Η Ελλάδα και οι Εταίροι της

Αλέξανδρος Μαλλιάς 11 Φεβ 2015

Από την Οικονομία και την Θεωρία των Παιγνίων στην Διπλωματία

Ξαναδιάβασα αυτές τις μέρες, αποσπασματικά ομολογώ, ένα ενδιαφέρον βιβλίο που έχει τίτλο «Αφιέρωμα στον John Nash, Θεωρία Παιγνίων». Κυκλοφόρησε το 2002 από τις Εκδόσεις Ευρασία, υπό την επιμέλεια της Κωνσταντίνας Κοτταρίδη και του Γρηγόρη Σιουρούνη. Το είχα μελετήσει πριν δέκα χρόνια περίπου. Σε περίοδο εθνικής ευμάρειας και αμεριμνησίας.

Μην απορείτε για τις προτιμήσεις μου. Απλά, με κάποια δόση αυταρέσκειας -γιατί να το κρύψω άλλωστε- υπενθυμίζω στον εαυτό μου και όχι μόνο ότι ο βασικός και κύριος κύκλος σπουδών μου ήταν τα καθαρά Οικονομικά με Δάσκαλους, μεταξύ άλλων, τους Ξενοφώντα Ζολώτα και Γιάγκο Πεσμαζόγλου.

Είχαμε όμως την τύχη να διδάσκουν την εποχή εκείνη στο αυτοτελές Οικονομικό Τμήμα του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστήμιου Αθηνών, υψηλού επιπέδου Καθηγητές Μαθηματικών και Στατιστικής όπως τον Νίκο Γιαννακόπουλο, τον Θεόφιλο Κακούλο, τον Τάσο Μπίρκα και τον Αντώνη Παναγιωτόπουλο.

Έτσι, το 1971, με την ενθάρρυνση του Αντώνη Παναγιωτόπουλου παρακολούθησα ένα εξάμηνο σεμινάριο της Ελληνικής Μαθηματικής Εταιρείας για την Θεωρία των Παιγνίων.

Αργότερα, όσο το επέτρεπαν οι περιστάσεις, κυρίως όμως κατά τη διάρκεια της θητείας μου στο Υπουργείο Εξωτερικών, προσπαθούσα πάντοτε να παρακολουθώ τις εξελίξεις στα Πολιτικό-Μαθηματικά Παίγνια, τα οποία, άλλωστε, αποτελούν μια διηνεκή (perpetual) άσκηση εφαρμογής μοντέλων/προτύπων πλαισίου διαχείρισης καταστάσεων και λήψεως αποφάσεων. Υπό συνθήκες κρίσης ή κανονικές.

Ήταν μια μένα μια μορφή δια βίου μάθησης, του τύπου που στην Ελλάδα εξακολουθεί, μάλλον, να είναι δια νομού απαγορευμένος καρπός.

Το 1991, ενώ είχα την θέση του πρώτου Συμβούλου στην Αντιπροσωπεία μας στην ΟΗΕ ( Νέα Υόρκη), άρπαξα στη κυριολεξία μια ευκαιρία -πρόταση και αποσπάστηκα για ένα μήνα στην Ομάδα Διαχείρισης Κρίσεων (Conflict Management Group) στο Harvard (Cambridge), δίπλα στους καθηγητές Roger Fisher (Getting to YES), Scott Brown και Diana Tsingas.

Έμαθα πολλά. Κυρίως ορισμένους τρόπους και πρακτικές της τεχνικής διαπραγματεύσεων. Για παράδειγμα την αξία του λεγομένου “μοναδικού κειμένου διαπραγμάτευσης” (single negotiating text).

Επίσης, την σημασία επιμονής στα συμφέροντα και όχι στις θέσεις. Εκνευριζόμουν και απορούσα σαν διπλωμάτης όταν άκουγα γύρω μου, τακτικά και συχνά από ελληνικά πολιτικά και διπλωματικά στόματα κυρίως, το ακαταμάχητο και αμίμητο επιχείρημα “we have strong feelings” (έχουμε ισχυρή άποψη).

Σαθρό σαν επιχείρημα, καθόσον το προβάλλαμε συνήθως σε αντίδικους και διάδικους, που κάθε άλλο πάρα αδύναμη και αδύνατη άποψη διέθεταν.

Για να μην πω ποσό υπονομευτικό της προσπάθειας μας έδειχνε να είναι, όταν η άλλη πλευρά διέθετε υπέρ αυτής και το τεκμήριο της ισχύος.

Δεν προσπαθώ να υποδυθώ τον ρόλο του γκουρού της τεχνικής διαπραγματεύσεων και του μελετητή των παιγνίων στην τέχνη της διπλωματίας. Κάθε άλλο. Προσπάθησα κυρίως να μάθω από τα λάθη μας. Από τα λάθη μου αν προτιμάτε.

Διαπραγμάτευση για την Νίκη η για την Συμφωνία

Το αρχικό δίλημμα, στην εκκίνηση κάθε προσπάθειας διαπραγμάτευσης, είναι θεμελιώδες για τη συνέχεια, για τα επόμενα βήματα. Στόχος είναι είτε η νίκη (διπλωματική και πολιτική) είτε η επίτευξη συμφωνίας;

Εάν στόχος είναι η συμφωνία, τότε το μέσον, ο δρόμος για να φτάσεις λέγεται συμβιβασμός. Μάλιστα συμβιβασμός. Απαγορευμένη λέξη. Σωστά καταλάβατε.

Ναι ξέρω. Δεν χρειάζεται να μου το υπενθυμίζετε. Στην ελληνική πολιτική και διπλωματική ορολογία η λέξη αυτή δεν υπάρχει. Δεν μεταφράζεται στην ελληνική διπλωματική πρακτική.

Ανθούν όμως σε όλες τις εποχές και με όλες τις κυβερνήσεις οι λέξεις/εννοείς του θριάμβου, της νίκης, της πλήρως ικανοποιητικής εξέλιξης, της πλήρους επίτευξης όλων μας των στόχων και άλλες αντίστοιχες και ανάλογου περιεχομένου.

Ανθούν, επίσης, σε όλες τις εποχές και από όλες τις αντιπολιτεύσεις -πριν γίνουν κυβερνήσεις και μετά- οι λέξεις/εννοείς της προδοσίας, της μειοδοσίας, του ενδοτισμού, της άτακτης υποχώρησης, της άνευ ορών παράδοσης κλπ.

Τι θυμήθηκα τώρα; Ακριβώς πριν 20 χρόνια, ήμουν τότε Επικεφαλής της Διπλωματικής μας Αποστολής στα Σκόπια, μια μεγάλης κυκλοφορίας εφημερίδα κυκλοφόρησε με τον πηχυαίο ολοσέλιδο τίτλο “Εθνική Μειοδοσία”. Εξηγώντας ότι η προτεινομένη από μένα διατύπωση προς την κυβέρνηση της πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας για εξεύρεση “αμοιβαία αποδέκτης λύσης στο ζήτημα της ονομασίας” ήταν περίπου εσχάτη προδοσία. Διότι προέβλεπε, ή εν πάση περίπτωση υπαινισσόταν, την ανάγκη συμβιβασμού.

Από τότε έχουν μεν περάσει είκοσι χρόνια, λίγα όμως πράγματα έχουν αλλάξει στην ψυχοδιανοητική μας διαπραγματευτική νοοτροπία.

Δεν έχουμε ακόμη ξεκαθαρίσει αν θέλουμε “συμφωνίες” που προϋποθέτουν συμβιβασμό ή “νίκες” τις οποίες αφειδώς και ανεξόδως είναι έτοιμο να συνεχίσει να μας προσφέρει το πολιτικό/δηλωτικό μας σύστημα συνεπικουρούμενο, εάν δεν καθοδηγείται απλό το καθηγητικό/δημοσιογραφικό κατεστημένο. Κατά προτίμηση, μεταξύ της 8ης και 9ης βραδινής ώρας, ώστε να συμπέσουν με τα δελτία ειδήσεων.

Γυρίζω στην θεωρία των παιγνίων. Ξεκίνησα το άρθρο με αναφορά στο τιμητικό τόμο για τον διαπρεπή, καθηγητή John Nash.

Ο οποίος, μεταξύ άλλων, πέτυχε να βελτιώσει, να αναπτύξει την θεωρία των παιγνίων από τη στατικότητα και το στιγμιαίο αποτέλεσμα παίγνιου “μηδενικού αθροίσματος” (zero sum game) των πρωτοπόρων John VonNeumann και Oskar Morgenstern (Theory of Games and Economic Behavior). Πως; Προσθέτοντας στο παίγνιο την πρόβλεψη και τον συνυπολογισμό της ψυχολογίας των παικτών. Ας μην σπεύσουν οι μαθηματικοί και οι οικονομολόγοι/παιγνιολογοι να με διορθώσουν. Ναι γνωρίζω ότι τα αναφέρω πολύ συνοπτικά και σχηματικά.

Η ψυχολογία, όμως, δεν είναι το μόνο κριτήριο της στάσης των παικτών/διαπραγματευτών όταν είσαι στη κατάσταση “μόνος μεταξύ άλλων” που συνιστά μια πιο διπλωματική διατύπωση της θέσης ‘μόνος εναντίον όλων”.

Διαβάζω ον καθηγητή Γιάνη Βαρουφάκη εδώ και καιρό. Αρκετά πριν τον γνωρίσω ως Υπουργό Οικονομικών. Έχω μελετήσει με όση προσοχή επιβάλλεται την κριτική του μελέτη στις δυο υπέροχες ιδέες του Νομπελίστα Καθηγητή John Nash. Έχω σημειώσει πολλά από τα ομολογουμένως υψηλού επιπέδου σχόλια του.

Για την οικονομία του κειμένου θα σταθώ σε ένα. Γράφει στο συγκεκριμένο βιβλίο για τη «δέσμη ισορροπιών NASH” :

«…Όσο πιο σύνθετα είναι τα κοινωνικά φαινόμενα που αναλύουμε, τόσο πιο επισφαλές το αξίωμα ότι η λύση είναι μια και μοναδική και συνεπώς, τόσο προβληματικότερη η μέθοδος που εφαρμόζει η θεωρία παιγνίων για να την εντοπίσει. Το πρόβλημα δεν είναι απλά τεχνικό. Είναι βαθιά φιλοσοφικό και πολιτικό. Η άκριτη επιβολή της σύμπτωσης των προσδοκιών αμφισβητεί την δημιουργικότητα του ανθρωπίνου νου…».( Οι κοινωνικές επιστήμες μετά τον John Nash, Μια Προσωπική Αποτίμηση, σελ 76).

Επίσης, χρειάζεται άσκηση και εξάσκηση για να παρακολουθήσει κάποιος μη μυημένος την φιλοσοφική του συνέντευξη με τον ΝΑSH μετά την ομιλία του τελευταίου στην Παλαιά Βουλή (Ιούνιος 2000). Γιατί την αναφέρω; Διότι, ήδη στην πρώτη ρητορική ερώτηση-παρατήρηση προς τον Νομπελίστα καθηγητή, ο σημερινός Υπουργός Οικονομικών ξεδιπλώνει τον τρόπο θεώρησης της Ευρωζώνης στην συζήτηση που δημοσιεύθηκε σε άρθρο με τίτλο το “Ιδεώδες Χρήμα” που περιλαμβάνεται στο ίδιο βιβλίο (John Nash, Θεωρία Παιγνίων, Εκδόσεις ΕΥΡΑΣΙΑ,2002):

«…Μήπως μια “Μεγάλη Συμμαχία” (Grand Coalition) που περιλαμβάνει όλους ως μέλη αποκτά νόημα όταν η δημιουργία της βασίζεται στην ομόφωνη συμφωνία μεταξύ τους, όσον αφορά στους θεσμούς και στους κανόνες που την διέπουν;».

Ευρωζώνη : από τον Αριστοτέλη και τον Θουκυδίδη στην Ισορροπία του Ισοκράτη

Θα μπορούσε κάποιος να διερωτηθεί. Μα τι σημασία έχουν τώρα αυτές οι αναφορές, ειδικά στο λεπτό, οριακό σημείο συμφωνίας ή ρήξης (make or brake) στο οποίο βρίσκονται οι σχέσεις Αθηνών και Ευρωζώνης.

Η απάντηση προέρχεται και πάλι από τον καθηγητή Γιάνη Βαρουφάκη υπό την μορφή ερώτησης (ρητορικής προτιμώ να τη θεωρώ) σε συζήτηση του με τον Καθηγητή R.Myerson (Πανεπιστήμιου του Σικάγο), σχετικά με το ανεκτίμητο έργο του Νash με τα ακόλουθα λόγια..

«Ο Αριστοτέλης φαίνεται ότι πίστευε πως οι “αδύναμοι” ποθούν την Δικαιοσύνη και την Ισότητα, ενώ οι “ισχυροί” κάνουν αυτό που θέλουν δίχως να ενδιαφέρονται ούτε για τη μια ούτε για την άλλη…». ( σελ.293)

Έχοντας πίσω μου μια εμπειρία διαπραγματεύσεων σαράντα περίπου ετών θέλω να πιστεύω ότι η επίκληση του Δικαίου και των Δικαίων, της Ισηγορίας και της Ισονομίας δεν αποτελούν τον αποκλειστικό πυρήνα της τακτικής διαβουλεύσεων με τους εταίρους μας.

Ο Αριστοτέλης έχει ήδη ξεκαθαρίσει τη διαφορά μεταξύ αδυνάμου και ισχυρού. Ο Θουκυδίδης επίσης. Όχι όμως πάντοτε κατά τρόπο ευθύγραμμο και αμερόληπτο. Γι’ αυτό τον λατρεύω και είμαι οπαδός του. Διότι πάντοτε, στην κατάλληλη στιγμή, σε οποία δυσκολία και αν βρίσκομαι, ο Θουκυδίδης είναι το σωσίβιο μου.

Λοιπόν, σήμερα, μεροληπτώντας και εγώ, προτείνω στους διαπραγματευτές των Βρυξελλών να έχουν υπόψη τους ότι :

«…πρέπει να μην εξαρτούμε τις ελπίδες μας από τα ενδεχόμενα λάθη των αντίπαλων μας (προτιμώ εταίρων μας) ,αλλά από τα κατάλληλα μέτρα που εμείς θα πάρουμε…». ( Α’, 84-86).

Επιπλέον, επιλέγω και τα λόγια των αντιπροσώπων (πρέσβεων) της Κορίνθου προς τους Λακεδαιμονίους (Α’, 70-71) μιας και πολλοί στην σημερινή Ευρώπη θα πρέπει να τα έχουν κατά νου, έστω και αν δεν το ομολογούν :

«..o καλύτερος τρόπος για να εξασφαλίσει κάνεις μια σταθερή ειρήνη (συμφωνία εν προκειμένω) είναι να αποφεύγει να μεταχειρίζεται τη δύναμη του για να αδικεί, αλλά και να δείχνει ότι είναι αποφασισμένος να μην ανεχθεί να τον αδικούν…»

Είναι, εν τούτοις, ορθό και λογικό να επικαλούμαστε την Δημοκρατία και την την Ισονομία ως συστατικά στοιχεία της Ευρωπαϊκής Δημοκρατίας. Αυτά όμως ισχύουν για όλους.

Ο Ισοκράτης στον καλύτερο κατά τη κρίση μου κείμενο του, τον “Περί Ειρήνης” (χρησιμοποιώ την Έκδοση Ζήρου, 2001), προσφέρει ως ιδανική λύση το σημείο ισορροπίας μεταξύ Συμφέροντος και Δικαιοσύνης.

Ψάχνοντας να βρω το απόσπασμα, που σήμερα στην οπτική γωνιά της Αθήνας είναι χαρακτηριστικό της κατάστασης που αντιμετωπίζουμε στην δική μας Ευρώπη , επιλέγω προς συζήτηση το ακόλουθο (Περί Ειρήνης, παράγραφος 134) :

«…αυτός που ασκεί μια εξουσία δεν πρέπει να στηρίζεται μόνο στη δύναμη που του παρέχει αυτή , γιατί πάντοτε είναι αδύναμος μπροστά σε μια συνένωση όσων αισθάνονται δυσαρέσκεια εναντίον του».

Επίσης, «…Η διατήρηση της εξουσίας εξαρτάται από την ύπαρξη δικαιοσύνης»( παρ.139).

Η γεωπολιτική της κρίσης

Προέχει είναι να προτάξουμε με επιχειρήματα πολιτικά, οικονομικά και γεωπολιτικά, γιατί η Ευρωπαϊκή Ένωση και το ΝΑΤΟ χάνουν συνοχή, αξιοπιστία και ισχύ. Σε μια εποχή όπου οι προκλήσεις ειδικά στην κοινωνική συνοχή είναι πρωτόγνωρες.

Η Ελλάδα, αλλά και η Κύπρος, είναι τα μόνα Κράτη-Μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης που, παρά τις δυσκολίες που αντιμετωπίζουν, εξακολουθούν να είναι τα προχωρημένα φυλάκια (frontposts) και διέπονται από τις θεμελιώδεις αξίες και τα ιδεώδη της Ενωμένης Ευρώπης. Που ακριβώς; Στα σύνορα της διακεκαυμένης περιοχής των πολέμων, των συγκρούσεων και των μεγάλων ανατροπών.

Ούτε την Ελλάδα, ούτε την Ε.Ε, ούτε την Ουάσιγκτον και το ΝΑΤΟ συμφέρει η (αυτο)καταστροφή.

Η γειτονική μας Τουρκία αναμφίβολα είναι μια ισχυρή δύναμη στη περιοχή. Δεν ακούω όμως την τουρκική Ηγεσία να θεωρεί εαυτήν ως συντελεστή-κλειδί (key enabler) της πολιτικής – αν δεχθούμε ότι υφίσταται- της Ευρωπαϊκής Ένωσης στην ευρύτερη περιοχή της Εγγύς και Μέσης Ανατολής.

Το ζήτημα δεν είναι μόνο δημοσιονομικό, χρέους και ρευστότητας. Έχει, επίσης, μια άλλη στρατηγική- γεωπολιτική διάσταση. Αυτό είναι ένα πεδίο στο οποίο θα μπορούσε να μεταφέρει το διπλωματικό της παίγνιο η Αθήνα. Με όρους προβολής της στρατιωτικής και στρατηγικής της συμβολής (Σούδα και όχι μόνο), και της σύμπτωσης συμφερόντων.

Να θυμίσουμε ότι οποίος πριονίζει το κλαδί επάνω το οποίο κάθεται πέφτει. Αυτό ισχύει σιγουρά για την πολιτική των Αθηνών. Ισχύει επίσης για τις Βρυξέλλες και για το Βερολίνο.

Η Ουάσιγκτον και εμείς

Επειδή άκουσα υπεύθυνες φωνές να κάνουν λόγο για αναπάντεχη στήριξη στις θέσεις μας, Θα ήθελα να συμπληρώσω τα εξής:
Oπως είναι φυσικό, η πέραν του Ατλαντικού φίλη και σύμμαχος υπερδύναμη ενδιαφέρεται πρωτίστως για τα δικά της συμφέροντα που εξυπηρετούνται καλύτερα, εάν ενδεικτικά συντρέχουν και τα εξής:

– Πολιτική και κοινωνική σταθερότητα -στο μέτρο του δυνατού και του προβλέψιμου- στις χώρες-μέλη της Ε.Ε. και του ΝΑΤΟ. Αυτό ισχύει και για την Ελλάδα.
– Ολοκλήρωση της Ευρωατλαντικής εμπορικής και οικονομικής συνεργασίας που προϋποθέτει σταθερότητα και ανάπτυξη στις δυο πλευρές του Ατλαντικού.
– Αύξηση της συμβολής -συμμέτοχης των ευρωπαϊκών χωρών του ΝΑΤΟ στις αμυντικές δαπάνες και στις επιχειρήσεις εντός και εκτός ευρωπαϊκού θεάτρου επιχειρήσεων.

Τυχόν πλήρης κατάρρευση της Ελλάδος, μιας χώρα με τις υψηλότερες πάρα τη κρίση αμυντικές δαπάνες, θα προκαλέσει αλυσιδωτές πολίτικες, αμυντικές και γεωπολιτικές απώλειες και ζημίες στην Ε.Ε. και στο ΝΑΤΟ.