Η επόμενη ημέρα

Δημήτρης Σκάλκος 24 Απρ 2014

Η επιτυχής δοκιμαστική και περιορισμένη έξοδος στις αγορές, αν και μικρής κλίμακας ως προς τις δημοσιονομικές της επιπτώσεις, υπήρξε αναμφίβολα σημαντική εξέλιξη ως προς τις πολιτικές της συνέπειες: στη βελτίωση της δημόσιας εικόνας της χώρας στη διεθνή σκηνή και την εμπέδωση θετικού κλίματος για την δύσκολη συνέχεια, την αίσθηση αποτελεσματικής αξιοποίησης των (άνισα κατανεμημένων) θυσιών ενός δοκιμαζόμενου, κουρασμένου και αποθαρρυμένου κοινωνικού σώματος.

Καθώς φαίνεται να απομακρύνεται οριστικά ο κίνδυνος της πλήρους κατάρρευσης που θα έφερνε ενδεχόμενη έξοδος της χώρας από την ευρωζώνη, έρχεται η στιγμή της επιστροφής στην πραγματική πολιτική. Η εφαρμογή δύο κοινωνικά επώδυνων προγραμμάτων προσαρμογής (Μνημόνιο 1 και 2), οδήγησε σε μία εντυπωσιακή συρρίκνωση του ελλείμματος και σε σημαντικές παρεμβάσεις σε μία σειρά τομέων (αγορές εργασίας, ανα-κεφαλαιοποίηση των τραπεζών, εξορθολογισμός λειτουργιών και δαπανών της δημόσιας διοίκησης). Ωστόσο, πολλά μένουν ακόμη να γίνουν σε τομείς όπως οι αγορές προϊόντων και υπηρεσιών, ο περιορισμός της φοροδιαφυγής, η ολοκλήρωση της μεταρρύθμισης του δημόσιου τομέα (OECD Economic Surveys Greece, November 2013).

Οι εναπομένουσες αλλαγές αφορούν τομείς στους οποίους εμπλέκονται ευάριθμες επαγγελματικές οργανώσεις και κοινωνικές ομάδες που λειτουργούν ως ισχυροί «παράγοντες αρνησικυρίας» (veto players) προβάλλοντας προσκόμματα απέναντι σε κάθε αλλαγή που απειλεί να μεταβάλει τις ισορροπίες. Δεν θα μπορούσε να γίνει διαφορετικά καθώς οι απαιτούμενες αλλαγές προϋποθέτουν την μετάβαση του εγχώριου πολιτικού και οικονομικού συστήματος σε ένα άλλο «παράδειγμα» λειτουργίας.

Σε ένα τέτοιο περιβάλλον, η επιτυχής προώθηση και εφαρμογή ενός προγράμματος μεταρρυθμίσεων δεν είναι αποτέλεσμα οικονομικού τεχνοκρατισμού, πολιτικού βολονταρισμού ή έξωθεν επιβαλλόμενων επιλογών. Γι’ αυτό, είναι σημαντικό να στρέψουμε την προσοχή μας σε ορισμένα παραγνωρισμένα ζητήματα πολιτικής οικονομίας των μεταρρυθμίσεων. Ανάμεσά τους επιλέγουμε τα παρακάτω:

Πολιτική Διακυβέρνηση. Η Ελλάδα βρίσκεται στις τελευταίες θέσεις σχεδόν σε όλους τους δείκτες που συνθέτουν την «καλή διακυβέρνηση» που όμως αποτελεί την αναγκαία συνθήκη κάθε επιτυχούς μεταρρυθμιστικού προγράμματος. Απαιτούνται εκτεταμένες παρεμβάσεις από τη λογοδοσία της δημόσιας διοίκησης μέχρι την συνταγματική αναθεώρηση και την ανανέωση του πολιτικού προσωπικού.

Κοινωνική προστασία. Το στρεβλά δομημένο σύστημα κοινωνικής προστασίας, όχι μόνο φάνηκε αναποτελεσματικό στην αντιμετώπιση των κοινωνικών συνεπειών της κρίσης αλλά και πολλαπλασίασε τις κοινωνικές και οικονομικές ανισότητες, με τις γνωστές τραγικές συνέπειες για ευρύτατες πληθυσμιακές ομάδες. Παράλληλα γνωρίζουμε ότι τα ζητήματα (ανισο)κατανομής των βαρών επηρεάζουν την κοινωνική υποστήριξη των προγραμμάτων προσαρμογής (Georgia Kaplanoglou, Vassilis T. Rapanos and Ioanna C. Bardakas, “Does fairness matter for the success of fiscal consolidation?”, April 2013)

Εμπιστοσύνη. Η απουσία κοινωνικής εμπιστοσύνης καταγράφεται ως ανασχετικός παράγοντας κάθε συλλογικής δράσης. Η εμπειρική έρευνα υποδεικνύει ότι σε κοινωνίες «χαμηλής εμπιστοσύνης» όπως η ελληνική τα άτομα επιθυμούν την κρατική παρέμβαση (ρύθμιση) ακόμη και όταν αυτή συνοδεύεται από φαινόμενα διαφθοράς (Aghion et al., “Regulation and Distrust”, NBER working paper series, January 2009). Είναι προφανές ότι οι νοοτροπίες και οι συμπεριφορές μεταβάλλονται αργά και βαθμιαία στο χρόνο. Είναι σημαντικό ωστόσο, κάθε στιγμή να δίνεται το ορθό μήνυμα μέσα από την παραδειγματική εφαρμογή των «κανόνων του παιχνιδιού» (θεσμοί) και την αξιολόγηση των ατομικών συμπεριφορών των κυβερνώντων.

Η ελληνική κοινωνία, έπειτα από το ισχυρό σοκ που υπέστη, δείχνει έτοιμη να αλλάξει σελίδα. Η τυφλή αγανάκτηση δίνει σταδιακά τη θέση της στην ψύχραιμη αποτίμηση του παρελθόντος και η αφ’ υψηλού αυτομαστίγωση στη θετική δράση. Ο κίνδυνος σήμερα δεν προέρχεται από τη βίαιη απόρριψη του πολιτικού συστήματος, αλλά μάλλον από την απογοήτευση που φέρνει η απουσία πειστικής εναλλακτικής πρότασης. Αυτό ωθεί τους πολίτες να αποτραβηχτούν στις ατομικές στρατηγικές επιβίωσης και τελικά στην αποστασιοποίηση από την πολιτική συμμετοχή. Είναι περισσότερο παρά ποτέ αναγκαίο να επεξεργαστούμε ένα εθνικό πρόγραμμα ανασυγκρότησης.

Φοβούμαστε ωστόσο ότι, στην παρούσα προεκλογική περίοδο η στρατηγική επιλογή όξυνσης της πολιτικής αντιπαράθεσης καθώς και η μάλλον πρωτότυπη (όπως εφαρμόζεται) για τα ευρωπαϊκά δεδομένα κυβερνητική επιλογή του σταυρού, δεν αφήνουν πολλά περιθώρια για μία ουσιαστική πραγμάτευση των παραπάνω ζητημάτων. Μπορούμε ωστόσο να τα συζητήσουμε την επόμενη μέρα, με τις πολιτικές δυνάμεις και με τους συσχετισμούς ισχύος που θα έχουν προκύψει από την εκλογική διαδικασία. Αυτό βέβαια αποτελεί ένα άλλο δύσκολο ζήτημα…