Η διολίσθηση της χώρας και η ευθύνη της σοσιαλδημοκρατίας

Γεώργιος Γεωργακόπουλος 28 Ιουλ 2015

Η χώρα διολισθαίνει σιγά σιγά εκτός ευρώ. Η Ε.Ε. μας έδωσε μία τελευταία ευκαιρία με τη συμφωνία της 12ης Ιουλίου. Δεν φαίνεται όμως αυτό να απασχολεί τη δημόσια συζήτηση. Τα ΜΜΕ και οι πολιτικές δυνάμεις επικεντρώνονται σχεδόν αποκλειστικά στο τι θα κάνει ο πρωθυπουργός της χώρας και το κόμμα του. Το ερώτημα αν θα καταφέρει ο πρωθυπουργός να κυριαρχήσει στο κόμμα του και στο χώρο της κεντροαριστεράς φαίνεται πιο σημαντικό από αυτό της σωτηρίας της χώρας.

Τα θεμελιώδη μπορούν να περιμένουν. Τι πρέπει να κάνουμε για να αποφύγουμε την έξοδο από το ευρώ, τι θα κάνουμε με τις μεταρρυθμίσεις, με την αντιμετώπιση της ανεργίας, την ανασυγκρότηση της παραγωγικής βάσης, της δημόσιας διοίκησης κλπ, όλα αυτά έχουν εξοστρακιστεί από το δημόσιο διάλογο. Τραγική κατάσταση. Εάν συνεχίσουμε έτσι όχι μόνο η πορεία της εξόδου από το ευρώ αλλά και η διολίσθηση της χώρας προς μια παρατεταμένη αξιακή παρακμή θα γίνουν μη αναστρέψιμες.

Η σοσιαλδημοκρατία αμήχανη

Οι δυνάμεις του σοσιαλδημοκρατικού χώρου έχουν επιδοθεί σε μια ανεξήγητη πρακτική. Τον κατακερματισμό. Μικροκκόματα, μικροομάδες, μικροκινήσεις, πολλαπλασιάζονται με απίστευτη ταχύτητα.

Ενώ δεν υπάρχουν σοβαρά ζητήματα στα οποία διαφωνούν, θεωρούν ότι οι μοναχικές πορείες είναι η καλλίτερη λύση. Ενώ συμφωνούν ότι η απόλυτη προτεραιότητα είναι η σωτηρία της χώρας, παραδόξως θεωρούν ταυτόχρονα ότι μπορούν να την σώσουν ο καθένας μόνος του.

Ή μήπως θεωρούν ότι μέσα σε ένα κλίμα απόρριψης των πάντων η κοινωνία θα έρθει στα συγκαλά της από μόνη της, χωρίς την συγκρότηση ενός στιβαρού μετώπου λογικής, ενός συλλογικού υποκειμένου ικανού να εμπνεύσει με ένα νέο αφήγημα;

Το πρώτιστο καθήκον δεν είναι ούτε η εκλογική επιβίωση, ούτε η κατάληψη της εξουσίας. Το πρώτιστο καθήκον είναι η επαναφορά του ορθού λόγου στην κατανόηση της πραγματικότητας και η οικοδόμηση ενός νέου συλλογικού υποκειμένου, ικανού να απεγκλωβίσει τη χώρα από τις παθογένειες της μεταπολίτευσης και να την οδηγήσει στη νέα εποχή.

Ας δούμε όμως τα πράγματα με τη σειρά

Οι μέρες της χαράς

Κατά τη μεταπολίτευση η χώρα γνώρισε εντυπωσιακούς ρυθμούς οικονομικής μεγέθυνσης, υψηλούς ρυθμούς επενδύσεων, μείωση των κοινωνικών ανισοτήτων. Αρκεί να σκεφτούμε πως ήταν η χώρα στις αρχές της δεκαετίας του 80 και πως είναι σήμερα. Το πρόβλημα ήταν και είναι ότι αυτό έγινε σε ένα πλαίσιο μη θεσμικής λειτουργίας των ίδιων των θεσμών και της κοινωνίας στο σύνολο της. Αυτό επέτρεψε στον καθένα να ερμηνεύσει την πραγματικότητα και την ανακατανομή του πλούτου  κατά το δοκούν εις βάρος των υγειών δυνάμεων και του κράτους δικαίου.

Με απλά λόγια μέσα σε ένα κλίμα συνολικής οικονομικής μεγέθυνσης επιβίωσαν, ενώ δεν έπρεπε, μη ανταγωνιστικές και μη καινοτόμες επιχειρήσεις εις βάρος των υπολοίπων. Διογκώθηκε ο δημόσιος τομέας, ενώ δεν έπρεπε, εις βάρος της ποιότητας των υπηρεσιών του, των φορολογουμένων και του ιδιωτικού τομέα. Μέσα σε ένα κλίμα μείωσης των κοινωνικών ανισοτήτων  στηρίχθηκαν, ενώ δεν έπρεπε, συντεχνιακά αιτήματα (επιδόματα σε ανοιχτομάτηδες τυφλούς, συνταξιοδοτήσεις από τα πενήντα…) εις βάρος της πραγματικής κοινωνικής δικαιοσύνης.

Η οικονομική μεγέθυνση και η μείωση των κοινωνικών ανισοτήτων έγινε δηλαδή με παράδοξο τρόπο αλλοιώνοντας τα αξιακά ανακλαστικά της κοινωνίας συνολικά. Εξ’ ου και διεκδικούσε και συνεχίζει να διεκδικεί, στο όνομα της δικαιοσύνης, της αλληλεγγύης και της ισότητας παράδοξα αιτήματα. Δικαιώματα χωρίς υποχρεώσεις. Παρόλα αυτά όμως, και μέσα από τις αντιφάσεις της, η χώρα προόδευσε συνολικά.

Και όλοι έπαιξαν αυτό το παιχνίδι, όχι μόνο οι κυβερνήσεις αλλά και οι αντιπολιτεύσεις οι οποίες αντιτάχθηκαν σε κάθε προσπάθεια θεσμικού εκσυγχρονισμού της χώρας, και από κοντά και ο λαός. Όσοι δε θέλησαν να μιλήσουν για κάτι άλλο ή να δουλέψουν για να μεταρρυθμίσουν κάτι, στηλιτεύτηκαν ως εχθροί του λαού. Κλασσικά παράδειγμα η προσπάθεια του Γιαννίτση για τη μεταρρύθμιση του ασφαλιστικού ή πιο πρόσφατα η προσπάθεια της Διαμαντοπούλου για τη μεταρρύθμιση των πανεπιστημίων, οι οποίες πολεμήθηκαν, η μεν πρώτη εν τη γεννέση της, η δε δεύτερη αφού έλαβε πρώτα τη θετική ψήφο της συντριπτικής πλειοψηφίας του κοινοβουλίου. Χαμένος κόπος.

Η οικονομική κρίση έφερε στην επιφάνεια αυτό που δεν θέλαμε να δούμε όλα αυτά τα χρόνια. Την αντίφαση της προόδου.

Οι μέρες της θλίψης

Τώρα  μετά το χαστούκι της κρίσης βρήκαμε τη λύση στην παραγωγή ενός νέου μύθου. Φταίει η Ευρώπη και φταίνε οι προηγούμενοι, αλλά όχι οι παθογένειες της μεταπολίτευσης.  Όλοι εναντίον όλων. Απαξίωση των πάντων. Ένα απίστευτα τοξικό περιβάλλον μέσα στο οποίο ταξιδεύει ολόκληρη η χώρα αμέριμνα. Αυτή η γενικευμένη απαξίωση δημιουργεί τέρατα, δηλητηριάζει τη σκέψη, δαιμονοποιεί τις μεταρρυθμίσεις, στρώνει το χαλί στους δημαγωγούς, στους λαϊκιστές και στους τυχοδιώκτες. Μέσα σε αυτό το κλίμα η επιστροφή π.χ. στη δραχμή ή η έξοδος από την Ευρώπη φαντάζουν ως μια ευχάριστη εκδρομή στη θάλασσα. Είμαστε έτοιμοι μαζί με τα απόνερα του μπάνιου να πετάξουμει και το ίδιο το μωρό.

Η σοσιαλδημοκρατία έχει μεγάλη ευθύνη στην απομάκρυνση του τοξικού νέφους που έχει καλύψει τη χώρα.

Το νέο αφήγημα

Και πιο μπορεί να είναι αυτό το νέο αφήγημα; Αυτό που ήταν πάντα το ζητούμενο για τη χώρα. Η ανατροπή του αξιακού υπόβαθρου της μεταπολίτευσης. Η οικοδόμηση ενός κανονικού κράτους. Ενός κράτους που λειτουργεί ως εγγυητής του συλλογικού καλού και όχι των επιμέρους συντεχνιακών συμφερόντων. Του κράτους δηλαδή που θεωρείται δεδομένο στις δυτικές δημοκρατίες. Ακούω ήδη το αντεπιχείρημα, ‘’μα η Ευρώπη έχει προβλήματα’’. Απαντώ, προφανώς έχει προβλήματα, αλλά όχι τα δικά μας και όχι στην ίδια ένταση. Η ποιότητα των θεσμών, της διοίκησης, των πανεπιστημίων, των νοσοκομείων, της έρευνας, της καινοτομίας, των πόλεων κοκ.… δεν σχετίζεται με τη δική μας. Ανεξαρτήτως όμως των διαφορών είναι απολύτως βέβαιο ότι δεν υπάρχει δρόμος ο οποίος οδηγεί απ’ ευθείας στο παράδεισο. Δεν υπάρχει μαγική λύση. Τα πάντα οικοδομούνται βήμα βήμα με σκληρή δουλειά, και τα πάντα σαπίζουν εάν δεν τα φροντίζεις συνεχώς.

Με απλά λόγια το νέο αφήγημα σημαίνει, ενίσχυση θεσμών που εγγυώνται την εξυπηρέτηση του δημόσιου συμφέροντος, που ευνοούν την αξιοκρατία, την διαφάνεια, τον υγιή ανταγωνισμό, που επιβραβεύουν αυτούς που προσπαθούν και εργάζονται αποδοτικά στον ιδιωτικό και στον δημόσιο τομέα, αυτούς που καινοτομούν, που παράγουν ευημερία, που απελευθερώνουν τις υγιείς δυνάμεις του τόπου, που προστατεύουν τους αδικημένους παρέχοντας τους ίσες ευκαιρίες.

Πως θα γίνει αυτό

Ουδείς κατέχει κατ’ αποκλειστικότητα το μονοπώλιο της αρετής και ουδείς έχει εξουσιοδοτηθεί κατ’ αποκλειστικότητα από την ιστορία να το εκπροσωπήσει.

Ουδείς επίσης μπορεί να το υλοποιήσει μόνος του. Και αυτό γιατί απαιτείται μια τιτάνια και μακροπρόθεσμη προσπάθεια για να αμφισβητηθεί ο αξιακός πυρήνας της μεταπολίτευσης. Οι κυρίαρχες  αντιλήψεις, συμπεριφορές και πρακτικές που διαμόρφωσε η μεταπολίτευση δεν αλλάζουν επειδή απλώς μιλούμε για αυτές στα μικροακροατήριά μας.

Μόνο η συνένωση των δυνάμεων δύναται να συγκροτήσει ένα ισχυρό κοινό παρανομαστή που θα μπορέσει να λειτουργήσει πολυσυλλεκτικά και πλειοψηφικά διαπερνώντας την κοινωνία, ανεξαρτήτως κοινωνικής θέσης, μορφωτικού επιπέδου, ηλικίας, φύλου και περιοχής, απευθυνόμενη οριζόντια στο εθνικό ακροατήριο.