Σε ανύποπτο χρόνο είχαμε αναρωτηθεί κατά πόσο η ελληνική κοινωνία είναι προοδευτική («Προοδευτικότητα: Διελκυστίνδα μεταξύ δεξιάς και αριστεράς», Οκτώβριος 2015). Ο όρος «προοδευτικός» είναι όντως ταλαιπωρημένος και πολυφορεμένος. Συνεχώς όμως έρχονται στο φως νέες έρευνες και γεγονότα της κοινωνικής και πολιτικής ζωής, η σημειολογία των οποίων χρήζει περαιτέρω σχολιασμού.
Ένα πεδίο που χρησιμοποιείται κατά κόρον για να εκφράσει τον βαθμό προοδευτικότητας μιας κοινωνίας, και άρα και της ελληνικής, είναι η σχέση της με τη θρησκεία και την εκκλησία. Έρευνα των Πανεπιστημίων Οξφόρδης, Μακεδονίας και Διεθνούς Πανεπιστημίου της Ελλάδας (Ιούνιος 2014) έδειξε ότι η Εκκλησία είναι ο φορέας που οι πολίτες εμπιστεύονται περισσότερο (οι πολιτικοί έρχονται τελευταίοι). Το 2015, άλλη έρευνα έδειχνε ότι από αυτούς που αυτοπροσδιορίζονται πολιτικά στο εύρος αριστερά – κεντροαριστερά, οι μισοί αντιτίθενται στην κατασκευή τεμένους και την αναγραφή του θρησκεύματος στις ταυτότητες και 7 στους 10 λένε όχι στους γάμους των ομοφυλόφιλων και την κατάργηση του θρησκευτικού όρκου, μεταξύ άλλων (Παρατηρητήριο κοινωνικο-πολιτικών αλλαγών, Ιούνιος 2015). Πρόσφατα (Μάρτιος 2018), νέα έρευνα της «διαΝΕΟσις» δείχνει (ξανά) την κυρίαρχη έντονη ταύτιση των Ελλήνων με την Ορθόδοξη Εκκλησία (το 85% δηλώνει ότι πιστεύει στην ύπαρξη θεού), έξι στους δέκα αισθάνονται «πολύ κοντά» στη θρησκεία,και λιγότεροι από 3 στους 10 δηλώνουν ότι συμφωνούν με τους γάμους ομόφυλων ζευγαριών.
Ας δούμε τώρα και κάποια γεγονότα των τελευταίων ετών.
- Ιανουάριος 2015: ο νέος πρωθυπουργός κ. Τσίπρας, αφού ορκίζεται με πολιτικό όρκο, συναντάται με τον Αρχιεπίσκοπο δηλώνοντας «Ήρθα εδώ να πάρω την ευχή σας. Σας διαβεβαιώνω ότι οι σχέσεις πολιτείας-εκκλησίας θα είναι πιο αναβαθμισμένες και ουσιαστικές απ’ ότι στο παρελθόν».
- Μάϊος 2015: σε δηλώσεις του υπουργού Παιδείας Νίκου Φίλη για την αναγκαιότητα χωρισμού της εκκλησίας από το κράτος, ο Αρχιεπίσκοπος δηλώνει «αυτοί που σκέφτονται τέτοια πράγματα θα το μετανοήσουν».
- Μάρτιος 2016: οι αλλαγές στο μάθημα των θρησκευτικών που προτείνει ο Νίκος Φίλης προκαλούν την αντίδραση της Ιεραρχίας.
- Ιούνιος 2017: οι νέοι οδηγοί σπουδών του σχολικού έτους 2018-2019, πριν τυπωθούν, θα τεθούν στη διάθεση της Εκκλησίας. «Η Εκκλησία συναποφασίζει με την Πολιτεία, τούτο πλέον αποτελεί κεκτημένο. Διάλογος, μεταξύ Εκκλησίας και Πολιτείας για την διδακτέα ύλη των θρησκευτικών έγινε για πρώτη φορά», δηλώνει ο Αρχιεπίσκοπος.
- Ιούνιος 2017: με παρέμβαση της Εκκλησίας καταργήθηκαν τραγούδια της Rihanna, του Δ. Σαββόπουλου και του Ν. Άσιμου από το πρόγραμμα του μαθήματος των Θρησκευτικών.
- Οκτώβριος 2017: σκληρή διαμάχη ανάμεσα στην Εκκλησία και την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ για το νομοσχέδιο νομικής αναγνώρισης της ταυτότητας και της αλλαγής φύλου, με την Ιερά Σύνοδο να ζητά την άμεση απόσυρσή του και να σημειώνει πως «τορπιλίζεται ο ιερός θεσμός της οικογένειας, διαλύεται η κοινωνική συνοχή». Έντονη αντίδραση και της Εκκλησίας της Ρωσίας για το ίδιο θέμα. Ο Μητροπολίτης Βολοκολάμσκ Ιλαρίωνας δηλώνει ότι πρόκειται για έγκλημα ενώπιον Θεού και ανθρώπων από έναν άθεο πρωθυπουργό.
- Ιανουάριος 2018: ο πρωθυπουργός κ. Τσίπρας ενημερώνει για το θέμα της ονομασίας της πΓΔΜ την Εκκλησία πριν τα κόμματα. Σύμφωνα με ανακοίνωση της Αρχιεπισκοπής, ο κ. Τσίπρας ζήτησε από τον Αρχιεπίσκοπο να συμβάλει ώστε να διασφαλιστεί κλίμα εθνικής ομοψυχίας και υπευθυνότητας, χωρίς κραυγές και άγονες αντιπαραθέσεις.
- Ιανούαριος 2018: δημόσια παρέμβαση της Εκκλησίας – «δεν αποδεχόμαστε τον όρο «Μακεδονία» ή παράγωγό του για την πΓΔΜ».
- Μάρτιος 2018: απόφαση του ΣτΕ ακυρώνει τις αλλαγές του πρώην υπουργού Παιδείας Νίκου Φίλη στο μάθημα των Θρησκευτικών σε Δημοτικά και Γυμνάσια ως «πολλαπλά αντισυνταγματικές και αντίθετες στην Ευρωπαϊκή Σύμβαση Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και το άρθρο 16 του Συντάγματος, γιατί με το πρόγραμμα σπουδών που εισάγεται για το δημοτικό και το γυμνάσιο φαλκιδεύεται ο επιβαλλόμενος από τη συνταγματική αυτή διάταξη σκοπός της ανάπτυξης, δηλαδή της ορθόδοξης χριστιανικής συνείδησης των μαθητών στα ανήκοντα στην επικρατούσα θρησκεία της Ανατολικής Ορθόδοξης Εκκλησίας του Χριστού», μεταξύ άλλων.
Φυσικά και πιο πριν υπάρχουν ανάλογα γεγονότα. Είναι όμως σημαντικό να δούμε τις αντιδράσεις της κυβέρνησης της αριστεράς και του χώρου της σοσιαλδημοκρατίας. Είναι γνωστό ότι οι δύο αυτοί χώροι έχουν διαχρονικά συνδεθεί με την υιοθέτηση προοδευτικών θέσεων στην κοινωνία. Την περίοδο όμως της αριστερής διακυβέρνησης (από το 2015 και μετά) έχουμε μια χαρακτηριστική αύξηση της συχνότητας αλλά και της έντασης των (επιτυχών) παρεμβάσεων της εκκλησίας στην πολιτική και κοινωνική ζώη.
Αμφιταλαντευόμενη είναι και η στάση του χώρου της κεντροαριστεράς, όπου τον τελευταίο καιρό επιχειρείται η επανασύνδεση και ανασυγκρότηση της προοδευτικής παράταξης. Ενδεικτικά, η πρόεδρος της Δημοκρατικής Συμπαράταξης απείχε από την ψήφιση ενός προοδευτικού νομοσχεδίου, αυτού για το Σύμφωνο Συμβίωσης (Δεκέμβριος 2015), τη στιγμή δε που το ΠαΣοΚ είχε πρώτο καταθέσει σχετικό νομοσχέδιο το 2013. Επίσης, και πάλι η πρόεδρος, πλέον, του Κινήματος Αλλαγής όπως και αρκετοί βουλευτές απουσίασαν από την ψήφιση του νομοσχεδίου για τη νομική αναγνώριση της ταυτότητας φύλου (Οκτώβριος 2017), με πολλούς να χαρακτηρίζουν τη στάση αυτή ως φυγομαχία και προσχηματική. Και τα δύο αυτά νομοσχέδια είχαν προκαλέσει τη μεγάλη αντίδραση της Εκκλησίας. Πριν λίγες μέρες δε, στο ιδρυτικό συνέδριο του Κινήματος Αλλαγής, ψηφίστηκε (με όχι απολύτως διαφανείς διαδικασίες) θέση για «διακριτούς ρόλους» κράτους και Εκκλησίας, τη στιγμή που ο διαχωρισμός ήταν η ήδη εκφρασμένη και πιο δημοφιλής θέση.
Δυτυχώς, αν και διαχρονική θέση της δημοκρατικής παράταξης (υπάρχει ήδη από το 1974 στην καταστατική διακήρυξη του ΠΑΣΟΚ), ο διαχωρισμός κράτους και εκκλησίας δεν επήλθε ούτε επί ημερών του ΠΑΣΟΚ ούτε φυσικά και των Σύριζα-Ανελ. Η ερμηνεία των διαφόρων ερευνών, ευρημάτων αλλά και της στάσης των, θεωρητικά τουλάχιστον, προοδευτικών κομμάτων υποδηλώνει μάλλον μια στροφή της ελληνικής κοινωνίας προς το συντηρητισμό ή τουλάχιστον ότι η ελληνική κοινωνία ποτέ δεν έκανε το μεγάλο άλμα προς την ειλικρινή μαζική υιοθέτηση προοδευτικών θέσεων. Η – επίσημη – απροθυμία των χώρων της αριστεράς και της σοσιαλδημοκρατίας να προχωρήσουν στην ουσιαστικότερη παρέμβαση για ένα κοσμικό κράτος, αυτή του διαχωρισμού, και οι διαρκείς εκπτώσεις στις σχέσεις μεταξύ κράτους και εκκλησίας, θα μπορούσε να ισχυριστεί κανείς ότι οφείλονται σε αυτήν ακριβώς τη μεταστροφή. Όταν τα μικροκομματικά κριτήρια είναι πιο σημαντικά, φαίνεται πως η προσέγγιση της κατά τα φαινόμενα μεγαλύτερης δεξαμενής ψηφοφόρων (αυτής που βρίσκεται πιο κοντά στην εκκλησία) παίζει κυρίαρχο ρόλο.
Είναι όμως δεδομένο ότι ο χώρος της κεντροαριστεράς είναι ο κατεξοχήν εκφραστής της προοδευτικής εξέλιξης της κοινωνίας. Ήταν η κεντροαριστερά που έκανε στο παρελθόν σημαντικές κοινωνικές τομές (π.χ. ισότητα των φύλων, πολιτικός γάμος, αποποινικοποίηση μοιχείας, κατάργηση προίκας κλπ.), συχνά κόντρα στις εδραιωμένες αντιλήψεις. Είναι βασική προϋπόθεση αλλά και καθήκον της σοσιαλδημοκρατίας να προωθεί τις προοδευτικές θέσεις στην κοινωνία, προς ένα κράτος δικαίου και ισονομίας όλων των πολιτών. Η επιδίωξη τέτοιων θέσεων δεν (θα έπρεπε να) είναι ούτε θέμα συγκυριών ούτε θέμα συσχετισμών. Το αίτημα διαχωρισμού κράτους και εκκλησίας είναι απλά θέμα δημοκρατίας και λειτουργίας των θεσμών. Σε μια ευνομούμενη δημοκρατία είναι οι πολίτες που ελέγχουν το κράτος (εκλέγειν και εκλέγεσθαι). Είναι το κράτος που ελέγχει φορείς, οργανισμούς και πολίτες, και άρα και την εκκλησία, βάσει των ισχύοντων νόμων – και όχι το αντίθετο. Και είναι προφανές πως όταν ένα νέο φιλόδοξο εγχείρημα για την ανασυγκρότηση των δυνάμεων της σοσιαλδημοκρατίας ξεκινά με εκπτώσεις σε ζητήματα που σχετίζονται ευθέως με τη διαχρονική ιδεολογική ταυτότητα του χώρου, το μέλλον δεν μπορεί να ατενίζεται με μεγάλη αισιοδοξία.