Η δημοκρατία είναι η απάντηση

Ορέστης Καλογήρου 16 Ιαν 2014

Η πρόσφατη απόδραση ενός από τα ηγετικά στελέχη της τρομοκρατικής οργάνωσης «17Ν» μέσω του θεσμού της ολιγοήμερης άδειας φυλακισμένου έφερε στην επιφάνεια τον ρηχό και επιεικώς επιπόλαιο τρόπο με τον οποίο η ελληνική κοινωνία αντιμετώπισε διαχρονικά το φαινόμενο της τρομοκρατίας.

Η συζήτηση, όπως συνήθως, μετατοπίστηκε σε λάθος έδαφος, στις ανούσιες αντεγκλήσεις μεταξύ ΝΔ και ΣΥΡΙΖΑ για το κατά πόσον ο δεύτερος είναι κρυφός θαυμαστής της τρομοκρατίας ή όχι. Δυστυχώς το πρόβλημα είναι ότι κρυφοί θαυμαστές της εγκληματικής οργάνωσης βρίσκονται ανάμεσα σε πολίτες ολόκληρου του πολιτικού φάσματος. Με την ευκολία που ακούγεται η ανόητη φράση «ένας συνταγματάρχης μας χρειάζεται», συχνά επαναλαμβάνεται η ανόητη φράση «μια ‘17Ν’ μας χρειάζεται» και όχι κατ’ ανάγκη από υποστηρικτές των αντίστοιχων άκρων, όπως θα περίμενε κανείς. Το πολιτικό σύστημα στην πραγματικότητα απέτυχε να εμπνεύσει και να εμφυσήσει μια στέρεη δημοκρατική συνείδηση στους πολίτες αυτής της χώρας. Σε μεγάλο βαθμό ανέχτηκε, αν δεν ενθάρρυνε, αντιδημοκρατικές πεποιθήσεις, αλλά και συμπεριφορές, για μικροπολιτικούς λόγους. Τα μεγάλα κόμματα ως συνασπισμοί εξουσίας επέλεξαν, μεταξύ άλλων τύπων πολυσυλλεκτικότητας, και την ιδεολογική πολυσυλλεκτικότητα σαν μέσο πολιτικής ηγεμονίας. Εκεί βρίσκεται η αμφισημία και αμφιθυμία του κόμματος της αξιωματικής αντιπολίτευσης ως προς το φαινόμενο της τρομοκρατίας. Δεν ασπάζεται την τρομοκρατία. Πιεσμένο στα ασφυκτικά όρια του δημοσκοπικού 20%, είναι αναγκασμένο να θωπεύει πάσης φύσεως λαϊκές δοξασίες για να διευρύνει το ακροατήριό του προς κάθε κατεύθυνση. Από την άλλη μεριά, η κοινωνία των πολιτών ποτέ δεν αναμετρήθηκε με αναστοχασμό με ένα φαινόμενο που αποτέλεσε για δεκαετίες μια μεγάλη πληγή. Είναι γνωστό ότι κυρίως στη δεκαετία του ’70 η ευρωπαϊκή εκδοχή της τρομοκρατίας πήρε διαστάσεις εμφύλιας σύγκρουσης κυρίως στη Γερμανία και την Ιταλία. Είναι αλήθεια ότι τα «μολυβένια χρόνια» άφησαν πολύ μεγαλύτερες πληγές και σημάδια στις κοινωνίες αυτών των χωρών από ό,τι στη χώρα μας. Αυτός είναι ίσως και ο λόγος για τον οποίο στις χώρες αυτές πραγματοποιήθηκε ένας επώδυνος διάλογος, κυρίως μεταξύ των πρωταγωνιστών της τρομοκρατίας, που σε μεγάλο βαθμό κατέληξε στην έμπρακτη πολιτική μεταμέλεια πολλών εξ αυτών και στην αναθεώρηση των κεντρικών επιλογών της τρομοκρατίας. Υπήρξαν όμως και ισχυρές πολιτικές δυνάμεις που αντιπαρατέθηκαν σθεναρά και επίμονα στις αυταπάτες και στο εμφανώς εχθρικό για την κοινωνία αφήγημα της τρομοκρατίας. Στην ασφυκτική πολιτική απομόνωση της τρομοκρατίας εμβληματικός υπήρξε ο ρόλος του ευρωκομμουνιστικού Κομμουνιστικού Κόμματος Ιταλίας με επικεφαλής τον Ενρίκο Μπερλινγκουέρ. Οι δημοκρατικές πολιτικές δυνάμεις στις χώρες αυτές κατόρθωσαν σε μεγάλο βαθμό να αφαιρέσουν το πολιτικό οξυγόνο από την τρομοκρατία. Ο δρόμος προς την κοινωνική αυτογνωσία ως προς το διακύβευμα της τρομοκρατίας ποτέ δεν διανύθηκε στη χώρα μας. Ο καταδικασμένος για μεγάλο αριθμό δολοφονιών μεσήλικας δραπέτης έγινε αφορμή για να εκδηλωθεί στα κοινωνικά δίκτυα τις ημέρες αυτές ένα κύμα καλά καλυμμένης συμπάθειας ή νοσταλγίας της τρομοκρατίας. Αντίθετα, τα δημοκρατικά ανακλαστικά των πολιτικών δυνάμεων και της κοινωνίας ήταν περιορισμένα. Η δημοκρατική συνείδηση της κοινωνίας δεν είναι διαχρονικό δεδομένο. Και στις μέρες μας χρειάζεται επειγόντως δημοκρατική εγρήγορση.