Έχει γίνει πλέον κοινή συνείδηση ότι η διατήρηση του σημερινού συγκεντρωτικού και κεντροβαρούς μοντέλου διακυβέρνησης οδηγεί σε απόλυτο αδιέξοδο την προσπάθεια της συλλογικής μας ανάκαμψης. Πυκνώνουν σήμερα ολοένα και περισσότερο οι φωνές που ζητούν να αποκεντρωθεί δραστικά η κάθε εξουσία, ώστε και η εθνική μας συνοχή να διαφυλάσσεται και να αξιοποιείται δημιουργικά το ενδογενές δυναμικό της χώρας μας.
Είναι, επίσης, αλήθεια ότι το πολιτικό και διοικητικό προσωπικό της Αυτοδιοίκησης υποδέχθηκε μέσω του «Καλλικράτη» ένα τεράστιο όγκο νέων και σύνθετων δημοσιονομικών και διοικητικών αρμοδιοτήτων, χωρίς καμία πίστωση χρόνου ή κάποια άξια λόγου στήριξη από το Κεντρικό Κράτος. Παρόλα αυτά, οι ΟΤΑ κατάφεραν να σταθούν όρθιοι στις δυσκολίες, όπως αναγνωρίστηκε πανηγυρικά και από τη Eurostat, αποδεικνύοντας ότι ακόμη και σε περιόδους κρίσης, το αυτοδιοικητικό μοντέλο ξέρει να ανταποκρίνεται. Κι αυτό, παρότι διαχειρίζεται μόλις το 3,5% του ΑΕΠ, με το υπόλοιπο 96,5% να ανήκει ακόμη στην κεντρική γραφειοκρατία, με τις γνωστές καταστροφικές επιδόσεις για την Πατρίδα μας…
Αξίζει να σημειώσουμε ότι στο νέο Μνημόνιο δεν περιγράφονται με σαφήνεια οι περιοριστικές πολιτικές που πλήττουν την Αυτοδιοίκηση. Οι περικοπές, για παράδειγμα, ύψους 400 εκ. ευρώ στις λειτουργικές δαπάνες της Αυτοδιοίκησης δεν εμφανίζονται πουθενά στο επίσημο κείμενο, ενώ αντίθετα υπάρχει ρητή αναφορά στη μείωση των δαπανών του κράτους κατά 200 εκ. ευρώ. Το γεγονός αυτό φανερώνει αφενός ασυμμετρία στις πολιτικές εξοικονόμησης δαπανών-συνιστώντας υπέρμετρη επιβάρυνση της Αυτοδιοίκησης- και αφετέρου προδίδει τη σταθερή δυσπιστία τόσο του Κεντρικού Κράτους όσο και της Τρόικας απέναντι στους αυτοδιοικητικούς θεσμούς, οι οποίοι αντιμετωπίζονται ως σταθερή πηγή αφαίμαξης πόρων και προνομιακό πεδίο για την επιβολή κάθε λογής περιορισμών.
Δεν είναι τυχαίο ότι για την τετραετία 2012-2015 προβλέπεται μείωση δαπανών κατά 685 εκ. ευρώ σε σχέση με το 2011, ενώ σε ό,τι αφορά τις κρατικές επιχορηγήσεις μόνο για το 2011 προκύπτει μείωση κατά 285 εκ. ευρώ. Εάν μάλιστα σε όλα αυτά προστεθούν και οι περιορισμοί κατά 400 εκ. ευρώ των δημοσίων επενδύσεων, οι περικοπές των συγχρηματοδοτούμενων κοινωνικών προγραμμάτων και ο προγραμματισμός της μείωσης του προσωπικού, αντιλαμβανόμαστε όλοι σε ποιο ζοφερό τοπίο κινούνται πλέον οι αυτοδιοικητικοί θεσμοί.
Σ’ αυτό το νέο, άκρως δυσμενές, περιβάλλον η Αυτοδιοίκηση οφείλει να δώσει τη δική της απάντηση για διέξοδο από την κρίση, συμβάλλοντας ενεργά στην επεξεργασία ενός Εθνικού Σχεδίου για την ανασύνταξη της χώρας. Οφείλει, παρά τις αντιξοότητες, να λειτουργήσει ως γνήσιος πρωταγωνιστής της δημοκρατικής ανασυγκρότησης του τόπου. Ως αυθεντική και αποτελεσματική δύναμη κοινωνικής αλληλεγγύης και συνοχής και ως εφαλτήριο για την αλλαγή του θεσμικού και παραγωγικού προτύπου μας.
Ας μην λησμονούμε ότι η Αυτοδιοίκηση έχει συνεισφέρει περισσότερο από οποιοδήποτε άλλο δημόσιο φορέα στην αντιμετώπιση της δημοσιονομικής κρίσης, έχοντας υποστεί μείωση των πόρων της κατά 53%!!! Σε πολλές περιπτώσεις οι μειώσεις αυτές έχουν αγγίξει το σκληρό πυρήνα των ανελαστικών λειτουργικών δαπανών, πλήττοντας όχι μόνο τις προσφερόμενες υπηρεσίες, αλλά και το διαθέσιμο εισόδημα των ίδιων των πολιτών.
Εντούτοις, μέσα σ’ αυτές τις πρωτόγνωρες συνθήκες, οι πολίτες συνεχίζουν να εμπιστεύονται την Αυτοδιοίκηση ως το μόνο δημόσιο θεσμό, ο οποίος αντιστέκεται στην προϊούσα φθορά του πολιτικού συστήματος, λειτουργώντας ως ανάχωμα στην κρίση αξιοπιστίας και ως πρακτικό στήριγμα αλληλεγγύης και συνοχής σ’ ένα περιβάλλον που καταρρέει.
Αξιοποιώντας τη σχέση εγγύτητας με τις τοπικές κοινωνίες, η Αυτοδιοίκηση πρέπει να θέσει σήμερα τη δική της ατζέντα, θωρακίζοντας πάνω απ’ όλα τον ίδιο τον θεσμό απέναντι στις συνέπειες της κρίσης, μέσα από την ολοκλήρωση της διοικητικής μεταρρύθμισης, τη διόρθωση των ατελειών του Καλλικράτη, τη διεύρυνση της τοπικής δημοκρατίας και τη μεταρρύθμιση του Κεντρικού Κράτους σε μια πιο επιτελική κατεύθυνση.
Παράλληλα, η Αυτοδιοίκηση οφείλει να εγκαταλείψει την αμυντική και φοβική της νοοτροπία και να αναλάβει γενναίες πρωτοβουλίες στο πεδίο της πραγματικής οικονομίας και της παραγωγικής ανασυγκρότησης της χώρας, δίνοντας έμφαση στην προσέλκυση νέων επενδύσεων και στην ουσιαστική στήριξη της επιχειρηματικότητας.
Τέλος, είναι ανάγκη να επεξεργαστεί ένα συνεκτικό σχέδιο άσκησης κοινωνικής πολιτικής, που θα αποτρέπει την ακραία κοινωνική ένδεια και θα αποτελεί το «ύστατο καταφύγιο» για τα θύματα της κρίσης.
Στο πλαίσιο αυτού του τρισδιάστατου ρόλου της –θεσμικού, αναπτυξιακού, κοινωνικού– η Αυτοδιοίκηση μπορεί πράγματι να αναδειχθεί σε «εθνικό πρωταθλητή» της διεξόδου από την κρίση, εκπέμποντας ένα ισχυρό μήνυμα αποφασιστικότητας και πίστης στις αναγκαίες προοδευτικές μεταρρυθμίσεις στο «σύστημα Ελλάδα». Αφήνοντας πίσω της, ωστόσο, τα αρχαϊκά σύνδρομα του πτωχοπροδρομισμού, της μάχης οπισθοφυλακών και της συντηρητικής ομφαλοσκόπησης…