Η επανάληψη που σκοτώνει

Αγγελική Σπανού 10 Ιαν 2017

Έτσι συμβαίνει και στη ζωή: Όταν ένα δυσλειτουργικό μοτίβο συμπεριφορών επαναλαμβάνεται, καταστρέφονται οι σχέσεις. Και όταν μπει κανείς στο σπιράλ της ακραίας έντασης κάποια στιγμή έρχεται ένα δραματικό τέλος, που μπορεί, για λίγο, να φανεί ανακουφιστικό, αλλά αργότερα θα φανεί σαν αυτό που είναι πραγματικά, ακρωτηριασμός ή, στην καλύτερη περίπτωση, βαθύ τραύμα.
Η δεύτερη αξιολόγηση (έχουμε τόσο συνηθίσει την αργκώ των μνημονίων που όλοι καταλαβαίνουν πια το σημαινόμενο των όρων) θα ολοκληρωνόταν τον Οκτώβριο και θα ήταν εύκολη. Αυτό έλεγαν και οι δύο πλευρές, κυβέρνηση και εταίροι/θεσμικοί πιστωτές. Ομως, φτάσαμε στον Ιανουάριο χωρίς αποτέλεσμα, οι αισιόδοξοι κάνουν θετικές προβλέψεις για τον Φεβρουάριο, οι μετριοπαθέστεροι μιλούν γενικά για την άνοιξη, οι επιφυλακτικοί κοιτάζουν προς το καλοκαίρι.
Τι συνέβη στο μεταξύ; Έχουμε δημόσιο χρέος γύρω στα 320 δισ και ιδιωτικό χρέος γύρω στα 230 δισ. Δεν υπάρχει προηγούμενο τέτοιας αποτυχίας σε χώρα του δυτικού κόσμου και αυτό είναι ένα κοινό μυστικό που μπορεί να γίνει βιώσιμο μόνο με πολιτικές αποφάσεις των ισχυρών της ΕΕ και των ΗΠΑ για γεωστρατηγικούς λόγους. Όταν η χώρα δείχνει διάθεση συμμόρφωσης και προσαρμογής, η άλλη πλευρά (δογματική, καθόλου διορατική και πολλαπλά ελλειμματική) ανταποδίδει, συντηρώντας τον ασθενή σε μια κατάσταση υποφερτή. Όταν βγαίνει στην επιφάνεια η ελληνική ασυναρτησία, τότε οι απέναντι αφιονίζονται και ρέπουν στη διαπίστωση “δεν πάει άλλο με αυτούς”. Κάπως έτσι, ενώ λόγω εκλογών σε Ολλανδία-Γαλλία-Γερμανία μέσα στο 2017 ήταν δεδομένη η αποφυγή ενός ελληνικού ατυχήματος, τώρα είναι και πάλι όλα τα ενδεχόμενα ανοιχτά, μπορεί να μας αφήσουν να πέσουμε και να τσακιστούμε.
Υπάρχει μια συμφωνία αμοιβαίας εξαπάτησης ανάμεσα στην πιο υπερχρεωμένη χώρα της ευρωζώνης, την πατρίδα μας, και τους θεσμικούς πιστωτές της: Εμείς κάνουμε ότι υλοποιούμε μεγάλες μεταρρυθμίσεις, αυτοί κάνουν ότι ελέγχουν και επιβραβεύουν ή τιμωρούν. Η αλήθεια είναι ότι στα επτά χρόνια μνημονίων έχουν γίνει λίγες και αβαθείς διαρθρωτικές αλλαγές (δεν έχουν εξυγιανθεί το κράτος και το σύστημα απονομής δικαιοσύνης, δεν έχει ξεριζωθεί ο πελατειασμός, δεν έχουν καταπολεμηθεί η μεγάλη φοροδιαφυγή και τα λαθρεμπόρια), ενώ τρόικα-κουαρτέτο-θεσμοί συμπεριφέρονται θυμικά (εκδικούνται, κακοποιούν, εκτονώνουν οργή) την ώρα που προβάλλουν τεχνοκρατικό πραγματισμό και σκληρό ορθολογισμό.
Η ουσία είναι ότι δεν πιστεύουν στη δυνατότητα επιτυχίας της προσπάθειας, ενώ εμείς δεν πιστεύουμε ούτε στην αναγκαιότητα της προσπάθειας, που είναι άλλωστε και μια λάθος προσπάθεια, με την έννοια ότι το μεγάλο πρόβλημα της χώρας, το ασφαλιστικό, δεν αντιμετωπίζεται χωρίς ανάπτυξη και αλλαγή της δημογραφικής δυναμικής, κάτι με το οποίο κανείς από τους εμπλεκόμενους στο ελληνικό ζήτημα δεν ασχολείται σοβαρά.
Να κλείσει η αξιολόγηση με οποιοδήποτε κόστος; Δηλαδή, να γίνουν αποδεκτές οι παράλογες απαιτήσεις του ΔΝΤ και του Σόιμπλε; Όχι βέβαια. Να μην κλείσει η αξιολόγηση ακριβώς επειδή εγείρονται ανυπόφορες αξιώσεις παρόλο που χωρίς την εκταμίευση των δόσεων μπορεί να φτάσουμε μπροστά στον γκρεμό της χρεοκοπίας; Και πάλι, όχι βέβαια. Με αυτές τις δύο αρνήσεις φτιάχνεται ο φαύλος κύκλος στον οποίο έχουμε εγκλωβιστεί από τότε που ξέσπασε η κρίση επειδή οι διεθνείς συσχετισμοί είναι αρνητικοί (η Γερμανία αποφασίζει, η ΕΕ ακολουθεί), επειδή η εθνική ενότητα είναι αδύνατη, επειδή δεν συμφωνήσαμε ούτε στα αίτια της κρίσης ώστε να τα υπερβούμε, επειδή το μοναδικό οικονομικό σχέδιο στη χώρα είναι το μνημόνιο, επειδή οι ελληνικές ελίτ είναι παρασιτικές και ιδιοτελείς, επειδή το επίπεδο της κοινωνικής παιδείας είναι χαμηλό – και η απαρίθμηση συνεχίζεται.
Είναι σαν ένα θεατρικό έργο αργό και βαρύ, όπου πράξη είναι η απραξία και σκέψη τα λόγια, ο Βλαντιμίρ και ο Εστραγκόν, τα πλάσματα του Μπέκετ, βιώνουν την αιώνια επανάληψη, καθηλωμένοι εκτός χρόνου και κόσμου, χωρίς να υπάρχει εξέλιξη ούτε καν στην απελπισία τους.
“-Πάμε να φύγουμε.
-Δεν μπορούμε.
-Γιατί;
-Περιμένουμε το Γκοντό
-Α, ναι.