Το εκλογικό αποτέλεσμα στην Ιταλία ήταν μία σαφής ήττα της σημερινής Ευρώπης της στασιμότητας και της αναποτελεσματικότητας. Ηττήθηκαν οι τρόποι που διαχειρίζεται την κρίση και οι πολιτικές αντιμετώπισης των προβλημάτων
Ηταν, όντως, το αποτέλεσμα της ψήφου των Ιταλών ήττα της Ευρώπης; Σε έναν μεγάλο βαθμό η απάντηση είναι: «Ναι, ήταν». Αλλά ήταν η ήττα ποιας Ευρώπης; Μα της Ευρώπης που προχωράει στο σκοτάδι, χωρίς συγκεκριμένο πολιτικό σχέδιο για το μέλλον της και, εντέλει, χωρίς όραμα. Από τη μια η ανίκανη συντηρητική πλειοψηφία και από την άλλη η άτολμη προοδευτική μειοψηφία στα όργανα της Ενωσης οδήγησαν το ευρωπαϊκό οικοδόμημα σε αδιέξοδο. Η πολυσυζητημένη ευρωπαϊκή ολοκλήρωση παραμένει ακόμα ζητούμενο.
Και όχι μόνο αυτό. Υπονομεύεται από πολιτικές «επανεθνικοποίησης», οι οποίες δεν επιτρέπουν να προχωρήσει με πιο γοργά βήματα η πολιτική ενοποίηση. Επομένως, το εκλογικό αποτέλεσμα στην Ιταλία ήταν μια σαφής ήττα της σημερινής Ευρώπης της στασιμότητας και της αναποτελεσματικότητας. Ηττήθηκαν, επίσης, οι τρόποι που διαχειρίζεται την κρίση και οι πολιτικές αντιμετώπισης των προβλημάτων που δημιουργήθηκαν στις κοινωνίες. Η εμμονή στη λογική της εφαρμογής, μονολιθικά, αυστηρής λιτότητας, χωρίς ευελιξία, δεν έχει απλώς αρνητικές οικονομικές συνέπειες. Εχει, κυρίως, πολιτικο-κοινωνικές. Συνέπειες που, εάν δεν ελεγχθούν ή περιοριστούν, θα έχουν μακροπρόθεσμο αρνητικό αντίκτυπο στις επηρεαζόμενες ευρωπαϊκές κοινωνίες. Σε μια τέτοια περίπτωση, δεν θα είναι έκπληξη η ενίσχυση και η επέκταση του «γκριλουσκονισμού» και σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες.
Τα φαινόμενα Γκρίλο και Μπερλουσκόνι δεν προέκυψαν. Δημιουργήθηκαν. Η κρίση και οι αναποτελεσματικοί τρόποι αντιμετώπισής της ενίσχυσαν την κοινωνική αβεβαιότητα και οδήγησαν σε δραματική πτώση του βιοτικού επιπέδου. Δεν είναι τυχαίο, λοιπόν, που σήμερα βρισκόμαστε μπροστά σε έναν πραγματικό κίνδυνο κατάρρευσης της μεσαίας τάξης, κυρίως στις χώρες του Νότου. Είναι βασικό αξίωμα στις πολιτικές επιστήμες ότι η μεσαία τάξη αποτελεί τη ραχοκοκαλιά της δυτικής δημοκρατίας.
Με άλλα λόγια, μια ισχυρή μεσαία τάξη αποτελεί προϋπόθεση για μια ισχυρή δημοκρατία. Ως εκ τούτου, πιθανή διάλυσή της θα θέσει σε κίνδυνο την ίδια τη δημοκρατία. Θα υπονομεύσει τους θεσμούς και τις διαδικασίες εκδημοκρατισμού και θα επιτείνει το πρόβλημα αξιοπιστίας των πολιτικών συστημάτων.
Η απώλεια ελπίδας ότι υπάρχει διέξοδος από τον λαβύρινθο της ανεργίας και της φτώχειας εντείνει, όπως είναι φυσικό, τον φόβο και την απογοήτευση. Αυτό, με τη σειρά του, ενισχύει την αμφισβήτηση στο πολιτικό σύστημα, στους φορείς της πολιτικής ακόμα και στους ίδιους τους δημοκρατικούς θεσμούς. Το είδαμε στην Ελλάδα, το βλέπουμε και στην Ιταλία και ενδεχομένως να το δούμε και αλλού. Ακριβώς μέσα σε ένα τέτοιο περιβάλλον αναπτύσσονται και ευδοκιμούν οι δυνάμεις του λαϊκισμού και του ακροδεξιού εξτρεμισμού, καθώς και τα φαινόμενα τύπου Μπέπε Γκρίλο. Η κοινωνική δυσαρέσκεια και η κοινωνική υποβάθμιση επιτρέπουν στις δυνάμεις του λαϊκισμού, όλων των αποχρώσεων, να «αποικιοποιήσουν» το πολιτικό σύστημα και να υπονομεύσουν τη δημοκρατία.
Ο «κρυπτοφασιστικός μηδενισμός» του Γκρίλο, όπως σημειώνει ο Μιχάλης Μητσός, είναι ακόμα πιο επικίνδυνος από τον μπερλουσκονισμό. Διότι αυτός ο μηδενισμός χαρακτηρίζεται από έντονο αντιευρωπαϊσμό και γοητεύει κοινωνικά στρώματα και πολιτικές δυνάμεις και πέραν της Ιταλίας. Η απουσία ενός ολοκληρωμένου και αποτελεσματικού σχεδίου δράσης καθώς και η μη εφαρμογή ρηξικέλευθων πολιτικών στήριξης της κοινωνικής συνοχής θα επιτρέψουν τη διάχυση αυτού του φαινομένου. Ενώ, παράλληλα, ο κατακερματισμός της μεσαίας τάξης θα συνεχίζεται. Τα αναχώματα κατά του λαϊκισμού θα αποδυναμώνονται και οι κοινωνίες θα συνεχίσουν να παρασύρονται από εξωτερικούς και εγχώριους Γκρίλο.
Το αποτέλεσμα των εκλογών στην Ιταλία κτύπησε πιο δυνατά το κουδούνι κινδύνου. Το ακούνε άραγε στις Βρυξέλλες, στο Βερολίνο και αλλού;