Έχουμε επισημάνει, με άλλες ευκαιρίες, τους κινδύνους και τις παγίδες που εμπερικλείονται στην έννοια και την δημόσια πολιτική της «Εθνικής Ασφάλειας». Το πρόβλημα μ? αυτήν είναι ότι το αντικείμενό της μπορεί να διευρύνεται τόσο πολύ ώστε να γίνεται ένα πασπαρτού, με το οποίο μπορεί η εκάστοτε κυβέρνηση να απαγορεύει η να επιτρέπει πράξεις και συμπεριφορές τις οποίες δεν θα μπορούσε, υπό άλλες συνθήκες, να ρυθμίσει.
Η Εθνική Ασφάλεια έγινε trend στην πολιτική, κυρίως, μετά την 11η Σεπτεμβρίου 2001, στις ΗΠΑ, και τις τρομοκρατικές επιθέσεις των ισλαμιστών. Το Υπουργείο Εθνικής Ασφάλειας των ΗΠΑ είναι το μεγαλύτερο από άποψη προϋπολογισμού και αρμοδιοτήτων στην χώρα. Περιλαμβάνει από τα κλασικά αντικείμενα της Πολιτικής Προστασίας (π.χ. σεισμοί, πλημμύρες) μέχρι τις τρομοκρατικές επιθέσεις και την κυβερνο-ασφάλεια. Εν ολίγοις, υπό μια διοικητική ομπρέλα έχουν συγκεντρωθεί αντικείμενα τα οποία, στη χώρα μας, ασκούνται από το Υπουργείο Προστασίας του Πολίτη, το Υπουργείο Εσωτερικών, το Υπουργείο Εθνικής Άμυνας και, κατά περίπτωση, από μια ντουζίνα νομικών προσώπων και οργανισμών με δυσδιάκριτες αρμοδιότητες.
Η έννοια της Εθνικής Ασφάλειας κάνει, έκτοτε, διαφορετική καριέρα σε κάθε χώρα. Συναρτάται, συνήθως, με τη συγκεντρωση εξουσίας σε ένα σημείο. Την σχετική πολιτική ασκούν οι ίδιοι αρχηγοί των κρατών μέσω κάποιων παρένθετων υπουργών και κομματικών φίλων-συμβούλων. Πέραν, όμως, της δομής που μπορεί να είναι, αναλόγως της χώρας, περισσότερο ή λιγώτερο αυστηρή, σημαντικότερος είναι ο λειτουργικός προσδιορισμός της Εθνικής Ασφάλειας. Για να γίνει αποδεκτή μια τόσο ελαστική έννοια και πολιτική θα πρέπει να λειτουργούν, άψογα, οι ελεγκτικοί μηχανισμοί σ? όλα τα επίπεδα διακυβέρνησης καθώς επίσης και οι θεσμοί της Δημοκρατίας, έτσι ώστε να αντιμετωπίζεται, αποφασιστικά, κάθε κατάχρηση εξουσίας.
Σε χώρες, όμως, όπως η Ελλάδα, που οι θεσμοί διακυβέρνησης είναι ασθενικοί, η λογοδοσία περιορισμένη και η κοινωνία πολιτών αδύναμη, η Εθνική Ασφάλεια μπορεί ν? αποτελέσει έναν Δούρειο Ίππο για τον περιορισμό των δικαιωμάτων και των συνταγματικά κατοχυρωμένων ελευθεριών.
Ένα τέτοιο παράδειγμα συνιστά ο τελευταίος νόμος για την πολιτική προστασΙα (Ν.4662/2020). O νόμος αυτός, αρκετούς μήνες μετά την ψήφισή του, παραμένει ανεφάρμοστος, εξ αιτίας των πολλαπλών επικαλύψεών του με άλλες κρατικές δομές. Εθνική στρατηγική Ασφάλειας δεν υπάρχει, ειμή μόνον η αναβάθμιση του ΓΓ Πολιτικής Προστασίας σε Υφυπουργό. Αρκεί, όμως, αυτό για την άσκηση μιας αποτελεσματικής πολιτικής Εθνικής Ασφάλειας;
Οι νόμοι-φληναφήματα συνοδεύονται από τις δηλώσεις διάφορων υπουργών που επικαλούνται, κατά το δοκούν, την Εθνική Ασφάλεια προκειμένου να μην κάνουν τα εκ του ρόλου τους οφειλόμενα. Σ? αυτή την κατηγορία εντάχθηκε, εσχάτως, ο κ. Οικονόμου, υφυπουργός κι αυτός, στο Υπουργείο Προστασίας του Πολίτη. Ο εν λόγω αρνήθηκε, εντός Κονοβουλίου, κατά τη διαδικασία κοινοβουλευτικού ελέγχου να παράσχει στοιχεία για τις λεγόμενες «ευπαθείς ομάδες» που φυλάσσονται από την Ελληνική Αστυνομία και για την οποίες ημείς, οι Έλληνες φορολογούμενοι, πληρώνουμε σημαντικό τίμημα.
Με τρόπο, μάλιστα, που δεν συνάδει προς την κοινοβουλευτική τάξη και την ιδιότητά του, επετέθη στον βουλευτή του Κινήματος Αλλαγής Γ. Καμίνη, ο οποίος υπέβαλε σχετική ερώτηση.
Η Εθνική Ασφάλεια, ωστόσο, δεν κινδυνεύει από τις ερωτήσεις των βουλευτών τη αντιπολίτευσης. Αντιθέτως, αυτή μακροημερεύει όταν υπάρχει διαφάνεια και έλεγχος. Περαιτέρω, η Εθνική Ασφάλεια ενισχύεται όταν η εθνική οικονομία προοδεύει, όταν υπάρχει προοπτική ευημερίας και αισιοδοξία στους Έλληνες. Η Εθνική Ασφάλεια ενισχύεται όταν υπάρχει χρηστή διοίκηση, κι όταν οι υπουργοί και οι υπουργίσκοι δεν αναλώνονται σε επικοινωνιακές πιρουέτες προς τέρψι των ψηφοφόρων τους.
Η Εθνική Ασφάλεια προϋποθέτει μεγάλης έκτασης συνεννόηση και συναίνεση τόσο μεταξύ των κομμάτων όσο και εντός της κοινωνίας. Δεν ευδοκιμεί, αντιθέτως, όταν υπάρχουν συμπεριφορές και ενέργειες που την τραυματίζουν, όπως αυταρχισμός και έπαρση όπως αυτή που επιδεικνύουν αρκετά κυβερνητικά στελέχη.
Μάλιστα, η μη τιμωρία όσων αλλαζόνων θεωρούν ότι πρέπει να μας φυλάξουν, εν είδει παιδονόμων, από τους κακούς που ελλοχεύουν παραπέμεπει σε άλλες, νοσηρές εποχές. Παρήλθαν, όμως, ανεπιστρεπτί οι καιροί εκείνοι και είναι καιρός όσοι εξακολουθούν να τους αναπολούν να αλλάξουν πλευρό.
Η Δημοκρατία, το Κίνημα Αλλαγής, οι Έλληνες Πολίτες δεν θα ξαναμπούμε σε κανένα γύψο μ? όποιο επιχείρημα κι αν αυτός παρουσιάζεται.