Οι κατηγορίες περί πολιτικού χρήματος και πολιτικής διαφθοράς δεν είναι καινούργιες, αλλά στην παρούσα συγκυρία κάθε καινούργια κατηγορία επιταχύνει τη φθορά του πολιτικού συστήματος. Στη λίστα των φακέλων με κατηγορίες για 32 πολιτικά πρόσωπα για «αθέμιτο» πλουτισμό προστέθηκαν οι κατηγορίες πως οι αγοραπωλησίες τριών πολιτικών, του προέδρου της Βουλής κ. Μεϊμαράκη και δυο πρώην υπουργών, των κυρίων Μιχάλη Λιάπη και Γιώργου Βουλγαράκη, μπορούσαν να κρύβουν συναλλαγές για ξέπλυμα μαύρου χρήματος.
Ολα αυτά είναι πολύ δυσάρεστα, αλλά συμβαίνουν και στα καλύτερα ευρωπαϊκά και αμερικανικά σπίτια. Αυτό που εδώ κάνει τους πολίτες να αισθάνονται ανήμποροι μπροστά στην πολιτική υποκρισία και διαφθορά, είναι το ίδιο που κάνει το πολιτικό σύστημα να υποφέρει από την αδυναμία του να ξεκαθαρίσει την πραγματική από την ψευδή καταγγελία. Είναι οι δυσκίνητοι, δύσκαμπτοι και γραφειοκρατικοί διοικητικοί μηχανισμοί, οι οποίοι, σύμφωνα με ρεπορτάζ των «ΝΕΩΝ» της 26ης Σεπτεμβρίου, έκαναν ενάμιση χρόνο να στείλουν από τη μια υπηρεσία του υπουργείου Οικονομικών στο ΣΔΟΕ τους φακέλους 54.000 φορολογουμένων που δήλωναν εισοδήματα που ούτε κατά διάνοια δεν ανταποκρίνονταν στα χρήματα που έβγαλαν στο εξωτερικό. Αλλά και μια δικαστική εξουσία που στη θέση της δίκαιης και γρήγορης απονομής της δικαιοσύνης έχει βάλει τον εντυπωσιασμό και την έκθεσή της στα φώτα των ΜΜΕ.
Αυτές οι δυσκαμψίες και αδράνειες καθόλου δεν συμβάλλουν στο να δημιουργηθεί κλίμα ευνομίας και ικανοποίησης του κοινού περί δικαίου αισθήματος στην κοινωνία των πολιτών. Αντί όμως το πολιτικό σύστημα να λάβει τα μαθήματά του, συνεχίζει να λειτουργεί σαν να μη συμβαίνει τίποτα, σαν να ήταν δηλαδή η ρήση Βουλγαράκη πως «το νόμιμο είναι και ηθικό» το απαύγασμα της Δίκαιης Κοινωνίας.
Η δική μας όμως ριζοσπαστική Αριστερά αντί να υποβάλλει σε κριτική την ανομία των ισχυρών, με την επίκλησή της, νομιμοποιεί την ανομία και των υποτιθέμενων, σε πολλές περιπτώσεις, ανίσχυρων. Αυτών δηλαδή των ελεύθερων επαγγελματιών που αφήνουν τους μισθωτούς να πληρώνουν το 80% των εισπραττόμενων φόρων, ενώ οι ίδιοι δηλώνουν εισοδήματα που πάντα βρίσκονται στο όριο του αφορολόγητου.
Ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης στη συνέντευξή του στην Εκθεση της Θεσσαλονίκης ανέλαβε την «υπεράσπιση» του καθηγητή που πληρώνεται με μαύρα χρήματα για να κάνει ιδιαίτερα, πολλές φορές στους μαθητές της ίδιας του της τάξης, υπεραμύνθηκε του γιατρού με το φακελάκι, κάνοντας τον όρκο του Ιπποκράτη να φαντάζει αναχρονιστικό ιδεολόγημα, και στήριξε πάλι τη φοροδιαφυγή των απανταχού «μικρών» και «μη προνομιούχων» ελεύθερων επαγγελματιών. Ο κ. Τσίπρας υποστήριξε πως όσο το κράτος δεν θέλει ή δεν κατορθώνει να καταπολεμά τη φοροδιαφυγή των «μεγάλων», τότε δεν νομιμοποιείται να κυνηγήσει τους «μικρούς».
Ο αρχηγός του ΣΥΡΙΖΑ φαίνεται να υποστηρίζει πως η δέσμευση που έχει ένα κράτος δικαίου, ισονομίας και ισοπολιτείας να εφαρμόσει τους νόμους χωρίς εξαιρέσεις είναι μια «ευέλικτη» υποχρέωση, μια δέσμευση-λάστιχο. Ενα λάστιχο που μπορεί κανείς να το τραβά ανάλογα με το πόσο «μικρό ή μεγάλο» είναι το ψάρι που παρανομεί.
Στην ουσία όμως λέει κάτι ακόμη χειρότερο. Υποστηρίζει πως η τήρηση του νόμου έχει διαβαθμίσεις και εξαρτάται όχι από την αντιμετώπιση του νόμου ως αντικειμενικού στοιχείου, αλλά ως υποκειμενικού στοιχείου, η τήρηση του οποίου εξαρτάται από τις αντιλήψεις των εκάστοτε κυβερνώντων ή αντιπολιτευομένων. Μια τέτοια άποψη φέρει ευθέως την καταγωγή της από λαϊκίστικα και ολοκληρωτικά καθεστώτα, σύμφωνα με τα οποία «όλα τα ζώα είναι ίσα, μόνο που μερικά είναι πιο ίσα από τα άλλα». Επειδή ακριβώς στις ταξικές κοινωνίες όλοι αισθανόμαστε λιγότερο προνομιούχοι από τον διπλανό μας, τότε όλοι νομιμοποιούμαστε να μην εφαρμόζουμε τον νόμο, που δεν εφαρμόζουν οι άλλοι, οι «προνομιούχοι». Μετατρέπουμε έτσι την ανάγκη τήρησης των νόμων απ’ όλους σε «αριστερό» αίτημα παρανομίας όλων.
Σ’ αυτήν εδώ τη χώρα συνεχώς αποδεικνύουμε πόσο βαθύτατοι μαρξιστές είμαστε. Εχουμε βαλθεί να αποδεικνύουμε συνεχώς πόσο σωστή είναι η ρήση του Μαρξ, ο οποίος υποστήριζε ότι η ιστορία την πρώτη φορά είναι τραγωδία, ενώ στην επανάληψή της είναι φάρσα.
Την τραγωδία τη γνωρίσαμε, όταν μάθαμε πως ηθική και νομιμότητα ταυτίζονται. Τη φάρσα τη μάθαμε, όταν φρόντισε ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ να μας πληροφορήσει πως καθετί «παράνομο «μικρό» είναι και ηθικό».
Ο Γιώργος Σιακαντάρης είναι διδάκτορας Κοινωνιολογίας, επιστημονικός διευθυντής του ΙΣΤΑΜΕ