Δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι η υψοφοβία αποτελεί ένα από τα ανθεκτικότερα σύνδρομα της Αριστεράς. Ο ΣΥΡΙΖΑ, για παράδειγμα, σκαρφαλωμένος προ τριετίας στα δημοσκοπικά ρετιρέ, έκανε ό, τι περνούσε από το χέρι των στελεχών του για να προσγειωθεί στο ισόγειο, διστάζοντας να πάρει αποστάσεις από τις τυφλές εκρήξεις βίας που ακολούθησαν τη δολοφονία του Αλέξη Γρηγορόπουλου. Εκείνη την εποχή, για να έχουμε ένα μέτρο σύγκρισης, ο ένας πόλος του δικομματισμού – κατά… σύμπτωση και πάλι το ΠΑΣΟΚ – έβλεπε την εκλογική του βάση να μετακινείται μαζικά προς την Αριστερά, εναποθέτοντας σ’ αυτήν ελπίδες για μια νέου τύπου πολιτική εκπροσώπηση.
Τα όσα ακολούθησαν είναι σε γενικές γραμμές γνωστά: το όνειρο αποδείχθηκε πολύ “συστημικό” για να είναι αληθινό. Ο ΣΥΡΙΖΑ επέστρεψε στη θαλπωρή των μονοψήφιων εκλογικών ποσοστών και οι παρολίγον μετανάστες επαναπατρίστηκαν κάποια στιγμή στη γη της Παπανδρεϊκής επαγγελίας.
Θυμήθηκα αυτή τη διδακτική δημοσκοπική ιστορία, με αφορμή διάφορα ανησυχητικά που διαδραματίζονται τελευταία εντός της Δημοκρατικής Αριστεράς. Στελέχη του κόμματος μάχονται να μανταλώσουν πόρτες και παράθυρα μη και μολυνθεί η ΔΗΜΑΡ από τους “εισοδιστές” του ΠΑΣΟΚ. Ξεκινώντας από την κατ’ αρχήν σωστή θέση ότι το κόμμα τους δεν μπορεί και δεν πρέπει να γίνει “πλυντήριο” για να ξεπλυθούν αστέρες και αστερίσκοι του πασοκικού στερεώματος που… είδαν φως και μπήκαν, παράγοντες της ανανεωτικής αριστεράς που έζησαν τα πετρινά εξωκοινοβουλευτικά χρόνια, διαμορφώνουν μία γραμμή σκληρής καθαρότητας. Αντιμετωπίζουν, έτσι, με καχυποψία όποιον προσεγγίζει τη ΔΗΜΑΡ, αναθερμαίνουν τα αντιπασοκικά αντανακλαστικά του χώρου και περιχαρακώνονται.
Κι όμως, οι “ανάγκες της περιόδου”, που ’έλεγε και ο Λεωνίδας Κύρκος, επιβάλλουν το ακριβώς αντίθετο: στις συνθήκες που διαμορφώνονται, με τον δικομματισμό να αναζητά νέα σημεία ισορροπίας και τον πολιτικό χάρτη να αναδιατάσσεται, η μεταρρυθμιστική – ευρωπαϊκή Αριστερά δεν μπορεί να αναπαράγει το μοντέλο των κλειστών συστημάτων και των κομματικών άβατων. Σε μια στιγμή, μάλιστα, που η σύγκλιση της κεντροαριστεράς παύει να αποτελεί μύχιο πόθο ή ευφάνταστο σενάριο και αποκτά υλική πολιτική βάση, οι περιχαρακώσεις αποτελούν τον ασφαλέστερο δρόμο για να χαθεί μια σπάνια ευκαιρία συνάντησης των σοσιαλδημοκρατικών και αριστερών δυνάμεων με ευρωπαϊκό ορίζοντα.
Και κάτι τελευταίο: το μεγάλο στοίχημα για τις δυνάμεις που στεγάζει η ΔΗΜΑΡ, φαντάζομαι πως δεν είναι η εκλογική αυτοσυντήρηση του κόμματος, αλλά η συμβολή τους στη διαμόρφωση ενός κοινού μετώπου για την προοδευτική διακυβέρνηση της χώρας. Σ’ αυτή την προοπτική – που δεν κλείνει, αλλά μάλλον ανοίγει με τις εκλογές – χωρούν πολλοί και πολλά. Εκτός, προφανώς, από ένα: την αλήστου μνήμης λογική “λίγοι και καλοί”, που οδήγησε την Αριστερά, παραδοσιακή και ανανεωτική, άλλοτε στην ομφαλοσκόπηση και άλλοτε στο εκλογικό περιθώριο. Ας το θυμόμαστε…