Η δολοφονία του Παύλου Φύσσα επιβεβαιώνει τη διαπίστωση ότι την τελευταία διετία στη χώρα διεξάγεται ένας εμφύλιος χαμηλής έντασης, που ανά πάσα στιγμή μπορεί να πάρει ανεξέλεγκτες διαστάσεις.
Ο φερόμενος ως δράστης (που ομολόγησε την ενοχή του) είναι μέλος της Χρυσής Αυγής. Εργάτης στην ιχθυόσκαλα του Πειραιά, φτωχοδιάβολος. Έως πρόσφατα υποστηρικτής κόμματος από τον αντίθετο πολιτικό χώρο. Επίσης δεν είναι κάποιο ειδεχθές τέρας. Ο χρυσαυγίτης της διπλανής πόρτας. Η περίπτωσή του δείχνει πόσο διεισδυτική είναι η διαπίστωση της Χάνα Άρεντ για την “κοινοτοπία του κακού”, για το πώς συνηθισμένοι άνθρωποι μπορούν να κάνουν εγκλήματα, όταν “εκτελούν εντολές”.
Με αφορμή αυτό το γεγονός άρχισε ξανά η συζήτηση για το πώς πρέπει να αντιμετωπιστεί η Χρυσή Αυγή. Ας διευκρινίσουμε ότι η Χρυσή Αυγή δεν είναι παροδικό φαινόμενο. Ήρθε, για να μείνει. Η αντιμετώπισή της δεν πρέπει να είναι επιπόλαια και παρορμητική. Απαιτεί σοβαρό σχεδιασμό και μακροχρόνια στρατηγική. Πολλοί υποστηρίζουν ότι πρέπει να τεθεί εκτός νόμου. Υπάρχει σειρά επιχειρημάτων, νομικών και πολιτικών, για το ότι αυτό δεν μπορεί να γίνει και ότι, ακόμη κι αν αποφασιστεί, θα είναι ατελέσφορο. Η σχετική νομική επιχειρηματολογία, όπως την έχουν διατυπώσει ο Νίκος Αλιβιζάτος και πολλοί άλλοι νομικοί, είναι ιδιαίτερα ισχυρή. Παράλληλα η πολιτική διάσταση μιας τέτοιας απαγόρευσης μας υποχρεώνει να σκεφτούμε εάν θα είναι στοιχειωδώς αποτελεσματική. Μάλλον όχι, δεδομένου ότι το πρόβλημα της Χρυσής Αυγής έχει βαθύτατες πολιτικές, κοινωνικές και ανθρωπολογικές ρίζες, που είναι αδύνατο να εξαλειφθούν “με ένα άρθρο, έναν νόμο”. Μόνον εάν προσπαθήσουμε να ερμηνεύσουμε τα αίτια της ανόδου του ακροδεξιού εξτρεμισμού, θα μπορέσουμε να αντιμετωπίσουμε αποτελεσματικά το πρόβλημα. Αλλιώς θα δίνουμε ασπιρίνες στον ασθενή, που έχει υψηλό πυρετό, και θα αδιαφορούμε για τα αίτια του πυρετού.
Φυσικά και η ασπιρίνη είναι απαραίτητη. Σε αυτή τη λογική είναι αναγκαίο να αντιμετωπιστούν με παραδειγματική αυστηρότητα συγκεκριμένες εγκληματικές πράξεις της Χρυσής Αυγής τόσο με την υφιστάμενη νομοθεσία όσο και με την επείγουσα ψήφιση ενός νόμου με βάση το ευρωπαϊκό κεκτημένο.
Η ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΝΟΜΙΜΟΠΟΙΗΣΗ ΤΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΒΙΑΣ
Πέρα όμως από το σύμπτωμα της Χρυσής Αυγής πρέπει να ασχοληθούμε σοβαρά με τη ρίζα του προβλήματος, τη γενεσιουργό του αιτία. Πρέπει να βρούμε και να ξεριζώσουμε τον προνομιακό βιότοπο που δημιουργεί το εύφορο έδαφος για τον πολιτικό εξτρεμισμό της Χρυσής Αυγής.
Έχω υποστηρίξει ότι ο λόγος για τον οποίο η Χρυσή Αυγή έχει βρει εύφορο έδαφος στην ελληνική κοινωνία είναι η κοινωνική αποδοχή και νομιμοποίηση της πολιτικής βίας. Μεγάλο τμήμα της ελληνικής κοινωνίας, ίσως και πλειοψηφικό, όπως έχουν δείξει πολλές δημοσκοπήσεις, εγκρίνει και δικαιολογεί την πολιτική βία. Πολύ συχνά την κωδικοποιεί σε “καλή” και “κακή” βία, ανάλογα με τις πολιτικές προδιαθέσεις της. Πολλοί αναλυτές, όπως πρόσφατα ο Δημήτρης Ψυχογιός, έχουν επιχειρήσει να εξηγήσουν αυτήν την πλειοψηφική αποδοχή της κουλτούρας της βίας στην ελληνική κοινωνία. Η εξήγηση δεν είναι μονοδιάστατη και σίγουρα πρέπει να διερευνηθεί περισσότερο. Το αξιοσημείωτο είναι ότι αυτή η αποδοχή διαπερνά οριζοντίως την ελληνική κοινωνία. Τέμνει την παραδοσιακή διάκριση Αριστεράς-Δεξιάς και δημιουργεί ένα νέο πολιτικό υβρίδιο, εκείνους που πιστεύουν ότι η λύση στα προβλήματα της χώρας είναι η τυφλή βία.
Υπάρχει η εύκολη εξήγηση, την οποία διακινούν ανεύθυνοι δημαγωγοί, ότι η ροπή προς τη βία είναι αποτέλεσμα της κρίσης και του μνημονίου. Για κάποιον που θέλει να σκέπτεται λίγο ευρύτερα, εάν είχε βάση αυτός ο ισχυρισμός, τότε παρόμοια φαινόμενα θα έπρεπε να είχαν εμφανιστεί και σε άλλες χώρες σε κρίση ή και με μνημόνιο, όπως η Πορτογαλία, η Ιρλανδία, η Κύπρος, η Ιταλία, η Ισπανία. Όμως πουθενά κάτι τέτοιο δεν συμβαίνει.
Η κρίση έφερε στην επιφάνεια χρόνιες παθολογίες του ελληνικού κοινωνικού σχηματισμού. Η βαθιά εδραιωμένη πεποίθηση περί “έθνους ανάδελφου”, η βεβαιότητα ότι είμαστε τα κακομαθημένα παιδιά της Ιστορίας, όπως είναι ο εύστοχος τίτλος του τελευταίου βιβλίου του Κώστα Κωστή, η εκ του ασφαλούς ριζοσπαστικοποίηση μετά τη μεταπολίτευση του 1974 και η εμμονική μανία καταδίωξης, ότι όλοι οι ξένοι επιβουλεύονται το υπερήφανο και μοναδικό έθνος των Ελλήνων, οδήγησαν σημαντικό τμήμα της ελληνικής κοινωνίας, δυστυχώς όχι μόνον το λούμπεν, στη φενάκη της πολιτικής βίας. Παράλληλα ο σταδιακός εθισμός στην ανοχή της πολιτικής βίας για δεκαετίες, που προήλθε κυρίως από την άκρα αριστερά, δημιούργησε τις προϋποθέσεις για την όξυνση του φαινομένου.
ΓΙΑ ΕΝΑ ΝΕΟ ΚΟΙΝΩΝΙΚΟ ΣΥΜΒΟΛΑΙΟ
Είναι καθήκον και υποχρέωση εκείνων των πολιτικών δυνάμεων που πιστεύουν στο δημοκρατικό πολίτευμα να αναλάβουν γενναίες πολιτικές πρωτοβουλίες. Το τέρας της πολιτικής βίας, εάν δεν χτυπηθεί στη ρίζα του, απειλεί να κατασπαράξει την ελληνική κοινωνία. Εάν δεν συμφωνήσουμε ότι στις νεωτερικές κοινωνίες οι πολίτες έχουν εκχωρήσει με την ελεύθερη βούλησή τους το μονοπώλιο της έννομης βίας στο κράτος και ότι διαρκώς το ελέγχουν για το εάν το χρησιμοποιεί σωστά, τότε η διάλυση του κοινωνικού ιστού θα έχει συντελεστεί ανεπανόρθωτα και τελεσίδικα.
Ονειρεύομαι την ημέρα που σε όλες τις μεγάλες πόλεις της χώρας θα οργανωθούν -από τα “πάνω” ή από τα “κάτω” με αφήνει αδιάφορο- μεγάλες συγκεντρώσεις με ένα και μοναδικό σύνθημα: Όχι στη βία. Χωρίς αλλά, αστερίσκους και υποσημειώσεις. Συγκεντρώσεις χωρίς κομματικά πανό, όπου θα είναι δίπλα, δίπλα υποστηρικτές της Νέας Δημοκρατίας, του ΣΥΡΙΖΑ, του ΠΑΣΟΚ, των Ανεξάρτητων Ελλήνων, της ΔΗΜΑΡ, ανέντακτοι φιλελεύθεροι, σοσιαλδημοκράτες και συντηρητικοί πολίτες, υποστηρικτές των μικρότερων κομμάτων που δεν αντιπροσωπεύονται στο κοινοβούλιο και απλοί πολίτες, που θα αποφασίσουν ότι το κοινό μας σπίτι πρέπει να περιφρουρηθεί από εκείνους που θέλουν να το κάψουν, για να επιβάλουν με ολοκληρωτικό τρόπο τις δικές τους ιδέες. Ακούγεται ουτοπικό, αλλά είναι η μόνη ρεαλιστική επιλογή αυτής της χώρας για τη ριζική αντιμετώπιση του φαινομένου.
Εάν σώσουμε το κοινό μας σπίτι, τότε μπορούμε να μαλώνουμε, όσο θέλουμε, προτείνοντας ο καθένας τη λύση που θεωρεί σωστή. Τότε αυτή η χώρα θα έχει αποκτήσει επιτέλους ένα νέο κοινωνικό συμβόλαιο, θα έχει ενηλικιωθεί πολιτικά. Οι ιδιώτες θα έχουν γίνει πολίτες και θα αντιμετωπίσουμε την κρίση με μία άλλη ματιά, με μία διαφορετική αυτογνωσία, χωρίς εύκολους λαϊκισμούς και βολικούς μύθους.
Τότε και η Χρυσή Αυγή θα είναι οριστικά και αμετάκλητα ένα εφιαλτικό παρελθόν.
.
Έλεγα κάποτε, το αίμα
φέρνει το αίμα κι άλλο αίμα-
το πήραν για παράσταση σαλτιμπάγκων,
άχρηστα παραμύθια.
Γιώργος Σεφέρης
.