Η βαθιά κοινωνική ανία

Τάκης Θεοδωρόπουλος 19 Σεπ 2014

Η ελληνική κοινωνία πάσχει από βαθιά ανία. Δεν χρειάζεται να βρεθείς μπροστά στον δημόσιο λειτουργό που περιμένει πότε θα έρθει η ευλογημένη εκείνη ώρα της σύνταξης γιατί βαρέθηκε τα ίδια και τα ίδια κάθε μέρα πόσα χρόνια τώρα. Αρκεί να βρεθείς μπροστά στους καμιά διακοσαριά διαδηλωτές που κλείνουν τον δρόμο φωνάζοντας τα ίδια συνθήματα που φώναζαν πριν από δέκα και είκοσι χρόνια, προσπαθώντας να εμψυχωθούν από τα ίδια τραγούδια, διεκδικώντας τα ίδια «κεκτημένα». Το κοινωνικό συμβόλαιο που έχουμε υπογράψει όλοι μαζί δεν εμπνέει πλέον κανέναν μας. Είναι μια συμφωνία ανθρώπων που ομολογούν κυνικότατα ως επί το πλείστον πως δεν τους προσφέρει τίποτε κι αν είναι αναγκασμένοι να το τηρήσουν είναι για να αποφύγουν τα χειρότερα. Το ίδιο ισχύει και για το «συμβόλαιο εμπιστοσύνης» που υπογράφουμε διά της ψήφου μας με τους πολιτικούς μας εκπροσώπους. Τους δεχόμαστε κατ’ ανάγκην. Ο γάμος έχει πτωχεύσει, η επιθυμία έχει μπει στο ντουλάπι προ πολλού και το μόνο που μας κρατάει είναι η απελπισία του «δεν βλέπεις τι κυκλοφορεί εκεί έξω»; Και στο σημείο αυτό παρεμβαίνει ο πειρασμός να δοκιμάσεις τι είναι αυτό που κυκλοφορεί εκεί έξω.

Σ’ αυτήν τη λογική του αντλεί τη δύναμή του ο ΣΥΡΙΖΑ. Στο γεγονός ότι κατάφερε να καθιερωθεί ως «έξω» ενός συστήματος το οποίο εξαντλεί τα όρια της εντροπίας του. Ορισμένοι λένε ότι αν τον δοκιμάσουμε δεν πρόκειται να μας συμβεί τίποτε χειρότερο. Γιατί δηλαδή θα είναι χειρότερος ο Λαφαζάνης από τον Ντινόπουλο, για παράδειγμα, έτσι για να αναφέρω δύο ακραία παραδείγματα πολιτικής. Ο,τι ήταν να γίνει έγινε. Ας μην ξεχνάμε ότι εδώ και πέντε χρόνια η πολιτική ρητορική του ΣΥΡΙΖΑ, και όχι μόνον, έχει καταχρασθεί τα εθνολαϊκά αισθήματα ενός κοινού που έχει προ πολλού ξεχάσει τους παλιούς διαχωρισμούς δεξιάς κι αριστεράς. Η τομή μνημόνιο-αντιμνημόνιο υπήρξε τόσο φαντασιακά ισχυρή ώστε να επιτρέπει την αναβίωση των εθνικιστικών φαντασμάτων, του οστρακισμού των αντιπάλων στο στρατόπεδο των προδοτών, την αναβίωση των δωσιλόγων και λοιπών ζαρζαβατικών. Πόσοι πιστεύουν ότι η Ελλάδα είναι χώρα υπό κατοχή, και πόσοι ακούν τον κ. Τσίπρα να τους λέει πως τα πράγματα σήμερα είναι χειρότερα από τότε – κάπου εδώ βγαίνει και ο πολιός ήρως της σημαίας και συγκατανεύει. Αρα τι χειρότερο μπορεί να μας συμβεί; Πάντως παραπάνω ΕΝΦΙΑ αποκλείεται να βάλουν. Βαρεθήκαμε να ζούμε για να διεκπεραιώνουμε χρέη. Καμιά κοινωνία δεν μπορεί να ζήσει έτσι επί μακρόν κι αυτήν την ανία τη χρεώνονται εξ ολοκλήρου οι κυβερνήσεις των τελευταίων ετών, τα ύστερα του παλαιού δικομματισμού. Δεν μπόρεσαν να προτείνουν τίποτε, μάλλον γιατί δεν είχαν να προτείνουν τίποτε.

Αλλοι πάλι λένε ότι πρέπει να περάσουμε από τη δοκιμασία του ΣΥΡΙΖΑ, κάτι σαν τον Χριστό στην έρημο, για να τελειώνουμε με τους πειρασμούς. Κατ’ αρχάς να τους υπενθυμίσω ότι ο Κύριος, αν και Θεάνθρωπος, σταυρώθηκε. Επειδή δε συνήθως διαβεβαιώνουν εαυτούς και αλλήλους πως η καταστροφή θα είναι τόσο παταγώδης ώστε η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ δεν θα αντέξει επί μακρόν, θα ήθελα να τους ρωτήσω, από καθαρά προσωπικό ενδιαφέρον, πού σκοπεύουν να κρυφτούν όσο θα πέφτουν να ντουβάρια για να ξέρω κι εγώ. Θα ήθελα επίσης να επισημάνω πως αν ο ΣΥΡΙΖΑ εκλεγεί, αυτό θα σημάνει και επιβράβευση της ρητορείας του περί δωσιλόγων, προδοτών, ξεπουλημένων, πράγμα που σημαίνει ότι, ακόμη κι αν αποτύχει η οικονομική του πολιτική θα έχει πολιτικά αναχώματα τα οποία θα του επιτρέψουν να αποδώσει την αποτυχία στους διάφορους εχθρούς της πατρίδας. Ηδη ο κ. Τσίπρας μίλησε για απειλές, όπως και η κ. Λαγκάρντ. Ενα κόμμα το οποίο διατηρεί εκλεκτικές συγγένειες με το καθεστώς της Βενεζουέλας δεν είναι διόλου απίθανο να απέχει από τέτοιους πειρασμούς. Κι αυτοί, μη νομίζετε, με τον πειρασμό της δοκιμής ζουν.