Η επόμενη ήττα του ΣΥΡΙΖΑ ως ύστατη ελπίδα για την Κεντροαριστερά

Αλέξανδρος Ονουφριάδης 03 Σεπ 2019

ΤΟ ΒΗΜΑ

Mεγάλη συζήτηση έχει ανοίξει σχετικά με το αν το μέλλον του ΣΥΡΙΖΑ βρίσκεται στην σοσιαλδημοκρατία ή για να θέσουμε τη συζήτηση στη σωστή βάση, αν το μέλλον της σοσιαλδημοκρατίας στην Ελλάδα μπορεί να είναι ο ΣΥΡΙΖΑ.

Ο ηράκλειος άθλος που καλείται να φέρει εις πέρας ο ΣΥΡΙΖΑ μέσα στα επόμενα 4 χρόνια έχει να κάνει με το πως θα καλύψει τις 9 μονάδες που το χωρίζουν από τη ΝΔ. Αυτό είναι άμεσα συνυφασμένο πολιτικά με το προοδευτικό κέντρο και κοινωνικά με τη μεσαία τάξη. Επειδή γίνονται πολλοί παραλληλισμοί με το ΠΑΣΟΚ του Ανδρέα Παπανδρέου να υπενθυμίσουμε ότι το βρώμικο 89 σε συνθήκες απόλυτης πόλωσης το ΠΑΣΟΚ έχασε με 5 μονάδες από τη ΝΔ (και όχι με 9). Μπορεί ο ίδιος ηγέτης με τα ίδια πρόσωπα να κερδίσει το τμήμα του εκλογικού σώματος που τον καταψήφισε;

Συνεπώς, το ζήτημα έγκειται στο αν η μεσαία τάξη που αφαιμάχθηκε τα 4.5 χρόνια της συριζαϊκής διακυβέρνησης (έχοντας ήδη υποστεί οριζόντια μείωση του εισοδήματος της τα πρώτα 5 χρόνια τη οικονομικής κρίσης) θα μπορέσει να εμπιστευτεί το μέλλον της στον κ. Τσίπρα. Πρόκειται για ένα δύσκολο εγχείρημα για τον πρώην πρωθυπουργό και το επιτελείο του για τους εξής λόγους:

Πρώτον, διότι η οικονομία την επόμενη τετραετία θα βρίσκεται σε ανάκαμψη και οι διάφορες φοροελαφρύνσεις που εξήγγειλε η κυβέρνηση ήδη αγγίζουν την τσέπη της μεσαίας τάξης (σε αντίθεση με την επιδοματική πολιτική της απελθούσης κυβέρνησης). Είναι πολύ πιθανόν όσο πλησιάζουμε στις επόμενες εκλογές να ανασύρεται από την κυβερνητική παράταξη η φορομπηχτική πολιτική της αριστεράς ως μπαμπούλας για να τρομάζει την μεσαία τάξη. Παρόμοιο φαινόμενο συναντάται και στο Ηνωμένο Βασίλειο, όπου παρά τις παλινωδίες των συντηρητικών για το Brexit, ο μέσος Άγγλος δύσκολα θα ψηφίσει τον Τζέρεμι Κόρμπιν για να υπερφορολογηθεί την επόμενη μέρα.

Δεύτερον, το κλείσιμο της ψαλίδας εξαρτάται από την αντιπολιτευτική τακτική που θα ακολουθήσει ο ΣΥΡΙΖΑ. Οι πρώτες ενδείξεις δείχνουν ότι δύσκολα θα αποτινάξει το παρελθόν του στις πλατείες των αγανακτισμένων ενώ ήδη αντιπολιτεύεται τη νυν κυβέρνηση με τα ίδια επιχειρήματα που χρησιμοποιούσε πριν τις εκλογές. Βέβαια, οφείλουμε να σημειώσουμε ότι ο ΣΥΡΙΖΑ βρίσκεται εγκλωβισμένος μεταξύ του ΜΕΡΑ25 και του ΚΙΝΑΛ. Όσο θα πηγαίνει να κινηθεί προς το κέντρο, τόσο θα κινδυνεύει να χάνει από τα αριστερά του και την λεγόμενη αντισυστημική ψήφο που τον οδήγησε στην εξουσία το 2015. Από την άλλη, όσο παραμένει αγκυλωμένος στις αριστερές του ιδεοληψίες τόσο απομακρύνεται από το κέντρο, το οποίο του είναι απαραίτητο για να κατακτήσει την εξουσία. Μπορεί το ΚΙΝΑΛ και το ΜΕΡΑ25 να φαίνονται μικρά κόμματα μπροστά στο δυσθεώρητο 30% που έλαβε ο ΣΥΡΙΖΑ στις τελευταίες εκλογές, όμως είναι ικανά να του στερήσουν την εξουσία και να καταστήσουν τη ΝΔ ως το φυσικό κυβερνών κόμμα. Με αλλά λόγια, ο ΣΥΡΙΖΑ κινδυνεύει να κολλήσει στο ποσοστό που έλαβε στις τελευταίες εκλογές αφού δύσκολα θα μπορέσει να συγκινήσει τη μεσαία τάξη.

Τρίτον, η πολυπόθητη μεταμόρφωση του ΣΥΡΙΖΑ σε ένα σύγχρονο σοσιαλδημοκρατικό κόμμα προσκρούει στο ότι διατηρεί την ίδια ηγετική ομάδα, η οποία καταψηφίστηκε στις πρόσφατες εκλογές. Ο πρώην πρωθυπουργός δύσκολα θα ανοίξει το κόμμα στην κοινωνία και πιθανόν να περιοριστεί σε κάποιες συμβολικές κινήσεις με τους γνωστούς γυρολόγους και γεφυροποιούς της κεντροαριστεράς.

Αντιθέτως, κουμάντο στο ΣΥΡΙΖΑ θα κάνει ο κ. Τσίπρας και άτομα του στενού του κύκλου (Παππάς, Τζανακόπουλος, Αχτσιόγλου, Πολάκης, Γεροβασίλη), τα οποία αποτελούν κόκκινο πανί για τους κεντρώους ψηφοφόρους και είναι ασύμβατα με προσωπικότητες του προοδευτικού κέντρου.

Η ήττα του ΣΥΡΙΖΑ στις επόμενες εκλογές είναι απαραίτητη προϋπόθεση για την αναγέννηση της κεντροαριστεράς. Η κομμουνιστογενής αριστερά που ανδρώθηκε στις πλατείες των αγανακτισμένων και κυβέρνησε χέρι-χέρι με την ακροδεξιά δεν συμβαδίζει με τις ανάγκες και το όραμα του προοδευτικού κέντρου, αλλά ούτε σχετίζεται με την σύγχρονη σοσιαλδημοκρατία όπως διαμορφώνεται στον 21ο αιώνα.

Ο Δρ. Αλέξανδρος Ονουφριάδης είναι μεταδιδακτορικός ερευνητής στον τομέα της Ιατρικής Γενετικής του King’s College London