Με τα ταμεία του κράτους άδεια και τις διαπραγματεύσεις να μακραίνουν, κινούμενες ως άλλο εκκρεμές μεταξύ συμφωνίας και αδιεξόδου, η κρίση επανέρχεται δριμύτερη και απειλεί να φέρει τη χώρα ξανά στα βράχια. Αυτή τη στιγμή βρισκόμαστε και πάλι στο σημείο μηδέν.
Η πραγματική οικονομία υποφέρει στην κυριολεξία, οι επιχειρήσεις τρώνε τις σάρκες τους, ακόμη και οι υγιέστερες αντιμετωπίζουν προβλήματα ρευστότητας, οι περισσότεροι εργαζόμενοι του ιδιωτικού τομέα δεν πληρώνονται στην ώρα τους και αναγκαστικά αυτοπεριορίζονται με αποτέλεσμα να επιτείνονται οι υφεσιακές συνθήκες.
Η κυβέρνηση επίσης μοιάζει πελαγωμένη, αδύναμη και ανίσχυρη, χωρίς συμμάχους, εγκλωβισμένη στην ακατάσχετη ρητορεία της, στις προεκλογικές εξαγγελίες της, στον κύκλο των ιδεοληψιών της, έρμαιο εντέλει των επερχόμενων γεγονότων.
Η χθεσινή επίσκεψη των κ. Δραγασάκη και Τσακαλώτου στην έδρα του της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας έμοιαζε με απονενοημένο διάβημα, μια απέλπιδα προσπάθεια κάλυψης των χρηματοδοτικών αναγκών.
Εξερχόμενοι οι δυο κυβερνητικοί παράγοντες από το γραφείο του κ. Ντράγκι δεν είχαν παρά να ψελλίσουν ότι αισιοδοξούν για συμφωνία, η οποία όμως δεν έρχεται χωρίς μέτρα, χωρίς ανάληψη της ευθύνης και χωρίς πολιτικό κόστος.
Σήμερα η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα κατά τα φαινόμενα δεν πρόκειται να ανάψει πράσινο φως χρηματοδότησης, παρά να μεταφέρει ένα ακόμη τελεσίγραφο προς την ελληνική κυβέρνηση να συμφωνήσει γιατί ο χρόνος όντως τελειώνει.
Επίσης η προεργασία σε τεχνικό επίπεδο δεν είναι τέτοια που να επιτρέπει στο Εurogroup να βγάλει λευκό καπνό.
Ταυτόχρονα το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, παρά τις ελληνικές ερμηνείες περί διαφωνιών μεταξύ των δανειστών, πιέζει για ακόμη μεγαλύτερη προσαρμογή επειδή προβλέπει εκτροχιασμό των ελληνικών οικονομικών μεγεθών.
Χωρίς αμφιβολία η ελληνική εκκρεμότητα διατηρείται και επειδή τα ταμεία είναι άδεια, η χώρα παραμένει εκτεθειμένη στο τυχαίο και στο απρόβλεπτο.
Με άλλα λόγια το ατύχημα παραμονεύει καθώς ο χρόνος τελειώνει και η πολιτική διαπραγμάτευση εξαντλεί τις οποίες δυνατότητές της.
Κακά τα ψέματα, η κυβέρνηση του Τσίπρα ζει το δικό της δράμα και καλείται να επιλέξει όπως όλες οι κυβερνήσεις της κρίσης ανάμεσα σε πολιτικές διάσωσης και στις προεκλογικές δεσμεύσεις.
Όσο καθυστερεί τόσο δυσκολεύει τη θέση της και τη διαπραγματευτική της δυνατότητα.
Αργά ή γρήγορα ο κ. Τσίπρας θα κληθεί να διαλέξει αν θα σηκώσει το βάρος που του αναλογεί ή θα αποποιηθεί των ευθυνών του και θα επιχειρήσει να μεταθέσει τις ευθύνες στο λαό, όπως επιχείρησε να πράξει το 2011 ο Γιώργος Παπανδρέου.
Και για τις δυο επιλογές υπάρχουν πολλές εμπειρίες τα τελευταία χρόνια.
Είναι ζήτημα πολιτικής κουλτούρας τι αντλεί κανείς από αυτές…