Η τροπή που πήρε η ανατροπή της απόφασης της τοπικής οργάνωσης του κεντρικού Πειραιά για την υπόδειξη υποψήφιου δήμαρχου, πέρα από τις συζητήσεις για προγραμματισμένο σχέδιο στήριξης (είτε κατέβαινε ο Τζανετουλάκος, είτε όχι) του Δρίτσα από την Ρεπούση, έχει και μια διάσταση προβληματισμού καθαρά αυτοδιοικητικού.
Στην τρίτη σε αυτοδιοικητικό μέγεθος πόλη, μαζεύονται την μια 13 και την άλλη 20-25 άτομα, να αποφασίσουν. Να αποφασίσουν με κριτήριο κομματικό, ποιος μπορεί να είναι ο καταλληλότερος δήμαρχος για την πόλη. Δεν ασχολούμαι με τους αριθμούς, θα μπορούσαν να είναι 113 την πρώτη και 220 την δεύτερη. Το θέμα είμαι η εξάρτηση της τοπικής αυτοδιοίκησης από κομματικούς μηχανισμούς.
Στην αριστερά μάλιστα, έχει πάρει εδώ και δεκαετίες ιδιαίτερα ανταγωνιστική προς τα άλλα κόμματα μορφή, μια που πλανάται ο ισχυρισμός ότι η κεντρική ηγεσία δεν παρεμβαίνει στις αποφάσεις για τις τοπικές κοινωνίες. Η αλήθεια εδώ είναι μισή. Η κεντρική ηγεσία δεν παρεμβαίνει, αλλά στις αποφάσεις των τοπικών οργανώσεων, στις οποίες απλώς εκχωρεί το δικαίωμα της να αποφασίζει, και σε καμιά περίπτωση σε αυτές τις αποφάσεις δεν συμμετέχει η «τοπική κοινωνία».
Υπάρχουν περιπτώσεις δήμοι, που ισχυρές μη κομματικές δημοτικές παρατάξεις λειτουργούν με την συμμετοχή και της αριστεράς (πχ. για μας στον Πειραιά ο Ιωακειμίδης στη Νίκαια-Ρέντη), και σε αυτές τις περιπτώσεις συμπίπτει ή στην πραγματικότητα έχουμε την εξαίρεση (της συμμετοχής της τοπικής κοινωνίας) που επιβεβαιώνει τον κανόνα (της ανυπαρξίας συμμετοχής της τοπικής κοινωνίας) στον τρόπο που μέχρι και σήμερα, τοις πράγμασι, αντιμετωπίζει η αριστερά την αυτοδιοίκηση.
Η μεταβίβαση του δικαιώματος απόφασης από την κεντρική ηγεσία στην τοπική, είναι μεν διαφορετική αντιμετώπιση της αυτοδιοίκησης αλλά δεν είναι ΑΛΛΗ αντιμετώπιση.
Τα μέλη ενός κόμματος δεν αποτελούν λόγω της κομματικής ιδιότητας εξέχοντα μέλη μιας τοπικής κοινωνίας. Αυτή η ιδιότητα κατακτείται μέσα από συμμετοχή σε τοπικές ομάδες ενδιαφέροντος και δράσης, αυτό που συνηθίσαμε να λέμε τοπικά κινήματα. Τα οποία είναι πολιτικά αφού συγκεντρώνουν και ασχολούνται με θέματα κοινωνικού ενδιαφέροντος, ακόμη κι αν δεν ασχολούνται ή δεν παραπέμπουν σε ζητήματα της κεντρικής πολιτικής σκηνής.
Στον Πειραιά, στο πλαίσιο της αποκέντρωσης κομματικών αποφάσεων για την αυτοδιοίκηση, δόθηκε η «άδεια» να αποφασίσουν ποιόν υποψήφιο δήμαρχο θέλουν να προτείνουν στους πολίτες του Πειραιά. Όσοι είχαν θεσμικό δικαίωμα να συμμετάσχουν στην λήψη της απόφασης, τα μέλη της τοπικής οργάνωσης δηλαδή, δεν έχουν άλλη δράση, πλην της κομματικής. Μερικοί/ες πιο δραστήριοι/ες απ’ αυτούς/ες, είχαν συμμετοχή στο Λιμάνι της Αγωνίας, το οποίο τώρα πια βέβαια είναι ο συνδυασμός του Δρίτσα. (η επωνυμία ακούγεται όλο και λιγότερο, καθώς όλο και περισσότερο ακούγεται το όνομα του Δρίτσα). Δεν μπαίνω σε κανέναν πειρασμό απαξίωσης του έργου που έχει κάνει εδώ και χρόνια το Λιμάνι στον Πειραιά.
Μπαίνω στον πειρασμό απαξίωσης της αυτοδιοικητικής ύπαρξης και δράσης των μελών της τοπικής οργάνωσης, τα οποία υπό αυτές τις συνθήκες έβλεπαν μοναδική διέξοδο τον Δρίτσα, και εναλλακτικά άφησαν την Ρεπούση να «προσπαθήσει» να βρει άλλη λύση. Φυσικά για όσους ξέρουν τα πειραιώτικα, η Ρεπούση φρόντισε να κάψει όποια πιθανότητα λύσης, για να καταφύγουν όλοι μαζί στην μη λύση Τζανετουλάκου. Ήταν βέβαιο, εγώ τουλάχιστον το είχα γράψει από την πρώτη μέρα κι ας με έλεγαν κάποιοι εμπαθή, ότι ο Τζανετουλάκος δεν θα κατέβαινε στις εκλογές.
Δεν γινόταν να κατεβεί στις εκλογές. Ο ίδιος άγνωστος, και χωρίς πολιτικό λόγο, θα στηριζόταν από ανθρώπους χωρίς συμμετοχή άρα και στήριξη από κοινωνικές ομάδες, με ένα μικρό κόμμα όπου ακόμη κι αν όλα τα μέλη του Πειραιά ήταν υποψήφιοι μαζί με τις οικογένειες τους, συνδυασμός δεν θα συμπληρωνόταν. Πόσο μάλλον που όσοι τον ψήφισαν σαν υποψήφιο, ταυτόχρονα δήλωναν αδυναμία να μετέχουν στον συνδυασμό του.
Αριστερές παθογένειες. Όπου οι εκλεκτοί είναι πάντα λίγοι.
Δυστυχώς, στο βαθμό που πολιτική είναι τέχνη του εφικτού, η υπεύθυνη να προσεγγίσει το εφικτό είχε αλλού το μυαλό της.
Έχοντας σαν κόκκινες κομματικές γραμμές την συνεργασία με ΝΔ και ΣΥΡΙΖΑ (εκεί που υπάρχουν κεντρικές πολιτικές αναφορές), έχοντας σαν κόκκινη πολιτική γραμμή την συνεργασία με φθαρμένα πρόσωπα του παρελθόντος, έχοντας σαν ενδογενή αδυναμία την συμμετοχή μελών του κόμματος στα πειραιώτικα κοινά, είχε παρόλα αυτά ένα αρκετά ευρύχωρο πεδίο να αναζητήσει συμμαχικές λύσεις, τις οποίες απλά δεν ήθελε να αναζητήσει. Με τα γνωστά αποτελέσματα γελοιοποίησης. Και η ολοκλήρωση της γελοιοποίησης θα γίνει, αν προχωρήσει αυτή η συνεργασία όπου όσοι περιληφθούν στο ψηφοδέλτιο του ΣΥΡΙΖΑ θα καταλάβουν τις τελευταίες θέσεις. (Αυτό είναι το τελευταίο μου στοίχημα προς όποιον θέλει να ρεφάρει την προηγούμενη χασούρα.)
Να επαναλάβω όμως. Όλα ξεκινούν από την αδυναμία όσων ελέγχουν τους κομματικούς μηχανισμούς, να δουν ότι πραγματικά ενεργά μέλη ενός κόμματος είναι όσα μετέχουν και δρουν σε κοινωνικές ομάδες και όχι όσα αναλώνονται σε ατέλειωτες συνεδριάσεις κρίσεων και κριτικής.
Δεν είμαι καθόλου αισιόδοξος ότι το πάθημα του Πειραιά θα γίνει μάθημα. Υπάρχουν, έχουν παγιωθεί πια οι αντιλήψεις για τον τρόπο οργάνωσης και αναπαραγωγής της εσωτερικής δομής που, κατά την γνώμη μου μόνον ανατροπή επιδέχονται και όχι βελτίωση.