Η επόμενη μέρα για τη ΔΗΜΑΡ

Μάνος Ματσαγγάνης 18 Δεκ 2013

Με το τέλος του 2ου συνεδρίου της ΔΗΜΑΡ ολοκληρώνεται η μετάλλαξη του κόμματος αυτού από πάλαι ποτέ ελπίδα του τόπου σε ένα από τα πιο αρτηριοσκληρωτικά πολιτικά σχήματα της πρόσφατης ιστορίας του. Πώς θα επηρεάσει αυτό τις πολιτικές εξελίξεις, και ειδικά στον χώρο της κεντροαριστεράς;

Κατ’ αρχήν, μια απαραίτητη διευκρίνιση: Παρότι οργανωτικά παραμένω ακόμη μέλος της ΔΗΜΑΡ, συναισθηματικά έχω αποχωρήσει προ πολλού. Όχι επειδή κάποια στιγμή βρέθηκα στη μειοψηφία – αυτό όντως συνέβη, αλλά κάτι τέτοια ποτέ δεν με ενόχλησαν. Άλλος ήταν ο κύριος λόγος: ότι το κόμμα αυτό έπαψε να συζητά, να σκέφτεται συλλογικά, ακόμη και να διαφωνεί, όπως είναι φυσικό να διαφωνούν άνθρωποι που πονούν μια κοινή υπόθεση.

Πράγματι, οι πιο σημαντικές αποφάσεις στη σύντομη ιστορία της ΔΗΜΑΡ ξεπήδησαν έτοιμες από το κεφάλι του προέδρου της, χωρίς την παραμικρή συζήτηση στα αρμόδια (υποτίθεται) όργανα. Η επιμονή σε μια soft αντιμνημονιακή τοποθέτηση. Η μη συμμετοχή στην κυβέρνηση Παπαδήμου. Η εκλογική συνεργασία με όσους από τους πρώην εθνολαϊκιστές (ενίοτε αυριανιστές) δεν χώρεσαν στον ΣΥΡΙΖΑ. Η συμμετοχή στην κυβέρνηση Σαμαρά. Η φαεινή ιδέα του συστήματος 4-2-1, δηλαδή της απλής αναλογικής στους κομματικούς διορισμούς σε κρατικές θέσεις. Οι «κόκκινες γραμμές» για το επίδομα γάμου. Οι πλάγιες εξυπηρετήσεις στους δικαστές και τους δικηγόρους. Η αποχώρηση από την κυβέρνηση Σαμαρά. Η απόρριψη της πρωτοβουλίας των 58. Η «αριστερή στροφή». Όλα αυτά με πρωτοβουλία μιας στενής ομάδας, που επιζητούσε εκ των υστέρων την έγκριση των κομματικών οργάνων – και την έπαιρνε! Όπως στις χειρότερες παραδόσεις των κομμουνιστικών κομμάτων ή του ΠΑΣΟΚ του Ανδρέα Παπανδρέου.

Στο πανεπιστήμιο (όπου εργάζομαι), δυο-τρία ηγετικά στελέχη της ΔΗΜΑΡ κατάφεραν μέσα σε λίγα χρόνια να σπαταλήσουν το τεράστιο πολιτικό κεφάλαιο που είχε συσσωρευτεί την αμέσως προηγούμενη περίοδο. Όταν χιλιάδες πανεπιστημιακοί επέλεξαν να ασχοληθούν για πρώτη φορά ή μετά από πολύ καιρό με τα κοινά για να ανατρέψουν μια ακροαριστερή συνδικαλιστική ηγεσία που φλέρταρε ανοιχτά με τη βία και την ανομία, εκλέγοντας μια μετριοπαθή προοδευτική και μεταρρυθμιστική πλειοψηφία. Ε λοιπόν, σήμερα η κατάσταση είναι αγνώριστη: οι συνδικαλιστές της ΔΗΜΑΡ ανέτρεψαν την κεντροαριστερή ηγεσία της ΠΟΣΔΕΠ (ομοσπονδίας των πανεπιστημιακών) στην οποία συμμετείχαν, δεν ενδιαφέρονται πια για τη μεταρρύθμιση των πανεπιστημίων, και γενικώς κανείς δεν γνωρίζει ποιον και τι ακριβώς εκπροσωπούν. Μεγάλο επίτευγμα, και όχι εύκολο: χρειάστηκε πρώτα να διαλυθεί η πολυπληθέστερη και δυναμικότερη οργάνωση της ΔΗΜΑΡ, ο τομέας παιδείας. Τα πιο ζωντανά μέλη της οργάνωσης, με την πιο πρωτότυπη σκέψη, έχουν πλέον αποχωρήσει ή περιθωριοποιηθεί. Αλλά η ηγεσία είναι πολύ ευχαριστημένη που έχει αποκαταστήσει την τάξη.

Επαναλαμβάνω, το να ανήκεις σε ένα κόμμα που απορρίπτει τη μια ή την άλλη πρότασή σου πάει κι έρχεται. Το να ανήκεις σε ένα κόμμα που δεν σε ακούει καν, δεν λαμβάνει καν υπόψη τη γνώμη σου, δεν έχει κανένα νόημα – εκτός και αν προσβλέπεις σε αδιευκρίνιστα οφέλη, συνήθως όχι ιδιαίτερα ανιδιοτελή. Κάτι τέτοια απομάκρυναν τους εκατοντάδες ανθρώπους «των γραμμάτων και τεχνών» που είχαν υπογράψει το καλοκαίρι του 2010 τη διακήρυξη που χαιρέτιζε με ελπίδα την ίδρυση της Δημοκρατικής Αριστεράς. Η παρακμιακή ατμόσφαιρα του 2ου συνεδρίου δικαίωσε την επιλογή τους να απομακρυνθούν.

Και τώρα τι; Η ηγεσία της ΔΗΜΑΡ αποφάσισε να γυρίσει την πλάτη της στην πρωτοβουλία των 58. Ο υπολογισμός είναι ότι τώρα η πρωτοβουλία αυτή ή θα ξεφουσκώσει ή θα βρεθεί υποτελής σε έναν χώρο που κυριαρχείται από το ΠΑΣΟΚ και τον αγώνα του για επιβίωση.

Πρόκειται για υπολογισμό μυωπικό. Αυτό που θα παιχτεί στην επόμενη φάση δεν είναι η επιβίωση της μιας ή της άλλης κομματικής ηγεσίας: αυτό αφορά ελάχιστους εκτός από τους άμεσα ενδιαφερόμενους. Το διακύβευμα της επόμενης φάσης είναι η ανασυγκρότηση του χώρου μεταξύ ΝΔ και ΣΥΡΙΖΑ σε μια μεγάλη προοδευτική παράταξη που εκτείνεται από το φιλελεύθερο κέντρο έως τη δημοκρατική αριστερά. Μια παράταξη που απορρίπτει τόσο την παλινόρθωση του παλαιοκομματισμού όσο και το μισαλλόδοξο εθνολαϊκισμό. Και που θέλει να εργαστεί για την αποκατάσταση της νομιμότητας παντού, για την ανανέωση των θεσμών, για μια δυναμική οικονομία σε μια κοινωνία συνοχής και αλληλεγγύης. Τίποτε λιγότερο από αυτό.

Δεν ξέρω αν η προσπάθεια των 58 για την ανασυγκρότηση της κεντροαριστεράς θα πετύχει. Ξέρω όμως πώς αποκλείεται να πετύχει: με τη μέθοδο των συνεννοήσεων με τις κομματικές ηγεσίες πίσω από κλειστές πόρτες. Σέβεται τα σημερινά κόμματα, αλλά πηγαίνει πέρα από αυτά. Για αυτό απευθύνεται σε όλους τους πολίτες που δηλώνουν «κεντροαριστεροί», είτε ανήκουν στα σημερινά κόμματα είτε (όπως είναι συνηθέστερο) όχι. Στους πολίτες αυτούς – όχι στα κομματικά επιτελεία – θα πρέπει να δοθεί ο πρώτος λόγος για όλες τις κρίσιμες αποφάσεις: επιλογή συμβόλων και ονόματος, επεξεργασία του προγράμματος, επιλογή υποψηφίων στις ευρωπαϊκές και αυτοδιοικητικές εκλογές του Μαΐου. Με προκριματικές εκλογές και εσωτερικά δημοψηφίσματα, όπου δικαίωμα συμμετοχής θα έχουν όλοι όσοι θέλουν να συμβάλλουν στην ανασυγκρότηση του χώρου.

Σε αυτή την προσπάθεια οι πόρτες είναι ανοιχτές σε όλους. Οπωσδήποτε στα εκατοντάδες μέλη της ΔΗΜΑΡ που αγωνίστηκαν να πείσουν την ηγεσία να αγκαλιάσει την πρωτοβουλία – και απέτυχαν. Αλλά ασφαλώς και στα υπόλοιπα μέλη, σε όσους δεν έχουν πειστεί ακόμη.

Στα 3+ χρόνια που βρέθηκα στο κόμμα αυτό γνώρισα περισσότερους επαγγελματίες της πολιτικής και αδίστακτους «τεχνικούς της εξουσίας» από όσους περίμενα. Αλλά γνώρισα επίσης χιλιάδες καθαρούς ανθρώπους που ενθουσιάζονται, παθιάζονται, απογοητεύονται, ηττώνται, και είναι έτοιμοι να αρχίσουν πάλι από την αρχή. Αυτοί οι άνθρωποι, δημοκράτες και αριστεροί, προοδευτικοί στις ιδέες και φιλελεύθεροι στη συμπεριφορά, είναι πολύτιμη πρώτη ύλη της αυριανής Ελλάδας. Με αυτούς τους ανθρώπους δεν πρέπει να χαθούμε.