Σε προηγούμενη παράθεση σκέψεών μου πριν λίγες ημέρες είχα τοποθετηθεί για την ανάγκη της χώρας και του πολιτικού συστήματος να υπερβεί το τρίτο και σκληρότερο όλων μνημόνιο. Είχα αναφερθεί στο γεγονός ότι από μόνα τους, τα μέτρα που προβλέπονται δεν αρκούν για να μπορέσουν να περάσουν τη χώρα γρήγορα και εξασφαλισμένα στην ανάπτυξη και στο επόμενο βήμα της.
Θεωρώ ότι όλες οι κυρίαρχες πολιτικές δυνάμεις της χώρας έχουν συνομολογήσει την μοναδικότητα της επιλογής της χώρας προκειμένου να εξασφαλίσει την ασφαλή της πορεία τα επόμενα χρόνια, μέσω της επίτευξης συμφωνίας με τους δανειστές μας. Αυτή την αποκάλεσα τη Πρώτη Μεγάλη Συμφωνία. Και επιζήτησα την επόμενη, τη Δεύτερη Μεγάλη Συμφωνία που μπορούν να συνάψουν οι πολιτικές δυνάμεις της χώρας, πέρα από κομματικές παρωπίδες και συντεχνιακές λογικές.
Μια Δεύτερη Μεγάλη Συμφωνία που θα αφορά στις πραγματικά μεγάλες διαρθρωτικές αλλαγές που μπορούν και πρέπει να γίνουν στη χώρα, τώρα που πλέον όλοι κατανοούμε ότι το προηγούμενο μοντέλο πάνω στο οποίο βασίστηκε η χώρα έχει πλέον καταστεί ανεπαρκές. Το τρίτο Μνημόνιο είναι κυρίαρχα δημοσιονομικό. Και είναι λογικό. Οι δανειστές εξασφαλίζουν τη ροή χρήματος σε μια οικονομία και αποζητούν τους όρους εκείνους που θα μας κάνουν αξιόπιστους.
Όμως εκείνο που πραγματικά χρειάζεται η χώρα, έχοντας πλέον καλύψει τις βασικές χρηματοδοτικές της ανάγκες για τα επόμενα τρία χρόνια είναι να προχωρήσει σε όλες εκείνες τις αλλαγές που δεν τολμούσαν να πραγματοποιήσουν όσοι κυβερνούσαν, καθώς κάθε φορά, κάποια πολιτική δύναμη μιλούσε για εναλλακτικές προτάσεις. Απαιτούνται αλλαγές τολμηρές, πέρα από ιδεολογικές προσκολλήσεις. Χρειάζονται νέες θεμελιώσεις στις βασικές δομές της λειτουργίας όλου του συστήματος, σε κάθε τομέα.
Ποιος δεν θέλει επιτέλους την αξιολόγηση των εργαζομένων στον Δημόσιο Τομέα; Και αν το πρόβλημα είναι το ποιος θα κάνει την αξιολόγηση, τότε το πρόβλημα δεν είναι αυτή καθεαυτή η αξιολόγηση. Ας συμφωνήσουμε λοιπόν όλοι οι πολιτικοί χώροι στη βασική συμφωνία και ας ψάξουμε τον καλύτερο τρόπο για να γίνεται η αξιολόγηση.
Ποιος μπορεί πλέον να επιθυμεί την αποκλειστική κρατική επιχορήγηση των Ελληνικών πανεπιστημίων όταν γύρω μας όλα τα Πανεπιστήμια ανεβαίνουν διαρκώς στις αξιολογήσεις με τη βοήθεια της ιδιωτικής πρωτοβουλίας; Και αν το πρόβλημα είναι ο τρόπος ροής των χρημάτων στα Ιδρύματα μας, τότε αυτό πρέπει να λύσουμε. Και όχι το να θα επιτρέπουμε την ιδιωτική πρωτοβουλία να χρηματοδοτεί αξιόλογες προσπάθειες στα Πανεπιστήμια και τα Πολυτεχνεία μας.
Υπάρχουν ακόμα πολλοί οι οποίοι υποστηρίζουν ότι το να επιδοτείς τον άνεργο είναι παραγωγικότερο από το να επιδοτείς τον εργαζόμενο; Μήπως ήρθε επιτέλους η ώρα, πέρα από ιδεολογίες και παρωπιδισμούς να κοιτάξουμε κυρίαρχα την επιδότηση εργασίας ως εναλλακτικό – και βέλτιστο – τρόπο απομείωσης του τεράστιου προβλήματος της ανεργίας στη πατρίδα μας; Τι είναι προτιμότερο. Να πληρώνω για να κάθεσαι ή να πληρώνω για να δουλεύεις;
Μπορούν πολλοί ακόμα να πιστεύουν ότι είναι αποτελεσματικό να απαιτούνται σε αυτό το οικονομικό περιβάλλον δυσβάστακτες ασφαλιστικές και φορολογικές εισφορές από τη πρώτη μέρα ίδρυσης μιας νέας παραγωγικής προσπάθειας; Μήπως πρέπει επιτέλους να δούμε τη θεσμοθέτηση ειδικών όρων – ασφαλιστικών και φορολογικών – για τις νέες επιχειρήσεις στη χώρα μας; Πως θα μπορέσουμε να ανταγωνιστούμε το χαμηλότερου κόστους διεθνές περίγυρό μας με οικονομικό πνιγμό κάθε νέας προσπάθειας;
Είναι παραγωγική η χρονοβόρα και ψυχοφθόρα προσπάθεια οποιουδήποτε να εκκινήσει μια νέα επιχειρηματική προσπάθεια με το πολυνομικό καθεστώς που ισχύει αυτή τη στιγμή στη χώρα μας; Ποιος μπορεί να παρακολουθήσει το πραγματικά τεράστιο πλήθος νόμων, διαταγμάτων, άρθρων και υποάρθρων που ισχύουν στη χώρα μας προκειμένου να εκκινήσει μια επιχειρηματική προσπάθεια;
Γιατί είναι σχεδόν απαγορευτική η παρουσία της ιδιωτικής πρωτοβουλίας στους Οργανισμούς Τοπικής Αυτοδιοίκησης;
Στον τομέα των Δημοσίων Έργων, όλοι πλέον καταλογίζουν το αυταπόδεικτο στον νόμο κατακύρωσης των δημοπρασιών. Ότι οδηγεί σε κακές εκτελέσεις έργων, σε σταμάτημα εργολαβιών και τελικά σε μαρασμό του σημαντικότερου κλάδου της οικονομικής βιομηχανίας, αυτό της κατασκευής; Χρειάζεται ιδεολογική προσέγγιση να κατανοήσουμε όλοι ότι οφείλουμε πλέον να αλλάξουμε τον συγκεκριμένο νόμο των μέγιστων εκπτώσεων; Παραδείγματα άλλων τρόπων έχουμε από το διεθνές περιβάλλον. Ας τα βρούμε το βέλτιστο και ας το κάνουμε πράξη.
Ο παραπάνω κατάλογος μπορεί, και πρέπει να μεγαλώσει από τις αλλαγές που απαιτούνται προκειμένου η χώρα μας να αλλάξει επίπεδο, αν θέλει πραγματικά να γίνει Ευρωπαϊκή χώρα. Είναι αλλαγές πέρα από το Μνημόνιο. Είναι παρεμβάσεις που μπορούν να επισπεύσουν τα θετικώς αναμενόμενα αποτελέσματα του Μνημονίου. Και είναι υπερκομματικές. Είναι υπεριδεολογικές.
Ας επαναστατήσουμε λοιπόν για τα αυτονόητα. Ας επαναστατήσουμε για όλα αυτά που τα κουβεντιάζουμε στις παρέες αλλά δεν τολμάμε να τα πούμε στο δημόσιο λόγο μας. Ας βγάλουμε τη χώρα από το Μνημόνιο ξεπερνώντας το. Πηγαίνοντας πέρα από αυτό.
Και σε αυτό το δρόμο θα βρίσκουμε όλο και περισσότερους συνομιλητές και συνοδοιπόρους. Γιατί η κοινωνία μπορεί να έλκεται από τις μεγαλοστομίες αλλά γίνεται βαθειά πιστή όταν υπάρχουν στόχοι συγκεκριμένοι και απλοί.
Στόχος το αυτονόητο λοιπόν.