Η δημοκρατία δεν είναι ένα τέλειο πολίτευμα. Απλώς είναι το καλύτερο που έχουμε ανακαλύψει. Η ίδια η δημοκρατία γνωρίζει καλά τα αδιέξοδά της. Για παράδειγμα, μια υπόθεση εργασίας: Θα μπορούσαμε δημοκρατικά να ξαναγυρίσουμε στην ανισότητα των γυναικών; Αν αύριο σε ένα δημοψήφισμα το 50+% των ψηφοφόρων επέλεγε ότι ο άνδρας έχει περισσότερα δικαιώματα από τη γυναίκα, αυτό θα αποτελούσε μια νέα σύμβαση ελέω δημοκρατίας; Είναι άραγε τόσο απλό; Αρκεί όλοι οι έχοντες δικαίωμα ψήφου ελεύθερα να επέλεγαν την επιστροφή της γυναίκας στο σπίτι; Στη Θεολογία αρκεί.
Αυτό είναι δημοκρατία; Μια απλή πρόσθεση των θελήσεων σε μια συγκεκριμένη συγκυρία (παραδείγματος χάριν, η γνωστή μας οικονομική κρίση) αρκεί για να ανατρέψει θεμελιώδεις αρχές ενός δημοκρατικού πολιτεύματος; Με λίγα λόγια, μπορεί η πλειοψηφία (50+ένας) να αποφανθεί ότι ο άνδρας πρέπει να λαμβάνει μεγαλύτερο αντιμίσθιο από τη γυναίκα -ώστε να περιοριστεί η ανεργία μεταξύ των ανδρών και να προστατευθεί έτσι, σε συνθήκες κρίσης, το οικογενειακό εισόδημα;
Μια έμμεση αλλά χαρακτηριστική απάντηση έχει εδώ και δεκαετίες καταγραφεί: Όχι!
Γι’ αυτό άλλωστε και σε κορυφαία ζητήματα δημοκρατίας (π.χ η αλλαγή του συντάγματος) προβλέπεται κάτι περισσότερο (κάτι πολύ περισσότερο) από την απλή πλειοψηφία του 50+1. Αυτό δεν είναι τυχαίο. Δεν μπορεί το +1 να είναι ισχυρότερο από το 49+9 σε θέματα που αποτελούν θεμελιώδη ζητήματα του δημοκρατικού πολιτεύματος. Η δημοκρατία δεν είναι σοφιστεία. Ούτε θεολογία.
Υπάρχουν οι αξίες της δημοκρατίας και οι κανόνες της δημοκρατίας. Οι αξίες είναι ελάχιστες, τέσσερεις-πέντε, οι κανόνες είναι πολλοί περισσότεροι. Οι κανόνες μπορούν να αλλάζουν, οι αξίες όχι.
Οι κανόνες διαφοροποιούν τα πολιτεύματα. Οι αξίες όχι. Υπάρχουν διαφορετικά δημοκρατικά πολιτεύματα λόγω των διαφορετικών κανόνων, αλλά όλα υπηρετούν τις ίδιες ολιγάριθμες αξίες.
Στη Χημεία, η πραγματικότητα της ζωής λέει πως δεν υπάρχουν στοιχεία αυτούσια και μοναχικά στη Φύση. Ο περιοδικός πίνακας των αυτούσιων στοιχείων υπάρχει μόνο μέσα από τις ενώσεις και τα μείγματα. Ο περιοδικός πίνακας των στοιχείων εμπλουτίζεται και θα εμπλουτίζεται από νέα στοιχεία που απομονώθηκαν από αντίστοιχες ενώσεις στοιχείων, αλλά σε καμία περίπτωση κάποιο στοιχείο δεν μπορεί να ανατρέψει τον περιοδικό πίνακα.
Κάπως έτσι, νομίζω, λειτουργεί και η δημοκρατία. Δεν είναι το άπαν, είναι όμως το παν. Έστω κι αν το παν νοηματοδοτείται ανάλογα με τις κυρίαρχες (κάθε φορά) απόψεις μιας κοινωνίας. Είναι πρωτίστως μια δυναμική έννοια που κάθε φορά μάχεται απέναντι σε ό,τι επιχειρεί να τη διαστρεβλώσει, όπως για παράδειγμα η «λαϊκή δημοκρατία».
Η «λαϊκή δημοκρατία» δεν είναι παρά το κοσμικό αδελφάκι της σύγχρονης θεολογίας. Ανάμεσα στον λαό και στον ηγέτη, ανάμεσα στην ψυχή και στον Θεό, τίποτα δεν υπάρχει, τίποτα δεν αξίζει να υπάρχει. Οι μάζες ακολουθούν τη φωτισμένη ηγεσία κι έτσι προχωρούν προς μιας μορφής «τελείωση». Εκεί σταματά ο χρόνος. Είναι ο Φουκογιάμα από την ανάποδη.
Αυτό το μάθημα το πήρε πολύ καλά στα υπ’ όψη της η σύγχρονη δημοκρατία. Γι’ αυτό και επεξέτεινε την έννοια της αντιπροσωπευτικότητας. Δεν αρκεί μια οριακή ή μια μεγάλη πλειοψηφία κάπου, σε έναν μηχανισμό (ακόμη κι αν είναι η Βουλή), αν δεν έχει προηγηθεί διαβούλευση σε κάθε επίπεδο. Γι’ αυτό και η έννοια της αντιπροσωπευτικότητας στις ΗΠΑ τον 19ο αιώνα αποτέλεσε σταθμό έμπνευσης για τον Τοκβίλ. Και έκτοτε συνεχώς διευρύνεται και σε ουσία και σε πεδίο.
Η αλήθεια είναι ότι όσο μεγαλώνει το πεδίο άσκησης της δημοκρατίας τόσο χάνεται ο απλοϊκός φαν της δημοκρατίας. Νιώθει ότι η ψήφος του υστερεί, χάνει τη δύναμή του (όπως στα πλαίσια της ΕΕ). Είναι, όμως, έτσι;
Επανακτά, άραγε, τη δύναμή της η δημοκρατία, αν οι τηλεοράσεις δείξουν μαζικές διαδηλώσεις; Κι αν όντως είναι μαζικές διαδηλώσεις;
Και ναι και όχι.
Άραγε υπάρχει όριο μαζικότητας που να επανακαθορίζει την πορεία της δημοκρατίας; Σε μία δημοκρατία (σε αντίθεση με τη θεολογία, δηλαδή την αδιαμεσολάβητη σχέση μεταξύ πιστού και Θεού) το ερώτημα είναι παρελκυστικό. Θυμίζει τους φυσικούς ή τους χημικούς που προσπαθούν να απομονώσουν το εργαστήριό τους από το ευρύτερο περιβάλλον. Δεν υπάρχει το τέλειο, μόνο η δυνητική προσδοκία του.
Σε αντίθεση με τη θεολογία, η δημοκρατία γνωρίζει τη σχετικότητα των πραγμάτων. Και φροντίζει ο κάθε δημοκρατικός ηγέτης να μην αναζητά αμαρτωλούς και αγίους, αλλά θεσμούς. Στη θεολογία η απάντηση είναι δεδομένη. Στη δημοκρατία δεδομένα είναι μόνο τα ερωτήματα. Στη θεολογία ο παπάς ερμηνεύει τα ερωτήματα, έχοντας δεδομένη την απάντηση, στη δημοκρατία ο κοσμικός ηγέτης έχει δεδομένα το ερωτήματα κι αναζητά την απάντηση.
Εμείς, τελευταία, ζούμε τη θεολογικοποίηση της δημοκρατίας. Νόμος είναι το δίκιο του πιστού (στο κόμμα, στο μνημόνιο ή στο αντιμνημόνιο). Το δημοκρατικό μας ευαγγέλιο δεν κατάφερε να μας εντάξει χωρίς αιρέσεις μέσα σε ένα μεγαλύτερο πεδίο, αυτό της ΕΕ. Και γι’ αυτό υπεύθυνο (σύμφωνα με τη ρητορική του ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ) είναι το… πεδίο!
Παρακάμπτουμε το πόσο βιάσαμε αρχές και κανόνες της δημοκρατίας. Ξεχάσαμε συντεχνίες, διαγράψαμε τον κυρίαρχο εδώ και 30 χρόνια στεροτυπικό λόγο της ελληνικής Δεξιάς και Αριστεράς, παρακάμψαμε κομματικούς σωλήνες και μπαλκονολογίες. Κι έτσι το 36% έγινε (στα γκάλοπ) 45% κι αύριο ποιος ξέρει πόσο.
Επιτέλους! Αρκεί να συμφωνήσουμε μεταξύ μας για το πώς θέλουμε να ζήσουμε. Κι αυτό πιστεύουμε ότι αρκεί.
Είμαστε έτοιμοι να εγκαταστήσουμε μια νέα κυριαρχία, όπως κάποτε ιδρύθηκαν ναοί πάνω σε σπαράγματα άλλων Θεών. Για να αναπαραχθεί τελικά η ίδια σύμβαση. Ένας νέος Θεός. Αυτό που δεν τόλμησε η θεολογία το τολμά η σημερινή ελληνική δημοκρατία: Θέλει τον Χριστό πάνω σε χάρλεϋ. Ουάου…