Το Συνέδριο ενός κόμματος μιλά στην κοινωνία με αυτά που λέει, αλλά και με αυτά που παραλείπει. Οι Θέσεις του επικείμενου Συνεδρίου του ΣΥΡΙΖΑ λίγα λένε και λίγο θα συζητηθούν ακόμα και από τα ίδια τα μέλη. Ασφαλώς δεν είναι Συνέδριο στρατηγικού και πολιτικού επαναπροσανατολισμού όπως θα χρειαζόταν, αλλά ένα συνέδριο αυταρέσκειας για την κατάκτηση της κυβέρνησης και απολογίας για τη μεγαλοπρεπή κωλοτούμπα. Συνέδριο ενός κόμματος που εκτοξεύτηκε ως αντιμνημονιακό και κυβερνά ως σκληρά μνημονιακό.
Ήδη το γεγονός προσδίδει μια νότα σουρεαλισμού στο κείμενο Θέσεων που πρότεινε η ηγεσία του. Σε κάθε παράγραφο καταγγέλλουν τη λιτότητα και τον πανταχού παρόντα και τα πάντα πληρώντα «νεοφιλελευθερισμό», ενώ το ίδιο κόμμα εφαρμόζει με συνέπεια τη λιτότητα και ότι αποκαλεί «νεοφιλελευθερισμό». Καταγγέλλουν το «παλαιό καθεστώς», δηλαδή τη μεταπολιτευτική Δημοκρατία, ενώ αποδεικνύονται άγαρμποι και βιαστικοί συνεχιστές των πελατειακών, νεποτικών και αυταρχικών παθογενειών του. Εξυμνούν τον πρωτοποριακό χαρακτήρα του ΣΥΡΙΖΑ στην Ευρώπη, αποσιωπώντας ότι η «υποταγή» του έχει διχάσει την ίδια τη λεγόμενη ευρωπαϊκή ριζοσπαστική Αριστερά. Τηρώντας την παράδοση, το επικείμενο Συνέδριο του ΣΥΡΙΖΑ, θα αναλάβει να παρηγορήσει την «αριστερή ψυχή» των εναπομεινάντων μελών, ατυχώς, σε μια περίοδο που η κυβέρνηση και η κοινοβουλευτική ομάδα ψηφίζουν όλα όσα στο παρελθόν κατήγγελλαν. Τα λόγια της παρηγοριάς που προσφέρουν οι Θέσεις είναι ήδη γνωστά και τα έχει διατυπώσει πλειστάκις ο πρωθυπουργός: «ήταν δυσμενέστεροι οι συσχετισμοί από όσο νομίζαμε, οι δανειστές μάς εκβίασαν, φταίνε οι προηγούμενοι, είχαμε αυταπάτες, κάναμε και κάποια λάθη στη διαπραγμάτευση, ιδίως ο Βαρουφάκης». Παραλείπονται λέξεις όπως δημαγωγία, εθνικολαϊκισμός, κυνισμός στο κυνήγι της εξουσίας. Θα υπάρξουν ασφαλώς μέλη, συνήθως της «βάσης», που θα είναι αυστηρότερα στον απολογισμό, αλλά αυτό αποτελεί μέρος της τελετουργίας των συνεδρίων της Αριστεράς. Εξάλλου οι θεωρούμενες αριστερές τάσεις είναι συνεργές στην κωλοτούμπα και ο κ.Τσακαλώτος έχει αναλάβει προσωπικά την εφαρμογή του μνημονίου.
Ποιο όμως είναι το μέγεθος και η οργανωτική βάση του σημερινού ΣΥΡΙΖΑ; Οι Θέσεις μιλούν στο όνομα και με το ύφος ενός «μαζικού κόμματος», ο διάλογος των μελών στην «Αυγή» αναπαράγει το ίδιο ύφος. Όμως οι προσυνεδριακές διαδικασίες, απομαζικοποιημένες και περιθωριακές στο επίπεδο των τοπικών κοινωνιών, έδειξαν ότι πρόκειται για ένα δίκτυο (τριών; πέντε χιλιάδων;) μελών που όλο και περισσότερο σχετίζονται με το κράτος. Ουσιαστικά το κόμμα δεν έχει πια οργανωμένη μαζική βάση. Τούτου δοθέντος, το μόνο ενδιαφέρον που έχει αυτό καθαυτό το Συνέδριο θα είναι οι αναμετρήσεις στελεχών και «τάσεων» ώστε να πλασαριστούν καλύτερα στο νέο πλέγμα κράτος-μίντια-κόμμα που επιχειρείται να διαμορφωθεί. Οι υπουργοί και τα μεγαλοστελέχη ήδη προετοιμάζονται. Σε αυτό το παιχνίδι ο κ.Τσίπρας είναι απόλυτος κυρίαρχος, και ο διαγκωνισμός των βασικών στελεχών γίνεται για να αποκτήσουν μεγαλύτερο βάρος στους υπολογισμούς του πρωθυπουργού. Αυτή η μετάλλαξη ενός αριστερού κόμματος σε παρακολούθημα του κράτους, των στελεχών του σε κρατικούς πάτρωνες, και των μελών σε οπαδούς προσώπων και «τάσεων», δεν είναι πρωτοφανής, ούτε ξαφνιάζει. Ξαφνιάζει ίσως η ταχύτητα με την οποία έγινε, αλλά έτσι και αλλιώς ζούμε μια εποχή συμπυκνωμένου πολιτικού χρόνου. Δεν θα ξαφνιάσει αντιθέτως, το γεγονός ότι αυτό το κρατικο-κομματικό πλέγμα θα αποτελέσει θερμοκήπιο «πολιτικού χρήματος» και διαφθοράς. Ήδη τα πρώτα κρούσματα είναι εντυπωσιακά.
Το γεγονός ότι ο ΣΥΡΙΖΑ ούτε στις αντιπολιτευτικές του δόξες έφτασε να γίνει μαζικό κόμμα, και τώρα πιά έχει μια αμελητέα οργανωμένη βάση, δείχνει εύγλωττα την κρίση πολιτικής αντιπροσώπευσης στην Ελλάδα. Η ραγδαία αύξησή του από το 4% στο 36%, όπως και το πολιτικό φλερτ με τα κοινωνικά κινήματα, συσκότισαν αυτό το γεγονός. Στην πραγματικότητα, η οργανωτική παρουσία του ΣΥΡΙΖΑ ήταν ισχνή, τόσο στα λεγόμενα «εναλλακτικά» κινήματα μέχρι το 2008, όσο και τα αντιμνημονιακά κινήματα του 2010-11. Ο ΣΥΡΙΖΑ δεν προέκυψε από τους αντιμνημονιακούς «αγανακτισμένους» όπως οι Podemos. Εισέπραξε πολιτικά-εκλογικά την κοινωνική κινητοποίηση όταν αυτή είχε κάνει τον κύκλο της και καταλάγιαζε επανερχόμενη στις καθιερωμένες λογικές του κομματικού ανταγωνισμού, αν και με νέους αυτή τη φορά παίκτες. Ο ίδιος ο ΣΥΡΙΖΑ όταν ισχυροποιήθηκε μετά τις εκλογές του 2012 δεν είχε τις δυνάμεις να αναθερμάνει τα κινήματα διαμαρτυρίας. Όμως, η απότομη άνοδός του φάνταζε σαν να είχε ωθηθεί από μια κοινωνική δυναμική η οποία όχι μόνο αποσυσπείρωνε τα κόμματα εξουσίας και κυρίως το ΠΑΣΟΚ, αλλά ταυτόχρονα οικοδομούσε ένα σταθερό κοινωνικοπολιτικό μπλοκ το οποίο γρήγορα θα γινόταν ο πυλώνας ενός νέου σχετικά σταθερού κομματικού συστήματος. Ο ίδιος ο ΣΥΡΙΖΑ προσλάμβανε αυτάρεσκα αυτή την υποτιθέμενη δυναμική σαν εχέγγυο μιας σταθερής και παρατεταμένης ηγεμονίας.
Σήμερα η ηγεμονία αποδεικνύεται μια αυταπάτη, μεγαλύτερη ίσως και από την αντιμνημονιακή. Ότι φάνταζε σαν μια διαρκής αναγεννητική δυναμική, ήταν μια πρόσκαιρη εναπόθεση ελπίδων σε μια δημαγωγική αντιμνημονιακή υπόσχεση που γρήγορα εξατμίστηκε. Η οργή και η αγανάκτηση δεν μεταβλήθηκαν σε σταθερή υποστήριξη, ούτε μπορούσαν να μεταβληθούν. Παρέμειναν μια κινούμενη συναισθηματική μάζα που πάει κι έρχεται ανάλογα με τη συγκυρία. Η ανάταση και οι προσδοκίες που περιέβαλαν τον ηγέτη, δεν ήταν αίσθημα ταύτισης με το κόμμα. Ο ριζοσπαστισμός των «πλατειών», η επιθετικότητα που έφτασε ώς τη βαρβαρότητα της Μαρφίν, μόλις έκρυβε τον συντηρητισμό και την αναπόληση του παρελθόντος. Πώς μπορούσε λοιπόν να παραγάγει ενέργεια για τη μελλοντική ανασυγκρότηση της πατρίδας;
Γι αυτό η απομυθοποίηση του Τσίπρα και η αποδόμηση του ΣΥΡΙΖΑ έγιναν τόσο γρήγορα. Γι αυτό οι προσδοκίες που επενδύθηκαν και ο κυνισμός της κωλοτούμπας που τις ακύρωσε, καταλήγουν στην κοινωνική παθητικότητα, διαχέουν μια τρομερή κοινωνική αποκαρδίωση. Οι κοινωνικές ομάδες έχουν χάσει την διάθεση, τα εργαλεία, τις οργανώσεις, όλα αυτά που σε μια Δημοκρατία ενεργοποιούν την κοινωνική διαπραγμάτευση, τη διανομή και αναδιανομή των πόρων, εξασφαλίζουν την υπομονή, την κανονικότητα και την προβλεψιμότητα. Από τη στιγμή που εξουδετερώνονται οι δυνατότητες κινητοποίησης των επιμέρους ομάδων για τη διεκδίκηση των αιτημάτων τους, η δυσαρέσκεια κατευθύνεται ευθέως και αδιαμεσολάβητα στην κυβέρνηση και στον πρωθυπουργό. Και η μόνη ενεργός δυνατότητα που τους μένει είναι η ψήφος. Κατά της κυβέρνησης. Της τωρινής, όπως της προηγούμενης.
Αν στην οικονομία διατρέχουμε τον κίνδυνο μιας παρατεταμένης κατάστασης στασιμοχρεοκοπίας, στην πολιτική βιώνουμε μια παρατεταμένη κρίση αντιπροσώπευσης. Η κοινωνία αντιμετωπίζει με δυσπιστία ή απαξία το πολιτικό σύστημα, το νέο κομματικό σύστημα παραμένει συγκεχυμένο και παθογόνο, ο υποτιθέμενος νέος διακομματισμός δεν είναι μόνο μικρός, αλλά ασταθής, κοινωνικά μετέωρος και κυβερνητικά αναποτελεσματικός. Η ψήφος είναι όσο ποτέ άλλοτε, εκδήλωση αποδοκιμασίας, πρόθεση τιμωρίας της εκάστοτε κυβέρνησης.
Ο ΣΥΡΙΖΑ δεν είναι ο μόνος υπαίτιος, αλλά είναι ο κύριος. Για τον τρόπο που πολιτεύτηκε και την κοινωνική ερημία που προκάλεσε.
Αυτό θα ήταν ένα ενδιαφέρον θέμα για το Συνέδριό του.