Η ευρωπαϊκή σοσιαλδημοκρατία πρέπει να επινοήσει ξανά τον εαυτό της

Ευάγγελος Βενιζέλος 06 Οκτ 2018

Ας αρχίσουμε με τη δική μας πρόσφατη εμπειρία πριν αναφερθούμε στο ευρωπαϊκό τοπίο. Το ΠΑΣΟΚ πλήρωσε το βαρύ κόστος της απόφασής του να απαντήσει με εθνική, κοινωνική και ιστορική υπευθυνότητα στα υπαρξιακά διλήμματα της οικονομικής κρίσης σε συνδυασμό με την πρόσθετη απόφασή του να αναλάβει μόνο του το 2010 το τεράστιο ιστορικό, πολιτικό και ηθικό βάρος των στρεβλώσεων της Μεταπολίτευσης. Άφησε άλλους να κρυφτούν. Λίγο αργότερα πάνω στους ώμους τού βαριά τραυματισμένου ΠΑΣΟΚ, που αγωνιζόταν πρωτίστως για την επιβίωση της πατρίδας και δευτερευόντως για τη δική του επιβίωση, πάτησαν όλοι. Κυρίως ο ανεύθυνος αντισυστημικός εθνικολαϊκισμός που εμφανίστηκε ως διάδοχος της ριζοσπαστικότητας του αρχικού ΠΑΣΟΚ, αλλά και διάφορες «εξωραϊσμένες» εκδοχές ευρωπαϊκής υπευθυνότητας, εκτός όμως πραγματικής κυβερνητικής ευθύνης (η ΔΗΜΑΡ αρχικά, Το Ποτάμι στη συνέχεια). Μέχρι και το ΚΙΔΗΣΟ την κρισιμότερη στιγμή. Αυτοί οι τοπικοί λόγοι εξηγούν σε μεγάλο βαθμό την καθοδική πορεία της εκλογικής επιρροής του ΠΑΣΟΚ ως έκφραση της σοσιαλδημοκρατίας στην Ελλάδα, αν και η σοσιαλδημοκρατική ταυτότητα υιοθετήθηκε από το ΠΑΣΟΚ καθαρά μετά το 1990, λίγο πριν από το Μάαστριχτ που ήταν κομβικό, αν όχι μοιραίο, για την ευρωπαϊκή σοσιαλδημοκρατία.

Αν λοιπόν η δύσκολη εμπειρία της κρίσης, των σκληρών δημοσιονομικών μέτρων, της διάψευσης των προσδοκιών, της ανατροπής κεκτημένων, της διάρρηξης πελατειακών σχέσεων εξηγεί την κατάσταση στην Ελλάδα, πώς εξηγείται η κατάρρευση του Γαλλικού Σοσιαλιστικού Κόμματος, η καμπύλη του SPD που οδηγήθηκε ξανά στον μεγάλο συνασπισμό υπό την κυρία Μέρκελ, η ουσιαστική διάλυση του Δημοκρατικού Κόμματος στην Ιταλία, η βαθιά ηθική κρίση των σοσιαλιστικών κυβερνητικών κομμάτων στη Ρουμανία, τη Σλοβακία, τη Μάλτα, οι ήττες στην Αυστρία και τη Σουηδία;

Εξελίσσονται εδώ και δεκαετίες πλέον περισσότερα από ένα φαινόμενα. Πρώτον, η κρίση του ευρωπαϊκού υποδείγματος παραγωγής, ανάπτυξης και ανταγωνιστικότητας σε συνδυασμό με την ανάδειξη νέων πόλων στη διεθνή οικονομία που διεκδικούν πολύ μεγαλύτερο μερίδιο στο παγκόσμιο ΑΕΠ. Δεύτερον, η κρίση, δημογραφική και δημοσιονομική, του ευρωπαϊκού κοινωνικού κράτους σε αρκετές χώρες που ακολουθούν διάφορες εκδοχές κοινωνικού κράτους. Τρίτον, η κρίση που απορρέει από τη σύγκρουση μεταξύ αφενός μεν της υποχρέωσης για δημοσιονομική, χρηματοπιστωτική και χρηματοοικονομική ομοιομορφία πάνω στην οποία βασίζεται η νομισματική ένωση, αφετέρου δε των νομικά πια κλειδωμένων αναπτυξιακών ανισοτήτων μεταξύ των κρατών – μελών της ευρωζώνης που καλούνται να κινούνται προς την κατεύθυνση της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης διατηρώντας τις ανισότητες αυτές.

Πάνω από αυτές τις όψεις της κρίσης εξελίσσεται η κρίση δημοκρατικής, πολιτικής και κοινωνικής, νομιμοποίησης τόσο στο επίπεδο της ΕΕ όσο και στο επίπεδο των εθνικών πολιτικών συστημάτων. Πρόκειται για κρίση συμμετοχής και αντιπροσωπευτικότητας, για κρίση εμπιστοσύνης, κυρίως όμως για κρίση ανασφάλειας με όλες τις έννοιες του όρου που αφορά από τις εργασιακές και συνταξιοδοτικές προοπτικές μέχρι τις ασύμμετρες απειλές της τρομοκρατίας μέσα στις ευρωπαϊκές πόλεις και τις απειλές κατά της εθνικής ταυτότητας που νιώθουν σημαντικά τμήματα της κοινωνίας σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες. Η ευρωπαϊκή κρίση είναι πλέον κρίση της φιλελεύθερης δυτικής δημοκρατίας. Η άνοδος της Ακροδεξιάς είναι η μία όψη. Η διολίσθηση στην αυταρχική μη φιλελεύθερη (illiberal) δημοκρατία που νομιμοποιείται πλειοψηφικά εκφράζοντας έναν λόγο εθνικολαϊκιστικής καθαρότητας και έχει εύκολες λύσεις για πολύπλοκα ζητήματα είναι η άλλη όψη. Η «ευκολία» είναι η μήτρα του λαϊκισμού. Η «δυσκολία» είναι η μήτρα της πολιτικής ευθύνης.

Η πολύπλευρη ευρωπαϊκή κρίση είναι πρωτίστως κρίση της ευρωπαϊκής σοσιαλδημοκρατίας γιατί η Δυτική Ευρώπη, όπως οριζόταν έως το 1992, είναι ως πολιτική ήπειρος «σοσιαλδημοκρατική». Το ευρωπαϊκό κεκτημένο συνολικά έχει έντονα σοσιαλδημοκρατικά χαρακτηριστικά, στο πλαίσιο βεβαίως του μεγάλου ιστορικού συμβιβασμού και της στρατηγικής συναντίληψης των σημερινών Ευρωπαίων Σοσιαλιστών και Δημοκρατών, των δυνάμεων του Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος και συμπληρωματικά των Φιλελευθέρων. Ο μεγάλος αυτός κυλιόμενος συνασπισμός κυβερνά ουσιαστικά την Ευρώπη τα τελευταία σαράντα τουλάχιστον χρόνια. Οι ιδεολογικές και αξιακές διαφορές είναι εμφανείς σε εθνικό επίπεδο και αρκετές φορές στους πολιτικούς διαλόγους στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. Στο επίπεδο όμως του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου και του Συμβουλίου της ΕΕ, εκεί όπου λαμβάνονται πραγματικά οι αποφάσεις, συγκρούονται εθνικές στρατηγικές και πάγια κρατικά συμφέροντα. Σημασία έχει ποια πολιτική οικογένεια τυχαίνει να βρίσκεται στην εθνική κυβέρνηση ή στην αντιπολίτευση. Άλλωστε σε αρκετές περιπτώσεις υπάρχουν και σε εθνικό επίπεδο μεγάλοι συνασπισμοί ή συσπειρώσεις κατά της Ακροδεξιάς και του εθνικολαϊκισμού με τη συμμετοχή των σοσιαλδημοκρατών.

Ως κυβερνητική παράταξη η ευρωπαϊκή σοσιαλδημοκρατία βρέθηκε εδώ και πολλά χρόνια και βρίσκεται αντιμέτωπη με προβλήματα που θεωρούσε λυμένα ή ξένα προς αυτήν: την ανταγωνιστικότητα της εθνικής οικονομίας και της ευρωπαϊκής συνολικά, τη δημοσιονομική ισορροπία, την κρίση δημόσιου χρέους και τις πιέσεις των αγορών, τον κίνδυνο ασύντακτης χρεοκοπίας, την κρίση ασφαλείας και εθνικής ταυτότητας, την όξυνση του εθνικολαϊκισμού κ.ο.κ. Η έμφαση στο κοινωνικό κράτος, τους μηχανισμούς αναδιανομής, τον κοινωνικό διάλογο και τη συλλογική αυτονομία των κοινωνικών εταίρων, την ποιότητα της εργασίας και των εργασιακών σχέσεων είναι η καρδιά της σοσιαλδημοκρατίας, όλα όμως αυτά προϋποθέτουν μια οικονομία που πορεύεται καλά, σταθερά και αναπτυξιακά, μια δημοκρατία που λειτουργεί, ανθρώπινα δικαιώματα, κράτος δικαίου, αίσθηση αλληλεγγύης, καθυπόταξη των άγριων ενστίκτων της ρατσιστικής και ξενοφοβικής συμπεριφοράς, βεβαιότητα και όχι φοβικότητα ως προς την εθνική και την ευρωπαϊκή ταυτότητα, πίστη στον πλουραλισμό και την ανεκτικότητα, σεβασμό του πολιτικού και κοινωνικού φιλελευθερισμού. Τα ζητούμενα είναι πολλά και απαιτητικά.

Όπως η ευρωπαϊκή ολοκλήρωση, έτσι και η ευρωπαϊκή σοσιαλδημοκρατία δεν μπορεί να τα βγάλει πέρα με παλιές συνταγές ή εύκολες απλοϊκές πλατφόρμες για το μέλλον. Ούτε με στροφή στον ανέξοδο ρητορικό ριζοσπαστισμό ούτε μέσω κάποιου φλερτ με τον εθνικολαϊκισμό και τον αντιευρωπαϊσμό. Χρειάζεται να επινοήσει ξανά τον εαυτό της ως δύναμη κοινωνικής προόδου, δικαιοσύνης και δημοκρατίας και να ανανεώσει τις επαγγελίες της ενόψει νέων καταλυτικών απειλών και θεμελιωδών προβλημάτων. Η σοσιαλδημοκρατία είναι τέκνο της πρώτης βιομηχανικής επανάστασης, ωρίμασε και καταξιώθηκε την περίοδο της δεύτερης, δεν πρόλαβε να εξοικειωθεί πλήρως με τις απαιτήσεις της τρίτης και τώρα καλείται να χειριστεί προοδευτικά και αποτελεσματικά τις ραγδαίες προκλήσεις της τέταρτης βιομηχανικής επανάστασης. Και να το κάνει αυτό δρώντας μέσα σε ευρωπαϊκές κοινωνίες που από μεταμοντέρνες τείνουν να ξαναγίνουν αρχαϊκές. Για να δώσει συνεπώς νέες πειστικές απαντήσεις πρέπει να αποδείξει ότι αντιλαμβάνεται τη δυσκολία και την πολυπλοκότητα των καταστάσεων.

Στην Ελλάδα η προοδευτική δημοκρατική παράταξη που έχει ιστορικές αναγωγές είναι το φυσικό πλαίσιο και η προστιθέμενη αξία της σοσιαλδημοκρατίας μέσα στις εξαιρετικά δύσκολες συνθήκες της χώρας, πριν και μετά τις ερχόμενες εκλογές. Τη διαφορά την κάνει η δημοκρατική και κοινωνική ευαισθησία, το αίσθημα δικαιοσύνης, η πολιτική αλλά και οικονομική αποτελεσματικότητα, ο αγωνιστικός ρεαλισμός και η εθνική υπευθυνότητα. Όλα όμως αυτά βασίζονται στο θάρρος που απαιτείται προκειμένου να λέγονται δύσκολες αλήθειες και στον εαυτό μας και στους πολίτες. –