Η επιστροφή του εθνικισμού και η ευθύνη της Αριστεράς

16 Απρ 2012

Σε παλιότερο μου άρθρο στην Κυριακάτικη Αυγή με τίτλο «Η Διεθνής του Εθνικισμού», είχα υποστηρίξει ότι οι εθνικιστικές δυνάμεις στις βαλκανικές χώρες αλληλο-επιδρούν ενισχυτικά μεταξύ τους, με σκοπό την πολιτική τους ενδυνάμωση. Σήμερα, η οικονομική κρίση που μαστίζει την Ευρώπη δημιουργεί ένα ακόμα πιο πρόσφορο έδαφος για την εξάπλωση ακραίων εθνικιστικών και ξενοφοβικών ιδεολογιών. Σαν αποτέλεσμα, αυτές οι δυνάμεις σήμερα αποτελούν όλο και πιο κεντρικές ιδεολογίες στις χώρες τους, συμπεριλαμβανομένης και της Ελλάδας..

Τα αντίστοιχα φαινόμενα που παρατηρούνται στην Δυτική Ευρώπη επαναφέρουν αδιανόητες ως πρόσφατα πολιτικο-κοινωνικές καταστάσεις και θέτουν σε κίνδυνο τα όποια κεκτημένα του Ευρωπαϊκού κοινωνικού κράτους σχετικά με τα δικαιώματα του πολίτη. Το αδιανόητο έχει επιστρέψει στην Ευρώπη του 21ου αιώνα και η πρόκληση για εμάς είναι αυτό το αδιανόητο, που έχει το πρόσωπο του αυταρχισμού, του εθνικισμού και της επιθετικότητας απέναντι στο διαφορετικό, να μην είναι αναπόφευκτο και χωρίς επιστροφή.

Επικεντρώνοντας στην Βαλκανική και στις διμερείς μας σχέσεις, παρατηρούμε στις όμορες προς εμάς χώρες την Αλβανία και την ΠΓΔ Μακεδονίας μια εθνικιστική έξαρση. Στην Αλβανία, η ενδυνάμωση της Μαυρο-Κόκκινης Συμμαχίας και η μετάλλαξή της σε κόμμα καθώς επίσης και η συμμετοχή στην κυβέρνηση του Τσάμικου κόμματος, αλλά πολύ περισσότερο η επιρροή που ασκούν στην κοινωνία και την πολιτική ατζέντα στην Αλβανία, ένα μόλις χρόνο πριν τις εκλογές, είναι φαινόμενο ανησυχητικό. Η πολιτική τους επιρροή ενισχύεται από την κομματισμό, την διαφθορά και την ανεργία και την ανάγκη των νέων της χώρας για κάτι καινούργιο.

Για την λυπηρή και επικίνδυνη κατάσταση στην ΠΓΔ Μακεδονίας δεν χρειάζεται να επεκταθούμε ιδιαίτερα. Η εθνικιστική πολιτική αρχαιολαγνείας της κυβέρνησης Γκρουέφσκι οδηγεί στην μετάλλαξη του Σλαβομακεδονικής ταυτότητας, μέσα από κακόγουστες φιέστες. Για την πορεία αυτή των Σλαβομακεδόνων γειτόνων μας, θα πρέπει να αναλογιστούμε τις ευθύνες μας. Ως κάθε εθνικιστική πολιτική συνδυάζεται με αυταρχικά μέτρα στο εσωτερικό της χώρας, κυρίως κατά των αντιπολιτευόμενων μέσων μαζικής επικοινωνίας, που έχει καταδικαστεί από πολλούς διεθνείς οργανισμούς και την Ευρωπαϊκή Ένωση.

Αντίστοιχα φαινόμενα παρατηρούνται τόσο στην Σερβία, όσο και στο Κόσοβο. Οι συντηρητικές και εθνικιστικές πολιτικές δυνάμεις θα ενισχυθούν ιδιαίτερα στις επερχόμενες εκλογές στην Σερβία και είναι πιθανόν να σχηματίσουν την επομένη κυβέρνηση στο Βελιγράδι. Μια κυβέρνηση που θα πρέπει να συνεχίσει τον διάλογο με την Πρίστινα και τις Βρυξέλλες. Είναι κατανοητές οι δυσκολίες που πιθανόν θα προκύψουν. Επίσης στο Κόσοβο, το εθνικιστικό και στην πράξη προκλητικό κίνημα «Αυτοδιάθεση» έχει ιδιαίτερη απήχηση στην νεολαία του Κοσόβου, όπως και στην Αλβανία. Εκεί που οι κρατικές δομές είναι στα σπάργανα και οι δημοκρατικοί θεσμοί αναιμικοί, τέτοια κινήματα μπορούν να οριοθετήσουν την πολιτική ατζέντα και να επηρεάσουν τις εθνοτικές σχέσεις και εξελίξεις.

Σε αυτές τις ιστορικές στιγμές για την Ευρώπη και τα Βαλκάνια, τι έχει να προτείνει η Ελλάδα; Είναι ατυχές και λυπηρό το γεγονός ότι σε μεγάλες ιστορικές στιγμές στην Ευρώπη η Ελλάδα ήταν απούσα. Το 1989 με την κατάρρευση του υπαρκτού σοσιαλισμού, όσο και σήμερα, η Ελλάδα βρίσκεται σε μεγάλη κρίση (το 1989 με το σκάνδαλο Κοσκωτά και σήμερα με την οικονομική κρίση). Η συνεπαγόμενη εσωστρέφεια, δεν έδωσε την δυνατότητα στην χώρα να ασχοληθεί δημιουργικά, να κατανοήσει και να εκμεταλλευτεί παραγωγικά τα όποια συγκριτικά πλεονεκτήματα θα μπορούσε να έχει.

Σήμερα λοιπόν η χρεοκοπημένη οικονομικά και πληγωμένη κοινωνικά Ελλάδα κινδυνεύει να συρθεί στον εθνικισμό, δημιουργώντας νέα (όσο και παλιά) προβλήματα στις διεθνείς σχέσεις μας. Η πιθανότατη άνοδος στην εξουσία μιας συντηρητικής και εθνικιστικής δεξιάς, υπό την παρούσα ηγεσία και τον ιδεολογικό μανδύα του εθνικιστικού group 21 μόνο οιωνός καλών εξελίξεων δεν μπορεί να θεωρηθεί. Το ναυάγιο της συμφωνίας με τα Σκόπια το 1992 για την ονομασία «Νέα Μακεδονία» (που τώρα πια είναι μια λύση που η Ελλάδα επιδιώκει), τα συλλαλητήρια για την Μακεδονία, οι προκλήσεις και στήριξη ακραίων στοιχείων της Ελληνικής μειονότητας στην Αλβανία είναι αρνητική παρακαταθήκη για το μέλλον. Σήμερα η ηγεσία της δεξιάς αποφεύγει να δείξει προεκλογικά το πραγματικό της πρόσωπο, αν και το πρόσφατο συνέδριο για την Βόρειο Ήπειρο που οργάνωσε η Νέα Δημοκρατία και τα πανό που εμφανίστηκαν με το ίδιο περιεχόμενο σε ομιλία του Α. Σαμαρά είναι ενδεικτικά των προθέσεων. Περιορίζεται προς το παρόν μόνο σε μια απόλυτα ξενοφοβική και αντι-μεταναστευτική φρασεολογία (το θέμα της κατάργησης του νόμου περί ιθαγένειας είναι ενδεικτικό των διαθέσεων), που ξέρει ότι σε περίοδο κρίσεως θα προσελκύσει περισσότερους ψήφους.

Και ποιος αλήθεια θα αντιπολιτευτεί αυτήν την άκρως επικίνδυνη πολιτική του πιθανού «πολιτικού χειμώνα», που θα δημιουργήσει νέες εντάσεις με τις γείτονες χώρες; Η άκρα δεξιά (Καρατζαφέρης, Χρ.Αυγή, Καμμένος) θα πιέσει περαιτέρω και θα κάνει την πολιτική ατζέντα πιο εθνο-πατριωτική. Το Πασόκ για να συγκυβερνήσει πιθανώς θα αποφύγει τουλάχιστον να τοποθετηθεί ανοιχτά, αφήνοντας ανοιχτές πύλες στην δεξιά στα θέματα εξωτερικής πολιτικής ή ακόμα μπορεί και να συρθεί και το ίδιο σε ακραίες απόψεις (όπως με το μεταναστευτικό) προς άγρα ψήφων και μετεκλογικά προς άγρα υπουργικών θώκων σε μια πιθανή συγκυβέρνηση με την Νέα Δημοκρατία.

Σε αυτή την εθνικιστική τάση, μόνο η Αριστερά μπορεί να αντισταθεί. Και αυτός είναι ο λόγος, μαζί με την αντι-μνημονιακή της στάση, που ελκύει το μένος των δύο μεγάλων κομμάτων. Επιπλέον, αυτό το θέμα είναι κάτι που ενώνει την σε πολλά άλλα διαφωνούσα Αριστερά. Η Ελληνική Αριστερά μαζί με την Ευρωπαϊκή Αριστερά και τις υγιείς δυνάμεις στις γείτονες χώρες, πρέπει σήμερα να χτίσουν μια ασπίδα στην λαίλαπα του διεθνούς εθνικισμού, που γιγαντώνεται μέσα από την οικονομική κρίση.

Στην γειτονιά μας, η Ελλάδα έχει την κύρια ευθύνη για τον συντονισμό και την καταπολέμηση αυτών των επικίνδυνων τάσεων για την εθνική και περιφερειακή σταθερότητα και τους δημοκρατικούς θεσμούς, λόγω της γεωπολιτικής της σημασίας, των μακροχρόνιων και ισχυρών δημοκρατικών δομών και της ύπαρξης μιας Αριστεράς με συγκεκριμένη ιδεολογική βάση και ιστορική πορεία αγώνων και προσφοράς. Πέρα από την προσπάθεια δημιουργίας αναχώματος στον εθνικο-πατριωτισμό, η περιφερειακή συνεργασία της Αριστεράς, θα ενδυναμώσει τις αριστερές και προοδευτικές δυνάμεις στην Βαλκανική, οι οποίες 15 χρόνια μετά το τέλος τους ψυχρού πολέμου, αδυνατούν ακόμα να αρθρώσουν ιδεολογικό αντιπολιτευτικό λόγο και εναλλακτικές προτάσεις, στις κυβερνήσεις των χωρών τους, που χαρακτηρίζονται από αντι-λαϊκές πολιτικές, διαφθορά και υποτέλεια.

Ο Γιάννος Νικολάου είναι Πολιτικός Επιστήμονας