Η ελπίδα άργησε μια μέρα

Γιάννης Παπαθεοδώρου 12 Ιουν 2019

Απ’ ό,τι φαίνεται, ο ΣΥΡΙΖΑ οδηγείται σε μια τριπλή ήττα. Οι αυτοδιοικητικές εκλογές έδειξαν καθαρά ότι το κόμμα αυτό δεν είχε κανένα πραγματικό ρίζωμα στην κοινωνία.[1] Οι ευρωεκλογές έδειξαν ότι η ευρύτερη πολιτική οικογένεια του ΣΥΡΙΖΑ —το Κόμμα της Ευρωπαϊκής Αριστεράς— δεν κατάφερε να διαμορφώσει με επάρκεια έναν εναλλακτικό δρόμο για το μέλλον της Ευρώπης. Όπως όλα δείχνουν, η «πρώτη φορά Αριστερά» θα υποστεί μια συντριπτική ήττα και στις εθνικές κάλπες. Η κοινωνία έχει ήδη κάνει τις επιλογές της και θα επιβάλει νέους πολιτικούς και κομματικούς συσχετισμούς, μέσα στο επόμενο χρονικό διάστημα. Οι άδειες κάλπες θα γεμίσουν πάλι με μηνύματα, τα οποία θα παραλάβουν τα κομματικά επιτελεία για να τα αναλύσουν, με όση ετοιμότητα επιτρέπει η θερινή ραστώνη.  Ωστόσο, ένα πράγμα είναι σίγουρο: αν ο ΣΥΡΙΖΑ (με όλες τις μεταμορφώσεις του) ήταν η τελευταία εφεδρεία της Μεταπολίτευσης στην άσκηση κυβερνητικής εξουσίας, μετά τις 7 Ιουλίου το εγχώριο πολιτικό σύστημα θα έχει νέα χαρακτηριστικά, χωρίς τις προηγούμενες εφεδρείες αλλά και χωρίς τις προηγούμενες αυταπάτες. Μετά από τη «δεκαετία της κρίσης», κατά τη διάρκεια της οποίας, ας μην το ξεχνάμε, τα μισά χρόνια κυβερνούσαν οι ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ, η μετα-μνημονιακή Ελλάδα επιβάλλει ήδη τη δική της πραγματική ατζέντα, η οποία δεν (μπορεί να) έχει πια σχέση με το Μνημόνιο.

Πόσο έτοιμο όμως είναι όμως το κομματικό σύστημα να σκεφτεί αυτή την επόμενη μέρα; Υπάρχουν σήμερα πολιτικές δυνάμεις για να χαράξουν ένα εθνικό σχέδιο εξόδου από την κρίση με ουσιαστικές μεταρρυθμίσεις; Για μεγάλο χρονικό διάστημα, η ίδια η έννοια της μεταρρύθμισης απέκτησε αρνητικό πρόσημο. Έγινε συνώνυμη με τα Μνημόνια και τη βίαιη αναπροσαρμογή του βιοτικού επιπέδου των πολιτών, μέσα από δημοσιονομικές και οικονομικές περικοπές πόρων και εισοδημάτων. Μαζί με την οικονομία ωστόσο στέρεψαν και οι ιδέες. Ελάχιστες ήταν οι κινήσεις πολιτών και οι όμιλοι πολιτικού προβληματισμού που βρήκαν το θάρρος, μέσα στην κρίση, να επεξεργαστούν νέες ιδέες και προτάσεις για το μέλλον της Ελλάδας. Ο εθνικός αυτό-οικτιρμός και ο πολιτισμικός μιζεραμπιλισμός της κρίσης δημιούργησαν ένα έλλειμμα αυτοπεποίθησης που διαχύθηκε στην κοινωνία. Ο δημόσιος λόγος μπήκε στη τροχιά του διχασμού και του λαϊκισμού, ενώ τα κόμματα εξουσίας βρέθηκαν σε έναν ανταγωνισμό εξόδου από τη σκληρή εποπτεία των δανειστών, με μόνη προοπτική τη νοσταλγία για την προ-μνημονιακή εποχή. Οι κυβερνήσεις δεν μπόρεσαν να αρθρώσουν ένα πειστικό αφήγημα δημιουργικότητας για να δώσουν πραγματική ελπίδα στην κοινωνία. Η Ελλάδα προτιμούσε να μιλάει για την κρίση παρά για την έξοδο από την κρίση· ζώντας ξανά το μύθο της «εθνικής ιδιαιτερότητας» έζησε ένα νέο εξωτισμό, μέσα στο ανεστραμμένο μετα-αποικιακό πάρκο της δήθεν αριστερής αντίστασης απέναντι στον παγκοσμιοποιημένο καπιταλισμό και τη «γερμανική Ευρώπη». Ο Βαρουφάκης δεν έκλεισε μόνο τις τράπεζες. Τα λόγια του έγιναν και προμετωπίδα σε ποιητικές συλλογές για τη «λογοτεχνία της κρίσης».

Στα χρόνια της διακυβέρνησης των ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ, η χώρα κολάκευε διαρκώς τη θυματική της ταυτότητα στο ραγισμένο καθρέφτη μιας γενικευμένης «κρισολογίας».  Ο νέος «ζορμπαδισμός» γεννήθηκε μέσα από τις συνεχείς χορευτικές κινήσεις της κυβέρνησης στο Eurogroup : «Θα κλείσει, άραγε, η αξιολόγηση ;». «Θα εισπράξουμε τις δόσεις;». «Θα γίνει ελάφρυνση του χρέους;». «Θα προλάβουμε την ποσοτική χαλάρωση;». «Θα πάρουμε τα θετικά αντίμετρα;». Αν έχουν μια ιδιαίτερη σημασία οι εκλογές της 7ης Ιουλίου είναι κυρίως επειδή θα μπορούσαν ίσως να σηματοδοτήσουν το τέλος αυτής της εποχής. Το αποτέλεσμα των εκλογών θα δείξει με σαφήνεια πως τα κόμματα θα έχουν μια νέα θέση στον πολιτικό χάρτη. Κυρίως όμως, θα δείξει αν αυτή η χώρα διαθέτει νέες δυνάμεις (διανοητικές, πολιτικές, επιχειρηματικές) που δεν αντέχουν άλλο τον «ελληνικό εξαιρετισμό». Όχι απαραίτητα για να επιστρέψει η χώρα στην περίφημη κανονικότητα. Αλλά για να πάψει να «πουλάει» ευκαιριακά τον εξωτισμό της.

 

[1] Η θεϊκή αριστερά και ο χαμένος λαός

 

—για τη στήλη Ανώμαλα Ρήματα