσαν την Νέα Δημοκρατία σε μία πρακτική που δεν της αξίζει, παγίδευσαν την κυβέρνηση σε μία κατάσταση που δεν προκάλεσε αυτή και λίγο έφθασε να παγιδεύσουν την χώρα στην ηλιθιωδέστερη εκλογική μάχη της ιστορίας της, παρ΄ ολίγο δε και την Ευρώπη με ένα θεσμικό Σεράγιεβο. Ευτυχώς σκόνταψανε. Όλοι οι άλλοι έδειξαν την ωριμότητα που τους αναλογεί: η ίδια η Νέα Δημοκρατία, αμήχανα και επώδυνα, απέρριψε πρακτικό το αποτέλεσμα του θεσμικού pronunciamento (αυτό σημαίνουν οι δραματικές διαδεχόμενες μεταβολές των προτάσεών της για την ΕΡΤ), το ΠΑΣΟΚ συνέπραξε στον σχηματισμό κυβέρνησης, ο ΣΥΡΙΖΑ δεν υπέβαλε πρόταση μομφής ούτε –και ιδίως- κατά την κορύφωση της κρίσης, η ΔΗΜΑΡ συνόδευσε την αποχώρησή της από την κυβέρνηση με την ρητή δήλωση του αρχηγού της ότι η ίδια δεν θα οδηγήσει την χώρα σε εκλογές. Επίσης, το Συμβούλιο της Επικρατείας απέκρουσε το τυχοδιωκτικό εγχείρημα.
***
Νομίζω –ελπίζω- η ΔΗΜΑΡ να αποχώρησε επειδή δεν έγινε δεκτή μία λύση που θα ήρε, και συμβολικά, τα αποτελέσματα του pronunciamento και θα έφερνε την αναδιάρθρωση της ΕΡΤ, περιλαμβανομένων μείωσης προσωπικού και ενδεχόμενης μετονομασίας της, με συμφωνημένη πρόταση λύσης, στον φυσικό της χώρο, δηλαδή την βουλή και την κυβέρνηση. Ο Πρωθυπουργός δεν δέχθηκε την πολιτικά και δημοκρατικά επιβαλλόμενη αναδίπλωση των ανθρώπων που τον παρέσυραν «να την πατήσει». Είχε ο Πρωθυπουργός διεξόδους, ευπρεπέστατες: την σοφότερη την έδωσε το ΣτΕ, μια άλλη μπορούσε να δώσει η βουλή. Ο Κουβέλης δεν δέχθηκε να μείνει κάτι, ο,τιδήποτε, όρθιο από το θεσμικό πραξικόπημα: μετά τα pronunciamenta έρχονται πραξικοπήματα (όχι αναγκαστικά στρατιωτικά), και μετά τα πραξικοπήματα συμφορές –πάντα. Η άρνηση του Πρωθυπουργού και του Αρχηγού του ΠΑΣΟΚ δεν άφηνε περιθώρια: Κάποιος έπρεπε να πει όχι –και το είπε.
***
Από την ΔΗΜΑΡ περιμένω όχι «δημιουργική» κ.λπ. αντιπολίτευση αλλά καθαρή κοινοβουλευτική στήριξη στην ευρωπαϊκή κατεύθυνση ανασύνταξη της ελληνικής κοινωνίας, πολιτείας και οικονομίας που ανέδειξε το εκλογικό αποτέλεσμα του Ιουνίου 2012 –προσοχή: σε αυτήν την κατεύθυνση, όχι στον ενορχηστρωμένο από όποια κυβερνητικά πρόσωπα και πρακτικές εκφυλισμό της. Και ανοικτό διάλογο με όλους όσοι συζητούν σοβαρά σε μια ευρωπαϊκή προοπτική.
Κάτι ακόμη: σήμερα η πραγματικά αποτελεσματική αντιπολίτευση δεν βρίσκεται, στα αντιπολιτευόμενα βουλευτικά έδρανα, αλλά σε εχθρούς ντυμένους φίλους, χωμένους στο βαθύ ελληνικό κράτος υπό υπουργική σκέπη ή ανοχή. Προσωπικά λοιπόν, οι Αντώνης Μανιτάκης, Αντώνης Ρουπακιώτης, Φωτεινή Σκοπούλη και Θόδωρος Παπαθεοδώρου και συλλογικά η κοινοβουλευτική ΔΗΜΑΡ έχουν πολιτική ευθύνη απέναντι στον ελληνικό λαό να καταδείξουν, με συγκεκριμένα στοιχεία, ότι δεν ήταν αυτοί τα εμπόδια στην αναγεννητική ορμή της κυβέρνησης, αλλά ότι εμποδίστηκαν, και να πουν από ποιούς, από τι, πότε, πως, γιατί. Αν δεν το πράξουν δεν δικαιώνουν την θητεία τους, δικαιώνουν τον ενορχηστρωμένο θόρυβο ιδιοτελών δημοσιογραφικών και άλλων υπαλλήλων συμφερόντων, και –κυρίως- την απογοήτευση και οργή αληθινών φίλων, που είδαν στη κυβερνητική ΔΗΜΑΡ προοπτικές προόδου και όχι έρμα οπισθοδρόμησης.