Ένα περίεργο φαινόμενο εξαπλώνεται τελευταία στη χώρα μας: Έλληνες πολίτες ψηφίζουν φιλοναζιστικά/φιλοχουντικά κόμματα και εμπιστεύονται εμφανώς γελοίες θεωρίες συνωμοσίας? δημοκρατικές ανήμερα της επετείου του απριλιανού πραξικοπήματος, εφημερίδες δημοσιεύουν δημοσκοπήσεις με το ερώτημα αν οι πολίτες προτιμούν τη χούντα από τη δημοκρατία, νομιμοποιώντας έτσι τη χούντα· την ίδια ημέρα, άλλες εφημερίδες, που πρόσκεινται σε κόμμα της πλειοψηφίας, προσφέρουν cd με την απολογία του δικτάτορα Παπαδόπουλου? κεντρικά ξενοδοχεία παρέχουν χώρο για σύναξη χουντικών και το γεγονός καλύπτεται από εφημερίδες ως κάτι φυσιολογικό? τηλεοπτικά κανάλια μεγάλης εμβέλειας δίνουν βήμα σε νεοναζί για να αναπτύξουν την θεωρία τους για την ευγονική και το ναζισμό? εκπομπές στη δημόσια τηλεόραση δίνουν χώρο για την αποκατάσταση του ονόματος του Ι. Βουλπιώτη, εμπνευστή των ταγματασφαλιτών δημοκρατικά αριστερά κόμματα συνεργάζονται ατύπως μεν με νεοναζιστικά κόμματα για να πλήξουν τον πολιτικό τους αντίπαλο, τυπικώς δε με ultra δεξιά κόμματα για να πάρουν την εξουσία? εργοδότες πυροβολούν στο ψαχνό, εν ψυχρώ στα τυφλά μετανάστες, δίχως να τους περνάει από το μυαλό ότι μπορεί να αντιμετωπίσουν το νόμο… Κι άλλα πολλά…Μα τι συμβαίνει στη χώρα μας;
Πρόκειται για ατόφια ηλιθιότητα ή μήπως άξαφνα γίναμε όλοι κακοί κι εγκληματούμε κατά της δημοκρατίας και άρα κατά των ίδιων των ζωών μας και των παιδιών μας;
Κι όπως το σκέφτομαι αυτό, ξανά και ξανά, αναζητώντας μια ικανή απάντηση, μια λέξη έρχεται στο μυαλό μου: «thoughtlessness» (ασυνειδησία, ασκεψία). Πρόκειται για μια έννοια που εισήγαγε στην παγκόσμια σκέψη η σπουδαία Χάνα Άρεντ, προσπαθώντας να εξηγήσει το φαινόμενο Άντολφ Άιχμαν, του συνταγματάρχη των SS και ενός από τους βασικούς αρχιτέκτονες του Ολοκαυτώματος. Ενός ανθρώπου που «όλοι μπορούσαν να δουν ότι δεν ήταν ένα τέρας, και θα ήταν δύσκολο να μην υποπτευτούν ότι ήταν ένας κλόουν»
Πρόκειται για «ένα ζήτημα αυτό-εξαπάτησης, σε συνδυασμό με εξωφρενική ηλιθιότητα, ή απλώς για την περίπτωση ενός δια παντός αμετανόητου εγκληματία, που δεν δύναται να αντιμετωπίσει την πραγματικότητα καθώς ο ίδιος έχει γίνει ένα με το έγκλημά του;» αναρωτιέται η Άρεντ παρακολουθώντας την δίκη του. Η απάντηση που δίνει είναι ότι «ο Άιχμαν δεν ήταν ούτε ο Ιάγος ούτε ο Μάκμπεθ. (…) Ο Άιχμαν δεν είχε κίνητρα. Στην πραγματικότητα ποτέ δεν κατάλαβε τι έκανε. Όχι, δεν ήταν ηλίθιος. Απλώς δεν είχε τη δυνατότητα να αναστοχαστεί τις πράξεις του (thoughtlessness), κάτι που σε καμία περίπτωση δεν είναι συνώνυμο της βλακείας. Κι έτσι έγινε ένας από τους μεγαλύτερους εγκληματίες στην Ιστορία».
Έτσι εισάγει την έννοια της κοινοτοπίας του κακού, ενός κακού δίχως κίνητρα, ενός κακού που είναι κοινότυπο -επειδή δεν βασίζεται στη σκέψη.
Οι πράξεις του Άιχμαν δεν εμφορούνταν από μίσος, αντισημιτισμό ή κάποιο παγκόσμιο κακό, αλλά από το γεγονός ότι «απλώς δεν είχε συνείδηση», εξηγεί. Όχι, δεν εννοεί ότι δεν είχε γενικά συνείδηση, αλλά κάτι πιο περίπλοκο: «Η συνείδησή του λειτούργησε με τον αναμενόμενο τρόπο για τέσσερις βδομάδες. Μέτα αποσύρθηκε». Η Άρεντ εξηγεί ότι δεν αναφέρεται στη σκέψη που οφείλεται στην έλλειψη μόρφωσης, το αντίθετο, «την ανικανότητα της σκέψης μπορεί να βρει κάποιος και σε εξαιρετικά μορφωμένους ανθρώπους», σημειώνει.
Σε αυτό το έλλειμμα σκέψης οφείλονταν και η ανικανότητά του να κρίνει, σε μια περίοδο μάλιστα που η ορθή κρίση ήταν το πλέον αναγκαίο. «Το πρόβλημα του διαχωρισμού ανάμεσα στο καλό και στο κακό, η ικανότητα διάκρισης ανάμεσα στο σωστό και στο λάθος, δεν συνδέονται με την ικανότητά μας για σκέψη;» αναρωτιέται στο βιβλίο της The Life of Mind-Thinking-Willing
Σύμφωνα με την Άρεντ, η κοινοτοπία του κακού μπορεί να γίνει αντιληπτή ως το αποτέλεσμα της μη σκέψης. Εκεί βρίσκονται οι ρίζες του κακού. «Το κακό δεν είναι ποτέ ριζοσπαστικό. Είναι μόνο ακραίο. Μπορεί να αναπτυχθεί και να ρημάξει όλο τον κόσμο ακριβώς γιατί εξαπλώνεται όπως ο μύκητας στις επιφάνειες» γράφει στο The Jew as Pariah.
Η Άρεντ σημειώνει με νόημα πως «μετά την εμπειρία του ολοκληρωτισμού είμαστε καταδικασμένοι στη συνεχή εξέταση των πάντων μέσα από τη σκέψη».
Διαφορετικά θα επαναλάβουμε την Ιστορία μας.