Εκπληξη και ανησυχία υποτίθεται ότι προκάλεσαν στην πολιτική τάξη και στα μίντια τα ποσοστά της «Χρυσής Αυγής» σε ολόκληρη την επικράτεια και ιδιαίτερα στον δήμο Αθηναίων. Κακώς, γιατί κανείς από όσους ασχολούνται με τα κοινά δεν δικαιούται να μένει με ανοιχτό το στόμα για τις προχθεσινές επιδόσεις του νεοναζιστικού κόμματος. Οι προειδοποιήσεις ήταν επανειλημμένες και σαφείς από τους λίγους, έστω, που παρακολουθούσαν τη διαδρομή του και διαθέτουν τη γνώση και την ευαισθησία για να διακρίνουν την απειλή που συνιστά για το δημοκρατικό πολίτευμα η χρυσαυγίτικη δράση και απήχηση. Από τους ίδιους λίγους που μπορούν να βλέπουν την ελληνική κοινωνία δίχως ωραιοποιήσεις και απογυμνωμένη από μύθους.
Είναι σαφές εκ του αποτελέσματος ότι η πολιτική τάξη και τα μίντια γενικά, αγνόησαν τις συγκεκριμένες προειδοποιήσεις. Οχι μόνο δεν θέλησαν να δημιουργήσουν ένα κοινό μέτωπο για να αντιμετωπίσουν το φαινόμενο, όχι μόνο κατέφυγαν σε θεωρίες, πρακτικές και δικαιολογίες που δήθεν είχαν στόχο να απεγκλωβίσουν τους ψηφοφόρους που είχαν παγιδευτεί στα δίχτυα της «Χρυσής Αυγής», αλλά συνεχίζουν και σήμερα να κάνουν το ίδιο. Τρανό παράδειγμα οι χθεσινές δηλώσεις του εκπρόσωπου Τύπου του ΣΥΡΙΖΑ Π. Σκουρλέτη και του υποψήφιου του ιδίου κόμματος Γ. Σακελλαρίδη που διεκδικεί τον Δήμο Αθηναίων, προκειμένου να εξασφαλίσουν τα ψηφαλάκια των χρυσαυγιτών, εν όψει της επόμενης Κυριακής.
Η πραγματικότητα αποδεικνύει ότι η «Χρυσή Αυγή» ήλθε για να μείνει και ότι η ψήφος όσων την υποστηρίζουν είναι συνειδητή. Αν είχαμε κάποια αίσθηση αυτογνωσίας θα παραδεχόμασταν ότι ένας πυρήνας 8-10% της ελληνικής κοινωνίας πιστεύει στα φασιστικά «ιδεώδη», έχει αντίστοιχες αντιλήψεις τις οποίες εκφράζει σε κάθε ευκαιρία και συμπεριφέρεται ανάλογα στην καθημερινότητά του. Η παρουσία των μεταναστών, η οικονομική κρίση, όπως και η έλλειψη φόβου για τις ποινικές και κοινωνικές συνέπειες, «απελευθέρωσαν» αυτούς τους ανθρώπους από τα συστημικά κόμματα στα οποία ήταν κρυμμένοι ώς πρόσφατα. Οσο για το «γιατί», η ιστορική πορεία της χώρας προσφέρει επαρκείς εξηγήσεις…
Η μόνη έκπληξη που δικαιολογείται για την αύξηση των ποσοστών της «Χρυσής Αυγής» στην ελληνική κοινωνία, οφείλεται στην αλλαγή της τακτικής της. Αρχικά φρόντισε να δηλώσει τη δημόσια παρουσία της στρατολογώντας φουσκωτούς, ασκώντας βία στους δρόμους και δημιουργώντας μία πειθαρχημένη παραστρατιωτική οργάνωση στα πρότυπα των ναζιστικών ταγμάτων εφόδου. Οταν αντιμετώπισε, με χαρακτηριστική καθυστέρηση, τη δικαιοσύνη για την εγκληματική της δραστηριότητα, προσάρμοσε τη λειτουργία της στα νέα δεδομένα. Απέσυρε τους φουσκωτούς παραστρατιωτικούς από τις δημόσιες εμφανίσεις, περιόρισε τις επιθέσεις στους δρόμους και χωρίς δημοσιότητα έφτιαξε ένα δίκτυο διείσδυσης και οργάνωσης συμπαθούντων την ιδεολογία της και ανασφαλών μικροαστών.
Οποιος πρόσεχε τις συγκεντρώσεις της «Χρυσής Αυγής» σε κλειστούς χώρους, από όπου έλειπαν οι φουσκωτοί και οι χοντροί σβέρκοι και επικρατούσαν οι γραβατούλες και τα φουστανάκια, διαπίστωνε τη μετάλλαξη. Τα υπόλοιπα γίνονταν σε συγκεντρώσεις σε σπίτια, πάντα με τη νταηλίδικη γλώσσα του δρόμου και του καφενείου που χρησιμοποιούν ο Κασιδιάρης και τα άλλα στελέχη της οργάνωσης. Γλώσσα που έχει απήχηση σε μεγάλα στρώματα του πληθυσμού. Ετσι, ενώ διατηρεί σε ημιανάπαυση τον παραστρατιωτικό της τομέα με τον οπλισμό που δεν έχει βρεθεί, η «Χρυσή Αυγή» απέκτησε ένα εξίσου οργανωμένο και πειθαρχημένο κοινωνικό δίκτυο. Βοήθειά μας λοιπόν!