Η κρίση ζητάει απόκριση: η Ευρώπη πρέπει να αποφασίσει τώρα για το μέλλον της. Ο κόσμος που θα διαμορφωθεί μετά την κρίση, δεν θα είναι ο ίδιος με αυτόν που ήταν πριν, και η Ευρώπη δεν θα είναι η Ευρώπη που ξέραμε.
.
Κάθε κρίση είναι ένας κόμβος. Ακριβέστερα, ίσως, μια διαδοχή από κόμβους: μία μετά την άλλη οι επιλογές, οδηγούν από σταυροδρόμι σε σταυροδρόμι, σε μια νέα λεωφόρο, ενδεχομένως, ή σε ένα αδιέξοδο που δεν καταφέραμε να προβλέψουμε. Καμιά φορά οδηγούν στο γκρεμό. Η Ευρωπαϊκή Ένωση, κάνει τέτοιες κομβικές επιλογές τα τελευταία χρόνια. Είναι αναγκασμένη να κάνει κι άλλες στο άμεσο μέλλον, και το τι θα βρει μπροστά της όταν θα πάρει την τελευταία στροφή, δεν είναι ακόμη δυνατό να το προβλέψει κανείς.
.
.
Η Ευρώπη έχει βρεθεί κι άλλες φορές στην ιστορία της σε διασταυρώσεις όπου μία από τις επιλογές της ήταν η ευθεία προς την πολιτική ένωση. Μέχρι στιγμής δεν αποφάσισε ποτέ να πάρει αυτήν την ευθεία, φρόντιζε όμως να διαλέγει παράδρομους που την κρατούσαν πάντα κοντά της, λίγο-πολύ σε παράλληλη πορεία, ελπίζοντας ότι θα βρεθεί την κατάλληλη στιγμή στην κατάλληλη διακλάδωση για να γίνει η ιστορική στροφή. Είναι πιθανό η παρούσα κρίση να είναι αυτή που θα φέρει την Ευρώπη μπροστά στο δίλημμα να πάρει τον μονόδρομο της ενοποίησης, ή να κάψει αυτήν την επιλογή, τουλάχιστον για το ορατό μέλλον.
.
.
Ιστορικά, η προσέγγιση της διαδικασίας ευρωπαϊκής ενοποίησης γίνεται από τρεις βασικές οπτικές γωνίες:
.
.
- Μία «ρεαλιστική» ή «νεορεαλιστική» σχολή, σύμφωνα με την οποία οι πανευρωπαϊκοί θεσμοί δεν έχουν επί της ουσίας μεταβάλλει τις διακρατικές σχέσεις και την άσκηση διακρατικής πολιτικής – απλώς έχουν παράσχει ένα νέο πλαίσιο, εντός του οποίου τα κράτη μέλη εξακολουθούν να επιδιώκουν τα επί μέρους συμφέροντά τους. Πιο πρόσφατα, η τάση της φιλελεύθερης διακυβερνητικής προσέγγισης επιχειρεί να εξηγήσει τη συμπεριφορά των μελών στο ευρωπαϊκό πλαίσιο με βάση τους εσωτερικούς, τοπικούς πολιτικούς συσχετισμούς.
.
- Η νέο-φονξιοναλιστική ή νεολειτουργική τάση, εστιάζει στη δυναμική που δημιουργείται από την επιτυχή πρακτική λειτουργία των ευρωπαϊκών θεσμών – μία αυτοτροφοδοτούμενη κεντρομόλο τάση στενότερης συνεργασίας και εμπέδωσης του κοινοτικού κεκτημένου.
.
- Η φεντεραλιστική ή ομοσπονδιακή οπτική, η οποία βλέπει τη διαδικασία της ευρωπαϊκής ενοποίησης ως μία –λιγότερο ή περισσότερο συντεταγμένη– πορεία που καταλήγει στην υπέρβαση του εθνικού κράτους και στη συγκρότηση υπερεθνικών, αντιπροσωπευτικών θεσμών διακυβέρνησης σε ευρωπαϊκό επίπεδο (πολιτική ένωση).
.
.
.
Η Συνθήκη του Μάαστριχτ αποτέλεσε ένα κρίσιμο βήμα μεταφοράς σημαντικών όψεων της εθνικής κυριαρχίας σε ευρωπαϊκό επίπεδο (νομισματική, δημοσιονομική πολιτική). Η κρίση του ευρώ έθεσε εν αμφιβόλω τη βιωσιμότητα της ιδιότυπης, ημιτελούς ένωσης και ενίσχυσε φυγόκεντρες δυνάμεις που ήδη είχαν αρχίσει να εμφανίζονται ως αντίδραση στην παραχώρηση εθνικών εξουσιών. Παράλληλα, η ηγεσία της ΕΕ επιχειρεί να αντιμετωπίσει την κρίση αναθεωρώντας και εμπλουτίζοντας το θεσμικό οπλοστάσιο της Ένωσης, δημιουργώντας έτσι νέα δεδομένα που αναμφίβολα θα επηρεάσουν τη δρομολόγηση των εξελίξεων για το μέλλον της Ευρώπης. Συνοπτικά:
.
.
- Ευρωπαϊκό Σύστημα Χρηματοπιστωτικής Εποπτείας, με σκοπό τη διάγνωση, αποτροπή και διαχείριση κινδύνων και την ενοποίηση των ευρωπαϊκών και εθνικών πλαισίων εποπτείας (σε αυτό περιλαμβάνεται η Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών και το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Συστημικού Κινδύνου).
.
- Ευρωπαϊκός Μηχανισμός Σταθερότητας (ο περίφημος ESM).
.
- Το Ευρωπαϊκό Εξάμηνο, μια ετήσια διαδικασία συντονισμού των οικονομικών πολιτικών.
.
- Το «Εξάπτυχο» (Six Pack): νομοθετικές πρωτοβουλίες που αποβλέπουν στην ενίσχυση του Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης και στη διάγνωση και έγκαιρη αντιμετώπιση μακροοικονομικών ανισορροπιών.
.
- Το Σύμφωνο για το Ευρώ + (Euro Plus Pact), με στόχους: .
.
- Ενίσχυση της βιωσιμότητας των δημόσιων οικονομικών
.
- Ενίσχυση της χρηματοπιστωτικής σταθερότητας
.
- Προώθηση της απασχόλησης
.
- Προώθηση της ανταγωνιστικότητας
.
.
.
- Το «Δίπτυχο» (Two Pack): προτάσεις της Επιτροπής για την ενίσχυση της δημοσιονομικής εποπτείας και του δημοσιονομικού συντονισμού στη ζώνη του ευρώ (ουσιαστικά θα θεσμοθετήσει την εποπτεία της Ευρωπαϊκής Ένωσης στην κατάρτιση των εθνικών προϋπολογισμών).
.
- Συνθήκη για τη Σταθερότητα, το Συντονισμό και τη Διακυβέρνηση στην Οικονομική και Νομισματική Ένωση (η «δημοσιονομική συνθήκη»).
.
- Τον περασμένο Ιούνιο, ο Βαν Ρόμπαϊ, σε συνεργασία με τους Μπαρόζο, Γιουνκέρ και Ντράγκι, εξέδωσε την έκθεση «Προς μία Ουσιαστική Οικονομική και Νομισματική Ένωση», η οποία προσδιορίζει τέσσερα δομικά στοιχεία ενός πλαισίου ενοποίησης για την επόμενη δεκαετία: .
.
- Ενοποιημένο χρηματοοικονομικό πλαίσιο
.
- Ενοποιημένο δημοσιονομικό πλαίσιο
.
- Ενοποιημένο πλαίσιο οικονομικής πολιτικής
.
- Δημοκρατική νομιμοποίηση και λογοδοσία
.
.
.
- Το Συμβούλιο του Ιουνίου ζήτησε επιτάχυνση των διαδικασιών για την κεντρική εποπτεία των τραπεζών στη ζώνη του ευρώ.
.
- Τον Σεπτέμβριο, ο Ντράγκι ανακοινώνει το πρόγραμμα Οριστικών Νομισματικών Συναλλαγών (αγοράς ομολόγων με ανοιχτό ορίζοντα).
.
.
Η κατεύθυνση των επιλογών είναι σαφώς προς περισσότερη ενοποίηση και συγκέντρωση αρμοδιοτήτων σε υπερεθνικό επίπεδο, αλλά ταυτόχρονα, οι μέχρι τώρα χειρισμοί είναι κυρίως διακυβερνητικού, παρά «κοινοτικού» χαρακτήρα – η ανάγκη για ευελιξία εν όψει της κρίσης σε συνδυασμό με την ανεπάρκεια του υπάρχοντος θεσμικού πλαισίου, έδωσαν την πρωτοβουλία των κινήσεων στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο και στις συνόδους κορυφής της ευρωζώνης. Μάλιστα, για ένα διάστημα τουλάχιστον, διαμορφώθηκε ένα ιδιότυπο κέντρο διαχείρισης της κρίσης και χάραξης πολιτικής στον άξονα Βερολίνου-Παρισιού.
.
Οι ad hoc διευθετήσεις που έχουν προκύψει, είναι ακριβώς εκείνες που θέτουν επιτακτικά το ζήτημα μιας κρίσιμης στρατηγικής επιλογής για το μέλλον του ευρωπαϊκού πειράματος. Οι θεσμικές δομές που είχαν διαμορφωθεί προ κρίσης, αποδείχτηκαν ελλιπείς και έχουν τροποποιηθεί ή συμπληρωθεί με σταδιακές προσθήκες πρωτογενούς και παράγωγης νομοθεσίας, καθώς και διακρατικών συνθηκών. Πολλές από αυτές άπτονται θεμελιωδών θεσμικών ζητημάτων και φαίνονται να σηματοδοτούν μια διάθεση μακροπρόθεσμου στρατηγικού σχεδιασμού από μέρους της ευρωπαϊκής ηγεσίας. Ταυτόχρονα, όμως, ο Μπαρόζο μίλησε στο Ευρωκοινοβούλιο τον περασμένο Ιούλιο, για «σημαντική αντίσταση σε περαιτέρω βήματα προς τα εμπρός».
.
Είναι φανερό, επομένως, ότι βρισκόμαστε εμπρός σε κρίσιμες επιλογές. Η Ένωση θα πρέπει να αποφασίσει αν θα συνεχίσει να διαχειρίζεται την κρίση αρκούμενη στο υπάρχον θεσμικό πλαίσιο και αξιοποιώντας τα περιθώρια νομικών ελιγμών που αυτό επιτρέπει, ανάλογα με την πορεία των εξελίξεων, ή αν θα προχωρήσει σε ένα γενναίο και αποφασιστικό βήμα –ακριβέστερα, άλμα– προς πιο ουσιαστική ενοποίηση. Η διακυβερνητική διαχείριση τείνει να εμπεδώσει εκ νέου στην Ευρώπη ένα modus operandi τύπου ισορροπίας δυνάμεων στη θέση του κοινοτικού κεκτημένου της ισότιμης συμμετοχής βάση θεσμικών κανόνων, καθώς από τη φύση της εκφράζει πολύ πιο άμεσα τους εκάστοτε συσχετισμούς πολιτικοοικονομικής ισχύος. Η επιλογή δεν είναι εύκολη, και αυτό έχει καταστεί πασιφανές τα τρία, βασανιστικά για την Ευρώπη, τελευταία χρόνια. Η κρίση έχει δημιουργήσει ένα ρεύμα εσωστρέφειας και έχει ανοίξει ψυχολογικά χάσματα μεταξύ κρατών και μεταξύ ομάδων κρατών. Η αλληλεγγύη των λαών της Ευρώπης, η οποία ήταν εύκολη όσο όλοι κάτι κέρδιζαν από τη συμμετοχή τους, τώρα εξανεμίζεται.
.
Ίσως το κλειδί για την υπέρβαση να βρίσκεται ακριβώς σε αυτήν την αντίληψη της κοινότητας συμφερόντων. Ας θυμηθούμε ότι η Ευρώπη έζησε μια μακρά διαδικασία ενοποίησης κατά το πέρασμα από τον προνεωτερικό κατακερματισμό στο νεωτερικό έθνος-κράτος, μια ενοποίηση που δεν ήταν φυσικά δεδομένη ή προδιαγεγραμμένη, αλλά συντελέστηκε υπό την πίεση μιας συγκεκριμένης ιστορικής δυναμικής, σε συνδυασμό με την απόκριση των ιστορικών υποκειμένων σε αυτήν. Στην έκβαση της διαδικασίας αυτής –όπου μικρότερες και μεγαλύτερες περιφέρειες, αυτόνομα ή ημιαυτόνομα πολιτικά μορφώματα, αλληλοεπικαλυπτόμενες ηγεμονίες συσσωματώνονται για να δημιουργήσουν ενιαία κράτη με την έννοια που τα γνωρίζουμε σήμερα– έπαιξε σημαντικό ρόλο η πεποίθηση ότι, στον νέο κόσμο που διαμορφωνόταν, οι επί μέρους περιοχές θα ήταν πολύ δύσκολο να επιβιώσουν, πόσο μάλλον να ευημερήσουν, οχυρωμένες στον τοπικισμό τους· ότι η ενσωμάτωση στο μεγάλο εθνικό κράτος θα περιόριζε μεν την αυτονομία τους, αλλά θα τους έδινε πρόσβαση σε πολιτική και οικονομική ισχύ που δεν θα μπορούσαν ποτέ να αποκτήσουν έξω από αυτό. Τηρουμένων των αναλογιών, οι σημερινοί Ευρωπαίοι πρέπει να αντιληφθούν ότι στον κόσμο του 21ου αιώνα, έναν κόσμο με ριζικά διαφορετική «γεωμετρία» από αυτόν του προηγούμενου αιώνα, ακόμη και τα μεγαλύτερα ευρωπαϊκά κράτη θα είναι το πολύ μεσαίου μεγέθους δυνάμεις, τα δε μικρότερα αμελητέας σημασίας στην παγκόσμια σκακιέρα. Η μόνη ελπίδα για να διατηρήσει η Ευρώπη έναν ρόλο στον αυριανό κόσμο, να προστατέψει τα κεκτημένα του πολιτικού και κοινωνικού της μοντέλου και να διασφαλίσει την ευημερία των πολιτών της, είναι η ενότητά της.[i]
.
Η πίστη των λαών της Ευρώπης στους θεσμούς της, διαβρώνεται σήμερα από την κρίση, καθώς οι μισοί δυσανασχετούν με τις οικονομικές θυσίες που απαιτεί η αλληλεγγύη προς τους εταίρους τους, ενώ οι άλλοι μισοί δυσανασχετούν διότι θεωρούν ότι ένα έλλειμμα αλληλεγγύης τους βυθίζει στη λιτότητα και στο οικονομικό αδιέξοδο. Δεν είναι προς το συμφέρον κανενός να παγιωθούν αυτές οι αντιλήψεις, που υποβιβάζουν την Ευρώπη σε έναν λογαριασμό τρεχουσών συναλλαγών, παραβλέποντας το μακροπρόθεσμο κοινό συμφέρον των κρατών και των λαών της και τον σημαντικό ρόλο που θα μπορούσε να παίξει διεθνώς ως παράγοντας θεσμικής και πολιτικής προόδου, συμβάλλοντας σε έναν πιο ανοιχτό, δημοκρατικό κόσμο.[ii]
.
.
Το βήμα του κάβουρα, το άλμα στο άγνωστο
.
Το πρόβλημα με την έως τώρα διαχείριση της κρίσης –ακόμη κι αν συμφωνήσει κανείς πως, έστω αργά και βασανιστικά, η ευρωπαϊκή ηγεσία στρέφεται προς τη σωστή κατεύθυνση για την υπέρβαση της– είναι ότι έχει δημιουργήσει ένα θεσμικό πλαίσιο που καθιστά την Ένωση ακόμη περισσότερο τεχνοκρατική και λιγότερο πολιτική. Αυτό ήταν ήδη ένα από τα προβλήματα που συνέβαλλαν στον σκεπτικισμό απέναντι στους ευρωπαϊκούς θεσμούς ακόμη και πριν από την κρίση. Ο κίνδυνος που διαφαίνεται ήδη είναι ότι, ενώ τεχνοκρατικά μπορεί να τεθούν οι βάσεις για την οικονομική ανάρρωση, το πρόταγμα της ενωμένης Ευρώπης θα έχει χάσει την πολιτική δυναμική του, ενώ πολλοί θεωρούν ότι χωρίς ουσιαστική ενοποίηση κανένα τεχνοκρατικό μέτρο δεν θα επαρκέσει τελικά για την έξοδο από την κρίση.
.
Σε πρόσφατη συνέντευξή του, ο Ζακ Ντελόρ επισημαίνει τον κίνδυνο να «μετατραπεί η Ευρώπη απλώς σε ένα κανονιστικό πλαίσιο» και τονίζει ότι «Η αποτελεσματικότητα και η δημοκρατία χρειάζονται την απλότητα. Η αντιμετώπιση των κρίσεων χρειάζεται τους πυροσβέστες, αλλά και τους αρχιτέκτονες. Τώρα είναι η στιγμή. Το οριστικό σχέδιο για το ευρώ χρειάζεται να είναι απλό και εύληπτο, να γεννά εμπιστοσύνη».[iii]
.
Η Ευρώπη δεν μπορεί να κάνει το επόμενο βήμα χωρίς δημοκρατική νομιμοποίηση, χωρίς τη συναίνεση των λαών της. Και μολονότι οι τεχνοκρατικές λύσεις στα επείγοντα προβλήματα είναι απαραίτητες, είναι ταυτόχρονα απίθανο να δημιουργήσουν συνθήκες ευρείας αποδοχής για περισσότερη Ευρώπη. Το πρόβλημα είναι ότι η κρίση πολύ δύσκολα θα ξεπεραστεί χωρίς πιο ουσιαστική ενοποίηση, αλλά όσο δεν ξεπερνιέται η κρίση είναι πολύ δύσκολο να οικοδομηθεί η πολιτική δυναμική για πιο ουσιαστική ενοποίηση. Οι «θεσμικοί παράγοντες» της Ένωσης –η Επιτροπή, το Ευρωκοινοβούλιο, ο Πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, κ.λπ.– φαίνεται ότι προσπαθούν να λύσουν αυτόν τον γόρδιο δεσμό με μια τακτική αμοιβαίας ανατροφοδότησης, συνδέοντας τις δύο διαδικασίες και ελπίζοντας ότι κάθε πρόοδος στη διαχείριση της κρίσης, θα εμπνέει περισσότερη εμπιστοσύνη στους κοινούς θεσμούς, ενώ κάθε βήμα προς την ενοποίηση θα διευρύνει τις δυνατότητες αντίδρασης της Ένωσης απέναντι στην κρίση. Αυτή είναι ίσως μια συνετή βραχυπρόθεσμη τακτική, αλλά το ποιοτικό άλμα προς μια ουσιαστικά πιο ενωμένη Ευρώπη θα απαιτήσει τελικά την «απλότητα» που ζητά ο Ντελόρ – ένα σαφές, συνεκτικό σχέδιο που οι ευρωπαϊκοί λαοί θα μπορούν να προσυπογράψουν και να υποστηρίξουν.
.
Η νομισματική ένωση ήταν μια πολιτική ιδέα που εκφράστηκε με οικονομικούς όρους, όπως είπε ο Τόνι Μπλερ σε μια διάλεξη που έδωσε τον Οκτώβριο στο Βερολίνο. Τώρα, πρέπει να προστεθεί η πολιτική διάσταση: πολιτική και οικονομία πρέπει «να ευθυγραμμιστούν». [iv] Αλλά σε μια Ευρώπη με 27 κράτη-μέλη, 17 από τα οποία απαρτίζουν μια εσωτερική νομισματική ένωση «διαιρεμένη» σήμερα ανάμεσα σε χώρες-πιστωτές και χώρες-οφειλέτες· με σχετικά νέα μέλη από το πρώην κομμουνιστικό μπλοκ που έχουν πολύ διαφορετικές ανάγκες, βλέψεις και προτεραιότητες από τις χώρες του Ευρωπαϊκού Βορρά όσο και οι τελευταίες από τις χώρες του Νότου· με κράτη μέλη που δεν κρύβουν τον «ευρωσκεπτικισμό» τους και την αποστροφή τους προς την ιδέα της πολιτικής ένωσης, όπως η Μεγάλη Βρετανία· με ένα σώμα πολιτών που χάνει την πίστη του στην ευρωπαϊκή ενότητα, αυτή η ευθυγράμμιση θα είναι ο γρίφος του 21ου αιώνα για την Ευρώπη.
.
.
Τέσσερις «γάμοι» ή μία κηδεία
.
Μία μελέτη του Mark Leonard, Διευθυντή του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Διεθνών Σχέσεων (European Council on Foreign Relations), προβλέπει τέσσερα πιθανά σενάρια για την «επανεφεύρεση» της Ευρώπης:[v]
.
1) Ασύμμετρη Ενοποίηση
.
.
- o Η συνέχιση της τρέχουσας πολιτικής σταδιακών προσαρμογών βάση κυρίως διακυβερνητικών διευθετήσεων, χωρίς τροποποίηση βασικών συνθηκών και με το Συμβούλιο (δηλ. τους αρχηγούς των κρατών-μελών) στο τιμόνι.
.
- o Αυτό πρακτικά ισοδυναμεί με ένα νέο μοντέλο ενοποίησης που παρακάμπτει ή υποβιβάζει σε δευτερεύοντα ρόλο τους παραδοσιακούς, θεσμικούς μοχλούς σύγκλισης (Επιτροπή, Ευρωκοινοβούλιο)· προϋποθέτει την επικύρωση κάθε νομικής παρέμβασης από όλα τα εθνικά κοινοβούλια και την έγκριση κάθε εκτελεστικής απόφασης από όλες τις εθνικές κυβερνήσεις.
.
- o Παρά τις προϋποθέσεις για ομοφωνία, αυτό το σενάριο είναι η (πιο) εύκολη λύση, λόγω της αποφυγής τροποποιήσεων στις συνθήκες και του «συγκεντρωτικού» του χαρακτήρα, με κέντρο βάρους το Συμβούλιο Αρχηγών Κρατών. Ταυτόχρονα, όμως, λόγω ακριβώς του διακυβερνητικού του χαρακτήρα και της παράκαμψης των «κοινοτικών» θεσμών, τείνει να δημιουργεί συνθήκες ανισορροπίας, καθώς οι ισχυρότερες χώρες μπορούν πιο εύκολα να επιβάλουν τις πολιτικές τους.
.
- o Ως εκ τούτου, υπονομεύει την ενότητα της ευρωζώνης, καθώς τη μετατρέπει σε ένα μπλοκ ασύμμετρης ισχύος, αφήνοντάς την εκτεθειμένη στην ευρωσκεπτικιστική ρητορεία.
.
.
2) Σμίκρυνση της ζώνης του ευρώ
.
.
- o Μετατροπή της ζώνης του ευρώ σε «άριστη/βέλτιστη νομισματική περιοχή» με λιγότερα μέλη και λιγότερες οικονομικές ανισορροπίες. Θεωρητικά, αυτό θα επέτρεπε ταχύτερη σύγκλιση και θωράκιση των οικονομιών της.
.
- o Στην πράξη, το κόστος έστω και της μερικής «αναστρεψιμότητας» κάνει το σενάριο λιγότερο ελκυστικό, καθώς θα μπορούσε να έχει το αντίθετο από το προσδοκώμενο αποτέλεσμα (απώλεια εμπιστοσύνης, πανικό, πλήρη διάσπαση).
.
.
3) Τροποποίηση συνθηκών και πολιτική ένωση
.
.
- o Μια προοπτική που το Συμβούλιο της Ευρώπης έχει ενστερνιστεί επί της αρχής – θα ενσωμάτωνε τις ρυθμίσεις που έχουν υιοθετηθεί τα τελευταία τρία χρόνια στις συνθήκες της Ένωσης (δημοσιονομική ενοποίηση) και ενδεχομένως θα προχωρούσε σε περαιτέρω κινήσεις πολιτικής ενοποίησης.
.
- o Αν πετύχαινε, θα μπορούσε να αποτελέσει την πιο πλήρη και αξιόπιστη λύση στα προβλήματα της Ευρώπης· αν αποτύγχανε, η αποτυχία θα ήταν παταγώδης, ταπεινωτική και εξαιρετικά επώδυνη.
.
.
4) Μερική ενοποίηση (εντός της ευρωζώνης)
.
.
- o Μία διακυβερνητική συνθήκη μεταξύ των χωρών της ζώνης του ευρώ, έξω από το πλαίσιο των συνθηκών της ΕΕ (κατ’ αντιστοιχία με τη συνθήκη Σένγκεν).
.
- o Θα έδινε μεγαλύτερη ευελιξία στην ευρωζώνη, απαλλάσσοντάς την από τους περιορισμούς που επιβάλλει η ανάγκη ομοφωνίας μεταξύ όλων των κρατών-μελών της Ένωσης.
.
- o Υπάρχει ο φόβος ότι θα οδηγούσε σε μια απονευρωμένη οιονεί ομοσπονδία –πιθανότατα αποκλείοντας ευρωπαϊκούς θεσμούς όπως η Επιτροπή, το Ευρωκοινοβούλιο, το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο, αλλά και μερικά από τα κράτη-μέλη με ιδιαίτερα φιλοευρωπαϊκή στάση, τα οποία δεν ανήκουν στη ζώνη του ευρώ– και θα θεσμοθετούσε μια νέα διχοτόμηση της Ένωσης, οδηγώντας τελικά στην περιθωριοποίησή της.
.
.
Είναι προφανές ότι στο ορατό μέλλον δεν μπορεί να υπάρξει ενιαίο σχέδιο πολιτικής ενοποίησης για το σύνολο της Ένωσης. Απουσιάζει η απαραίτητη ομόνοια ως προς το εύρος και το βάθος της επιθυμητής ενοποίησης, ή ως προς το μοντέλο που πρέπει να υιοθετηθεί. Πολλοί αναλυτές, ωστόσο, θεωρούν ότι εντός του ισχύοντος θεσμικού πλαισίου, η πρόβλεψη της «ενισχυμένης συνεργασίας» θα επέτρεπε να προωθηθεί ο στόχος της ενοποίησης, χωρίς να προκληθούν εντάσεις καταστροφικές για την ακεραιότητα της Ένωσης. Αυτή η διευθέτηση θα επέτρεπε σε έναν πυρήνα κρατών να προχωρήσουν πιο γρήγορα «την εμβάθυνση του ευρωπαϊκού οικοδομήματος» εντός του πλαισίου της Ένωσης,[vi] παρέχοντας την ευελιξία που απαιτείται για να αρχίσουν να δοκιμάζονται πράγματα στο πεδίο της ενοποίησης από τα κράτη που το επιθυμούν και παρακάμπτοντας τη δυσκαμψία των συνολικότερων ρυθμίσεων. Τα υπόλοιπα μέλη μπορούν να διατηρήσουν τον σκεπτικισμό τους, αλλά και το δικαίωμά τους να ακολουθήσουν σε μεταγενέστερο χρόνο.
.
Ο Ντελόρ υποστηρίζει τη διαδικασία της ενισχυμένης συνεργασίας για βαθύτερη ενοποίηση (ομοσπονδοποίηση) της ευρωζώνης, ενώ ο Μπλερ συμφωνεί ότι κάποιος βαθμός διαφοροποίησης είναι αναπόφευκτος, αλλά προειδοποιεί ότι αν «οι δομές της ευρωζώνης οδηγήσουν σε μια Ευρώπη θεμελιωδώς διαιρεμένη από πολιτική και οικονομική άποψη, αντί για μια Ευρώπη με μία πολιτική διευθέτηση που θα συστεγάζει διαφορετικά επίπεδα ενοποίησης, η ΕΕ όπως την ξέρουμε θα έχει μπει στην οδό της διάσπασης».[vii]
.
Σε κάθε περίπτωση, οι λαοί και τα κράτη της Ευρώπης θα πρέπει να αποδεχτούν ότι η περιστολή της κυριαρχίας στο εθνικό επίπεδο είναι προϋπόθεση για τη διεύρυνση της συνολικής ισχύος και ευρωστίας του συλλογικού μας ευρωπαϊκού πολιτικού υποκειμένου. Η de facto αποδυνάμωση της εθνικής κυριαρχίας σε έναν κόσμο αυξημένης αβεβαιότητας και ενδεχομένως αστάθειας θα είναι πολύ πιο επώδυνη από την ελεγχόμενη εκχώρηση εξουσιών σε έναν ευρωπαϊκό πολιτικό φορέα με δημοκρατική νομιμοποίηση. (Άλλωστε, όσοι είμαστε απογοητευμένοι από τη σημερινή κατάσταση της Ευρώπης δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι η σημερινή κρίση θα είχε κατά πάσα πιθανότητα αποφευχθεί αν η Ευρώπη είχε προχωρήσει νωρίτερα σε πιο ουσιαστική ενοποίηση.) Εδώ όμως είναι το κρίσιμο ζήτημα: για να γίνει αποδεκτή η περιστολή της κυριαρχίας στο εθνικό επίπεδο ως εκχώρηση και όχι ως υφαρπαγή, πρέπει να αντισταθμίζεται από εμβάθυνση της αντιπροσωπευτικότητας των θεσμών της υπερεθνικής δομής. Ήδη έχει ανοίξει μια μεγάλη συζήτηση στα ευρωπαϊκά φόρουμ για τις μεταρρυθμίσεις που θα απαιτηθούν ώστε να καλυφθεί αυτό το δημοκρατικό έλλειμμα.
.
Ενδεχομένως, όπως υποστηρίζουν οι Olaf Cramme (διευθυντής του κέντρου μελετών/think tank Policy Network) και Sara B Hobolt (καθηγήτρια Ευρωπαϊκών Θεσμών, London School of Economics) η θεσμική ένωση θα είναι σωστότερο να τεθεί ως προϋπόθεση και βάση για πιο ουσιαστική ενοποίηση, παρά ως καταληκτικός στόχος της διαδικασίας.[viii] Στις 17 Σεπτεμβρίου 2012, η «Ομάδα για το Μέλλον της Ευρώπης»[ix] εξέδωσε την Τελική της Έκθεση με σχετικές προτάσεις για την περαιτέρω ενοποίηση, τη θεσμική μεταρρύθμιση και τη βελτίωση της μακροπρόθεσμης κυβερνητική δομή της Ένωσης. Στις ΠΗΓΕΣ που παρατίθενται στο τέλος του άρθρου υπάρχουν κι άλλα κείμενα με σχετικές προτάσεις. Εκείνο που πρέπει να γίνει, πάντως, και σε αυτό όλοι συμφωνούν, είναι να διευρυνθεί η συζήτηση αυτή και να συμπεριλάβει τις κοινωνίες σε ένα πανευρωπαϊκό πεδίο πολιτικού διαλόγου.
.
Η Ευρώπη είναι εδώ και αιώνες ένα εξαιρετικά παραγωγικό εργαστήριο πολιτικού πειραματισμού και θεσμικής καινοτομίας. Αν αξιοποιήσει αυτήν την παράδοση, συνδυάζοντάς την με τις σημερινές δυνατότητες επικοινωνίας και δημόσιου διαλόγου, μπορεί να είναι κανείς αισιόδοξος ότι θα καταφέρει να επινοήσει τη νέα της ταυτότητα και τον νέο της ρόλο για τον κόσμο του 21ου αιώνα. Αλλά θα χρειαστεί μια αντίληψη για τον εαυτό της και για το μέλλον πιο διορατική και λιγότερο κοντόφθαλμη από αυτήν που επικρατεί προς το παρόν, τόσο σε επίπεδο ηγεσίας όσο και σε επίπεδο κοινωνιών. Η Ευρωπαϊκή Ένωση είναι ένα δυναμικό σύστημα· μπορεί πολλά από τα σημερινά χαρακτηριστικά της να προκαλούν σκεπτικισμό και δυσθυμία, αλλά οι συσχετισμοί δυνάμεων είναι μεταβλητοί, η πορεία της δεν είναι προδιαγεγραμμένη. Εξαρτάται από εμάς που την απαρτίζουμε να κινηθεί προς μια κατεύθυνση που θα δικαιώσει την πίστη μας στο όραμα της ενωμένης Ευρώπης.
.
Αν η Ευρώπη καταφέρει να βγει από αυτήν την κρίση πιο ενωμένη, ανανεωμένη και πιο δημοκρατική, αυτό το επίτευγμα θα αποτελέσει ένα νέο πρότυπο πολιτικής και θεσμικής συγκρότησης για τον κόσμο που έρχεται. Η Ευρώπη τού αύριο μπορεί να είναι ένας Προμηθέας που θα συμβάλλει καθοριστικά στην αντιμετώπιση των προκλήσεων του 21ου αιώνα σε διεθνές επίπεδο, ή ένας Σίσυφος που θα ματαιοπονεί να περισώσει τις αξίες της και τον πολιτικό πολιτισμό της.
.
.
.
ΠΗΓΕΣ
.
.
- Παρουσίαση Barroso στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, 9/12/11.
.
.
(http://ec.europa.eu/europe2020/pdf/euro_plus_pact_presentation_december_2011_el.pdf)
.
.
- Έκθεση Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο της 18ης-19ης Οκτωβρίου 2012.
(http://ec.europa.eu/europe2020/pdf/growth_report_el.pdf)
.
- Herman Van Rompuy, Προς μία Ουσιαστική Οικονομική και Νομισματική Ένωση.
(http://www.consilium.europa.eu/uedocs/cms_data/docs/pressdata/el/ec/131279.pdf)
.
- Ευρωπαϊκή Επιτροπή: «Six-pack? Two-pack? Fiscal compact? A short guide to the new EU fiscal governance».
(http://ec.europa.eu/economy_finance/articles/governance/2012-03-14_six_pack_en.htm)
.
- Andrew Duff, “On Governing Europe”, Policy Network, 24/09/12. (http://www.policy-network.net/publications/4257/On-Governing-Europe)
.
- Mark Leonard & Jan Zielonka, “A Europe of Incentives: How to Regain the Trust of Citizens and Markets”, European Council on Foreign Relations, Ιούνιος 2012. (http://ecfr.eu/page/-/ECFR58_EUROPE_INCENTIVES_REPORT_AW.pdf)
.
- Roger Liddle, Olaf Cramme and Renaud Thillaye, “Where Next for Eurozone Governance?”, Policy Network, 17/07/12. (http://www.policy-network.net/publications/4222/Where-Next-for-Eurozone-Governance)
.
- Λουκάς Τσούκαλης, “Steering Europe out of the Crisis”, Policy Network, 10/10/12. (http://www.policy-network.net/publications/4267/Steering-Europe-out-of-the-Crisis)
.
.
.
.
.
.
.
.
.
.
[i] «Τα συμφέροντα της Ευρώπης στον τομέα της ασφάλειας μπορούν να προαχθούν μόνο σε ευρωπαϊκό πλαίσιο ή στο πλαίσιο του δυτικού κόσμου, όχι στο εθνικό επίπεδο». – Joschka Fischer, “Provincial Europe”, Project Syndicate, 31/10/12.
.
.
.
[ii] Όπως σημειώνει ο Javier Solana, η Ευρώπη διαθέτει ιστορική εμπειρία που της επιτρέπει να προσφέρει κάτι ουσιαστικό στον τομέα της «θεσμικής καινοτομίας»· μπορεί έτσι να συμβάλλει σε διεθνές επίπεδο στη διαμόρφωση «ενός πιο δίκαιου πολιτικού συστήματος και ανοιχτών κοινωνιών χωρίς αποκλεισμούς, που σέβονται τα ανθρώπινα δικαιώματα και το περιβάλλον». – Javier Solana, “A Europe for the World”, Project Syndicate, 18/10/12.
.
.
.
.
.
.
.
[vii] Tony Blair, ό.π.
.
.
.
.