Η βουή του πλήθους

Αγγελική Σπανού 20 Οκτ 2015

Ο ΣΥΡΙΖΑ δεν έχει ισχυρό πολιτικό αντίπαλο και αυτό του δίνει πολιτικό χρόνο και μεγάλες δυνατότητες να διαχειριστεί μια δύσκολη οικονομική κατάσταση για την κοινωνική πλειοψηφία. Ενισχύει, όμως, τον κίνδυνο αλαζονείας και απομάκρυνσης από την πραγματικότητα (το σύνηθες για την εξουσία σύνδρομο του γυάλινου πύργου) με αποτέλεσμα να θεωρούνται μικροπράγματα το εκατομμύριο του υπουργού που ξεχάστηκε, οι επιχειρηματικές περιπέτειες του άλλου, οι ΜΕΘ που κλείνουν, τα σχολεία χωρίς δασκάλους, η χρήση ναρκωτικών στον πεζόδρομο δίπλα στη Νομική, η φοροδοτική εξάντληση των “κάτω”, οι δυσλειτουργίες του κράτους, η βραδύτητα στην απονομή δικαιοσύνης, η ανυπαρξία αναπτυξιακών πρωτοβουλιών, η αύξηση της τιμής των εισιτηρίων στα ΜΜΜ (αντί της μείωσης των διοδίων) και άλλα πολλά.

Η αντιπολίτευση δεν έχει το πολιτικό και το ηθικό κύρος να αμφισβητήσει αποτελεσματικά την ποιότητα της διακυβέρνησης, οι εταίροι-πιστωτές στηρίζουν ανοιχτά και θορυβωδώς τον πρωθυπουργό, ενώ η απουσία πειστικής εναλλακτικής πρότασης διαμορφώνει συνθήκες μακρόπνοης ηγεμονίας για τον ΣΥΡΙΖΑ.

Ο μοναδικός ορατός κίνδυνος για την κυβέρνηση μπορεί να έρθει μέσα από τη βουή του πλήθους. Για την ώρα δεν ακούγεται σχεδόν τίποτα. Δεν εκδηλώνεται μαζική αντίδραση ούτε δυναμική μεγάλων κινητοποιήσεων, δεν υπάρχει αντιστοίχιση ανάμεσα στην πολιτική και την κοινωνική διαμαρτυρία. Αυτό δεν σημαίνει ότι όλα θα πάνε καλά. Σε ολόκληρη την ΕΕ, λόγω της προσφυγικής κρίσης και της αποδυνάμωσης του κοινωνικού κράτους, με φόντο την κυριαρχία των αγορών επί των πολιτικών ηγεσιών και την ανεργία ή την απειλή της ανεργίας, ενισχύονται ακροδεξιές δυνάμεις και εξτρεμιστικές τάσεις. Το έδαφος είναι εύφλεκτο, πόσο μάλλον στη χώρα μας που υποφέρει από θεσμική υπανάπτυξη, παραγωγική αποσύνθεση, συστημική διαφθορά και εκρηκτικές ανισότητες.

Ενας κόσμος που βουλιάζει στον καναπέ του δεν είναι οπωσδήποτε αδιάφορος ή συμφιλιωμένος με την πραγματικότητα. Κάποιος που δεν ελπίζει τίποτα και φοβάται πολλά, που θεωρεί μάταιη οποιαδήποτε αντίδραση και παραιτείται από τη δράση, που δεν εκφράζει το θυμό του αλλά τον βιώνει σιωπηλά, μπορεί εύκολα να περάσει από την παθητική στην ενεργητική επιθετικότητα. Αρκεί ένα τυχαίο γεγονός, μια σπίθα, η κακιά στιγμή. Και αν κάτι τέτοιο συμβεί, με όλες τις εξόδους διαφυγής κλειστές, δεν θα έχει μεγάλη σημασία ποιος εναντίον ποιου με ποια μέσα και για ποιον σκοπό, παρά μόνο πόσα θα χαθούν μέσα στον παροξυσμό.

Δημοσιεύτηκε στο Ελεύθερο Τύπο