Είχε δεν είχε το «άσυλο» εξελίχτηκε στο κορυφαίο hashtag των ημερών. Ένα hashtag που αποτελεί σημείο αναφοράς και αντιπαραθέσεων – πολιτικών και μη – που λίγο αγγίζουν την ουσία του ζητήματος. Συνήθως δεν την αγγίζουν και καθόλου. Και η ουσία δεν είναι βέβαια ποιος θα δίνει την άδεια στην αστυνομία να παρέμβει στα πανεπιστήμια αλλά ποιος έδωσε την άδεια να μετατραπούν τα εκπαιδευτικά ιδρύματα σε άντρα παρανομίας.
Το πρόβλημα είναι βαθύτερο και υπερβαίνει κατά πολύ την αστυνομική του διάσταση. Βρίσκεται στην απάντηση που αρνούμαστε πεισματικά και διακομματικά να δώσουμε σε όλη τη διάρκεια της μεταπολίτευσης σε κρίσιμα ερωτήματα όπως τι ακριβώς καλείται να προστατέψει αυτό το άσυλο και από ποιόν; Ή, τι είναι η Παιδεία, ποιες οι αξίες της, πως θα τις αναδείξουμε και θα τις υπερασπιστούμε; Ή, ακόμα πιο κρίσιμο ερώτημα, τι είναι η Δημοκρατία και τι σημαίνει «άσυλο» δημοκρατίας στην ουσία, σε μια δημοκρατική χώρα; Αποφεύγοντας να απαντήσουμε στα ερωτήματα αυτά, αποφεύγουμε συνειδητά να αντικρίσουμε κατάματα την επιδεινούμενη συνεχώς κατάσταση στην Παιδεία μας και την υποβάθμιση της Δημοκρατίας μας.
Γιατί το «Ακαδημαϊκό άσυλο» δεν είναι το μόνο άσυλο παρανομίας που υπερασπιζόμαστε. Η Βουλή έχει μετατραπεί κι αυτή σε άσυλο της αυθαιρεσίας και κάθε είδους κατάχρησης της εξουσίας. Την ίδια στιγμή η χώρα ολόκληρη μετατρέπεται ταχύτατα σε άσυλο φοροδιαφυγής, ανυπακοής στους νόμους και απαξίωσης των θεσμών.
Προσπαθούμε να κρυφτούμε στη σκιά μια συλλογικής εθνικής ασυλίας, ακόμα κι αν ξέρουμε ότι την ασυλία αυτή θα ακολουθήσει η εθνική καταστροφή.