Ακόμα και οι πιο (ευρω)σκεπτικιστές σε Κύπρο και Ελλάδα παραδέχονται πια ότι η ένταξη της Κύπρου, ως πλήρες μέλος, στην Ευρωπαϊκή Ένωση χωρίς η λύση του Κυπριακού προβλήματος να είναι προϋπόθεση αποτέλεσε τη μεγαλύτερη διπλωματική επιτυχία Αθηνών-Λευκωσίας μετά την καταστροφή του 1974. Η δε μετέπειτα ένταξη της χώρας στη ζώνη του ευρώ ολοκλήρωσε την επιτυχία και εξασφάλισε για την Κυπριακή Δημοκρατία μια ισότιμη θέση στον πυρήνα της Ένωσης. Από το τριτοκοσμικό Κίνημα των Αδεσμεύτων η Κύπρος οδηγήθηκε, με προσεκτικούς χειρισμούς και σοφές αποφάσεις από τις κυβερνήσεις Σημίτη-Κληρίδη, στο μεγάλο λιμάνι της ΕΕ.
Για να μην ξεχνιόμαστε, η πορεία και η επίτευξη της ένταξης στην ΕΕ δεν ήταν μια εύκολη υπόθεση. Διότι, από τη μια, με ανοιχτή την πληγή του Κυπριακού προβλήματος, έπρεπε να πείσουμε τους εταίρους για τη σημασία της ένταξης της Κύπρου και, από την άλλη, να ξεπεραστούν οι αντιδράσεις εναντίον της ένταξης εκ των έσω. Λίγοι ήταν εκείνοι που πίστεψαν από την αρχή πραγματικά στη σημασία της ευρωπαϊκής προοπτικής της Κύπρου. Πολύ περισσότεροι ήταν εκείνοι που την αμφισβήτησαν. Και πολλοί εκείνοι που την πολέμησαν. Χρειάστηκε σκληρή δουλειά για να φτάσουμε αισίως στο τέρμα. Ακριβώς γι αυτό, τα επιτεύγματα της ένταξης και της ισότιμης συμμετοχής στην οικονομική ένωση πρέπει να διαφυλαχθούν ως κόρη οφθαλμού. Καμία πολιτική και κανένας χειρισμός που πιθανόν να υπονομεύσουν αυτή τη μεγάλη επιτυχία επιτρέπονται.
Ειδικά σήμερα, που η οικονομική κρίση δημιουργεί νέους κινδύνους και προκλήσεις, η συμμετοχή της Κύπρου στην ΕΕ και, ειδικά, στην ευρωζώνη αποτελεί ισχυρή ασφαλιστική δικλείδα αποτελεσματικής αντιμετώπισης των προβλημάτων. Η εμπειρία της Ελλάδας είναι διδακτική. Είναι προφανές ότι εάν η Ελλάδα ήταν εκτός ΕΕ και εκτός ευρωζώνης θα είχε ήδη καταρρεύσει ολοκληρωτικά με ανυπολόγιστες συνέπειες για την ίδια αλλά και για την Κύπρο και για την Ευρώπη γενικότερα. Με απλά λόγια, το γεγονός ότι η Ελλάδα χρεοκόπησε εντός ευρώ της επέτρεψε να αξιοποιήσει τους, έστω και ελλιπείς, μηχανισμούς της Ένωσης για να αντιμετωπίσει τη δραματική κατάσταση της οικονομίας και να παραμείνει στα πόδια της. Εάν αυτή τη στιγμή ο ΄Ελληνας πολίτης μπορεί να βλέπει μια αχτίδα ελπίδας εξόδου από την κρίση είναι επειδή η χώρα κατάφερε να μείνει εντός ευρωζώνης και, ως εκ τούτου, εντός ΕΕ.
Επομένως, δεν πρέπει να τίθεται καν ως σκέψη, πόσω μάλλον ως επιλογή, η αποχώρηση της Κύπρου από την ευρωζώνη για να αποφευχθούν, δήθεν, τα σκληρά δημοσιονομικά και διαρθρωτικά μέτρα ή για να βρεθούν άλλες πηγές δανεισμού. Η θέση είναι σαφής: η Κύπρος πρέπει να παραμείνει, πάση θυσία, εντός ευρωζώνης. Γιατί;
Διότι η παραμονή στο ευρώ εξασφαλίζει την παραμονή στην ΕΕ. Πρέπει να γίνει ξεκάθαρο ότι, είτε εθελούσια είτε υποχρεωτική, αποχώρηση της Κύπρου από την ευρωζώνη θα σημαίνει, αναπόφευκτα, έξοδο της Κύπρου από την ΕΕ. Με άλλα λόγια, όπως και στην περίπτωση της Ελλάδας έτσι και της Κύπρου, η εγκατάλειψη του ευρώ θα οδηγήσει μοιραία σε εγκατάλειψη της Ένωσης. Διότι η πολιτική πίεση που θα δημιουργηθεί θα είναι ανυπόφορη με αποτέλεσμα η έξοδος από το ευρωπαϊκό οικοδόμημα να είναι μονόδρομος. Η ΕΕ δεν λειτουργεί με όρους «αλά καρτ μενού». Ως κατ’ εξοχήν πολιτικός οργανισμός η Ένωση δεν μπορεί ανεχτεί παραμονή μιας χώρας-μέλους που, ενώ βρίσκεται στην ευρωζώνη, επιλέγει ή εκ της αποτυχίας της υποχρεώνεται να θέσει εαυτόν εκτός ευρώ. Επομένως, η παραμονή της Κύπρου εντός ΕΕ είναι άμεσα συναρτημένη με την παραμονή της στην ευρωζώνη.
Τα ωφελήματα από τη συμμετοχή της Κύπρου στην Ένωση και στην ευρωζώνη είναι πολλαπλά και έχουν διατυπωθεί κατ’ επανάληψη. Πέραν των οικονομικών ωφελημάτων, η πολιτική διάσταση είναι ακόμα πιο σημαντική. Το ευρωπαϊκό πλαίσιο αποτελεί σήμερα την ισχυρότερη ασπίδα προστασίας της Κυπριακής Δημοκρατίας και το πιο δυνατό διαπραγματευτικό χαρτί έναντι της Τουρκίας. Είναι, επίσης, το πλαίσιο που μπορεί να λειτουργήσει όχι μόνο ως καταλύτης επίλυσης του Κυπριακού προβήματος αλλά, κυρίως, ως εγγυητής μιας λειτουργικής και βιώσιμης λύσης η οποία θα ανατρέπει το διχοτομικό στάτους κβο. Το ευρωπαϊκο κεκτημένο εξασφαλίζει ότι ο συμβιβασμός που θα προκύψει, όσο επώδυνος κι αν είναι, θα μπορεί να εφαρμοστεί.
Πέραν του Κυπριακού προβήματος, όμως, μια μικρή χώρα όπως η Κύπρος εισπράττει σαφώς πολλαπλάσια πολιτικά ωφελήματα από τη συμμετοχή της στην νομισματική ένωση. Διότι είναι μέρος του πυρήνα και μπορεί να συναποφασίζει μαζί με τους άλλους εταίρους για τις πολιτικές της Ένωσης. Στο σημερινό ασταθές και συνεχώς μεταβαλλόμενο διεθνές και περιφερειακό περιβάλλον, ειδικά χώρες με το μέγεθος της Κύπρου, είναι άκρως σημαντικό να μπορούν να συμμετέχουν στις διαδικασίες λήψης αποφάσεων και δημιουργίας συμμαχιών. Εάν βρίσκεσαι εκτός αρένας το αποτέλεσμα είναι η απομόνωση και η εσωστρέφεια. Και εάν, επιπλέον, αντιμετωπίζεις οξεία πολιτικά και οικονομικά προβλήματα, όπως η Κύπρος, το πιθανότερο είναι να παραμείνεις χωρίς καμία δικλείδα ασφαλείας και διαπραγματευτικά γυμνός. Έτσι, άλλοι θα αποφασίσουν για σένα χωρίς εσένα.
Εξίσου σημαντικό είναι το γεγονός ότι η συμμετοχή στον πυρήνα της ΕΕ εξασφαλίζει στην Κύπρο ένα μοναδικό περιφερειακό πλεονέκτημα και την καθιστά προνομιακό συνομιλητή των χωρών της ανατολικής Μεσογείου και της ευρύτερης Μέσης Ανατολής. Με άλλα λόγια, ο περιφερειακός ρόλος της Κύπρου έχει ενισχυθεί μετά την ένταξη στην Ένωση και στην ευρωζώνη. Ειδικά στην παρούσα συγκυρία, όπου τα θέματα ενέργειας είναι κυρίαρχα στην ατζέντα για την περιφερειακή ασφάλεια και συνεργασία, η Κύπρος μπορεί να αξιοποιήσει το ρόλο της ως πλήρες μέλος της Ένωσης και να έχει κεντρική θέση στην ευρύτερη συζήτηση που γίνεται για το μέλλον της περιοχής.
Είναι προφανές λοιπόν ότι τα πλεονεκτήματα αυτά πρέπει να προστατευθούν. Η έξοδος από την ευρωζώνη δεν μπορεί να είναι επιλογή. Μια τέτοια κίνηση δεν οδηγεί στη σωτηρία αλλά στην πολιτική (και οικονομική) αυτοκτονία. Η κυπριακή κυβέρνηση πρέπει να επιδείξει την απαραίτητη σοβαρότητα, να καταλήξει το συντομότερο δυνατό σε συμφωνία με τους εταίρους και να εφαρμόσει χωρίς παρεκκλίσεις και καθυστερήσεις τα σκληρά αλλά αναγκαία μέτρα που χρειάζονται έτσι ώστε η Κύπρος να μπορέσει να συνεχίσει να είναι ισότιμο μέλος της Ένωσης και της Ευρωζώνης.