Καθώς βαδίζουμε προς τις ευρωεκλογές και τις αυτοδιοικητικές εκλογές, όλα τα κόμματα επιχειρούν να «χτίσουν» ένα γενικότερο «πολιτικό προφίλ» αντιμετώπισης των προβλημάτων που δημιούργησε η κρίση και μέσα σ? αυτό να εντάξουν τη δική τους παρουσία.
Είναι αξιοσημείωτο ότι σ? όλο το φάσμα των πολιτικών δυνάμεων υπάρχει ένας «κοινός τόπος», παρά τις διαφορετικές προσεγγίσεις: Το τέλος των μνημονίων! Ουδείς Ελλην πολιτικός δηλώνει διατεθειμένος για μία νέα μνημονιακή δέσμευση, συμπεριλαμβανομένων και των «θεωρητικών» της αναγκαιότητας και της θετικότητας για τη χώρα, των μνημονιακών επιλογών.
Το πόσο είναι εφικτό αυτό για την Ελλάδα στη σημερινή Ευρώπη είναι ένα άλλο ερώτημα. Ομως το σίγουρο είναι ότι η «έξοδος από τα μνημόνια» είναι -τουλάχιστον- κοινή επικοινωνιακή και πολιτική τακτική των κομμάτων: Η ΝΔ και το ΠΑΣΟΚ λ.χ. το θεωρούν ως το «τελικό επίτευγμα» της «δύσκολης πολιτικής» που εφάρμοσαν τα τελευταία χρόνια και το συνδυάζουν με την έγκριση της επόμενης δόσης από την τρόικα, την ελάφρυνση του χρέους από την Ευρωζώνη και την έξοδο στις αγορές για δανεισμό, δηλώνοντας παράλληλα ότι η χώρα δεν χρειάζεται νέο δανεισμό, άρα και νέο πλαίσιο δεσμεύσεων. Δεν ξέρω -αμφιβάλλουν πολλοί- αν το «εργαλείο» του πλεονάσματος με ταυτόχρονη προς το παρόν ύφεση, ή ελάχιστη ανάπτυξη, είναι αρκετό για ένα τόσο αισιόδοξο σενάριο. Οι ενδείξεις πάντως από την πλευρά των εταίρων – δανειστών μας -παρ? ότι τα ακούνε όλα αυτά- είναι μία στάση επιφυλακτική, ενώ ο Σόιμπλε μιλάει καθαρά για νέο «μικρό δανεισμό» κατ? αρχάς, για το χρηματοδοτικό κενό του 2014 – 2015 της τάξης των 15-20 δισ. με ένα νέο πλαίσιο δεσμεύσεων «μεταρρυθμιστικού χαρακτήρα» ή κάποια μορφή παράτασης του μνημονίου και μετά βλέπουμε… σε συνδυασμό με ενός είδους ελάφρυνση του χρέους.
Συμπέρασμα: Ανεξαρτήτως αν θα λέγεται «τρόικα και μνημόνιο», πλαίσιο δεσμεύσεων και ελέγχων θα υπάρχει, έως τουλάχιστον την εκλογίκευση του χρέους, ως ποσοστού του ΑΕΠ. Από την άλλη μεριά, ο ΣΥΡΙΖΑ υποστηρίζει ότι η μνημονιακή πολιτική μας έβαλε πιο βαθιά στην κρίση και μόνο μέσω της ανατροπής της θα βγούμε απ? αυτήν. Αρα τέλος τα μνημόνια και οι τρόικες και επαναδιαπραγμάτευση με τρεις άξονες: Διαγραφή μέρους του χρέους, αναπτυξιακή ευρωπαϊκή χρηματοδότηση, χωρίς χαρακτηριστικά δανείου και εξυπηρέτηση του συμφωνημένου χρέους ανάλογα με την ονομαστική αύξηση του ΑΕΠ.
Ως ιδέα δεν είναι κακή, μόνο που προφανώς «σκοντάφτει» στους υφιστάμενους πολιτικούς ευρωπαϊκούς συσχετισμούς. Και βέβαια, μια επανατοποθέτηση του θέματος της αντιμετώπισης του ευρωπαϊκού χρέους -γιατί περί αυτού πρόκειται- είναι πολύ πιο δύσκολη υπόθεση, έστω κι αν είναι πιο συνεπής προς μια Ευρώπη αρχών και αλληλεγγύης.
Συμπερασματικά, η έξοδος από τα πλαίσια δεσμεύσεων και ελέγχων μιας ευρωπαϊκής χώρας, που θέλει να παραμείνει ευρωπαϊκή, ιδίως όταν βρίσκεται σε δανειακή εξάρτηση, δεν είναι τόσο απλή και εύκολη υπόθεση, είτε σ? ένα πιο «ήπιο σενάριο» είτε σε ένα «πιο τολμηρό». Η καλλιέργεια αυταπατών στην ελληνική κοινωνία, εν όψει ευρωεκλογών, δεν είναι καλή υπηρεσία στον τόπο.
Από την άλλη όμως, είναι σαφές ότι έχουν εξαντληθεί τα οικονομικά και κοινωνικά όρια αντοχής της χώρας από τις ασκούμενες πολιτικές λιτότητας. Αρα, το ζητούμενο είναι η αλλαγή πολιτικής και ένας αποτελεσματικός σχεδιασμός ανάπτυξης με ελληνική πρωτοβουλία και ευθύνη, προφανώς σ? ένα πλαίσιο συμφωνημένων δεσμεύσεων και στόχων με τους Ευρωπαίους εταίρους μας, ανεξαρτήτως ονομασίας…