«Παραπονεμένα λόγια / έχουν τα τραγούδια μας / γιατί τ’ άδικο το ζούμε / μέσα από την κούνια μας» τραγουδούσαν μαζί με τον Γιώργο Νταλάρα χιλιάδες κόσμου σε στάδια και πλατείες τις εποχές της μεταπολιτευτικής έξαρσης. Το τραγούδι αυτό, με στίχους του Μάνου Ελευθερίου και μουσική του Γιάννη Μαρκόπουλου, που ακούγεται βέβαια ακόμα, εκφράζει με τον καλύτερο τρόπο μια διαχρονική αντίληψη της ελληνικής κοινωνίας για τον εαυτό της. Κάθε Ελληνας, από τη γέννησή του ήδη, είναι αδικημένος από τον υπόλοιπο κόσμο και την Ιστορία. Η Ελλάδα, καθ’ όλη την ιστορική της διαχρονία, είναι μονίμως θύμα εκμετάλλευσης και αντικείμενο επεμβάσεων των ξένων δυνάμεων και έχει πάντα κάποια δίκαια, τα οποία δεν αναγνωρίζονται ποτέ.
Για όλα μάλιστα τα ιστορικά γεγονότα που καθόρισαν την πορεία της, όπως ο Διχασμός και η Μικρασιατική Καταστροφή, ο Εμφύλιος, η δικτατορία του 1967 και η τουρκική εισβολή στην Κύπρο το 1974, ευθύνονται πάντα οι Μεγάλες Δυνάμεις. Οσοι δε Ελληνες αναμείχθηκαν αρνητικά στα κρίσιμα γεγονότα ήταν απλά ενεργούμενα των ξένων. Δυστυχώς η αντίληψη αυτή της θυματοποίησης, της εμφάνισης δηλαδή του έθνους και της κοινωνίας ως θύματος των ποικίλων ξένων, είναι κυρίαρχη και παράγει πολλαπλά αλυσιδωτά αποτελέσματα. Κατ’ αρχάς επιτείνει την ψευδή σχέση της ελληνικής κοινωνίας με την πραγματικότητα. Ενώ μια απλή σύγκριση ενός χάρτη της ευρύτερης περιοχής των αρχών του εικοστού αιώνα με έναν τωρινό δείχνει το ελληνικό έθνος ως ένα από τα πλέον ευνοημένα της Ιστορίας, η συντριπτική εγχώρια πλειοψηφία πιστεύει το ακριβώς αντίθετο.
Στην πραγματικότητα οι τραγικές συχνά διακυμάνσεις της διαδρομής της χώρας οφείλονταν στις λανθασμένες δικές της επιλογές, στις έντονες αντιθέσεις στο εσωτερικό του κυρίαρχου μπλοκ εξουσίας και στην οξύτατη πολιτική και κοινωνική πόλωση σε κάποιες ιστορικές στιγμές. Η ελληνική κοινωνία όμως αρνείται διαχρονικά να αναγνωρίσει τις δικές της ευθύνες, να κοιτάξει αυτοκριτικά τον εαυτό της στον καθρέπτη και να αντιμετωπίσει τις παθογένειές της. Η θυματοποίηση συνακόλουθα οδηγεί στον εγκλωβισμό στην παραδοσιοκρατία, στη νομιμοποίηση και την αποδοχή ακραίων εθνικιστικών αντιλήψεων, στη δαιμονοποίηση των κατά περίπτωση ξένων και βέβαια στη διεθνή απομόνωση. Η ανορθολογική δε πρόσληψη και ερμηνεία της τρέχουσας κρίσης με τη θεώρηση της χώρας ως «αποικίας χρέους» και ως «πειραματόζωου» κάποιων κακών άλλων αναζωπύρωσε (με κεντρική πολιτική πυροδότηση μάλιστα) τον υφέρποντα αντιδυτικισμό, με τη μορφή τώρα του αντιγερμανισμού. Το οξύμωρο είναι ότι αυτή η ξεκάθαρα αντιδραστική εθνικιστική συμπεριφορά κατασκευάζεται και αναπαράγεται με «αριστερό» πρόσημο.