Οι πολιτικές προεκτάσεις της ολοκλήρωσης της δεύτερης αξιολόγησης και όσα προοιωνίζονται εν όψει της τρίτης, ο πυκνός πολιτικός ορίζοντας και…ο νέος υπουργός Οικονομικών της Γερμανίας, είναι τα βασικά θέματα του νέου δελτίου του Δικτύου για τη Μεταρρύθμιση στην Ελλάδα και στην Ευρώπη.
Η αξιολόγηση τέλειωσε, η αξιολόγηση αρχίζει
Κάθε αξιολόγηση συνιστά και μία πύρρειο νίκη σε μία αέναη μάχη με το χρόνο, τις κοινωνικές αντοχές, την πολιτική σταθερότητα.
Πύρρειο νίκη γιατί ενώ κάνουμε ένα βήμα μπρος καταλήγουμε να χάνουμε πολύτιμο χρόνο που μας γυρίζει εν τέλει χρόνια πίσω.
Μπαίνουμε σταδιακά στην τελευταία φάση της πρώτης φάσης της ελληνικής δημοσιονομικής κρίσης που απέκτησε και ευρωπαϊκές προεκτάσεις σε όλα τα επίπεδα.
Η πρώτη φάση ολοκληρώνεται τον Αύγουστο του 2018. Το 3ο Μνημόνιο ολοκληρώνεται τότε και με δεδομένη τη βούληση Γερμανίας, Γαλλίας και Ευρωπαϊκής Επιτροπής, να αρχίσει να ξετυλίγεται ο νέος μίτος της ευρωπαϊκής ενοποίησης (Σενάρια Γιούνκερ κλπ), αμέσως μετά τις γερμανικές εκλογές, θα πρέπει να θεωρείται δεδομένη η έναρξη μίας νέας φάσης και για την Ελλάδα.
Δεν είναι του παρόντος να ασχοληθεί το Δελτίο με τη θέση της Ελλάδος στη νέα δομή της ΕΕ. Για τώρα θα μείνουμε στα δημοσιονομικά μόνο.
Η Ελλάδα θα λάβει την «πιστωτική γραμμή με ενισχυμένους όρους» ή ECCL, όπως θα αναφέρεται από εδώ και στο εξής, μετά το 2018 και αυτή η ΕCCL θα μπορούσε να θεωρηθεί ένα 4ο μνημόνιο ή ένα είδος μνημονίου.
Τι είναι όμως αυτή αυτή η πιστωτική γραμμή;
Για να λάβει μία χώρα την ECCL θα πρέπει να το αιτηθεί η ίδια. Αμέσως μετά ο ESM, σε συνεργασία με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και όπου απαιτείται και το ΔΝΤ, εξετάζει εάν η χώρα πληροί μία σειρά κριτηρίων για να λάβει τη συγκεκριμένη μορφή στήριξης.
Εφόσον το συμβούλιο του ESM εγκρίνει την παροχή της ECCL, αναθέτει στην Κομισιόν και στην ΕΚΤ (και στο ΔΝΤ αν απαιτηθεί) τη διαπραγμάτευση με τη χώρα για τους όρους που θα τη συνοδεύουν. Στη σύμβαση της ECCL αυτοί οι όροι περιγράφονται ως «MoU» ή, όπως είναι γνωστό, ως «Μνημόνιο». Και σε αυτό θα περιλαμβάνονται όλες οι λεπτομέρειες για την οικονομική πολιτική που θα εφαρμόσει η χώρα.
Στη συνέχεια, η σύμβαση της ECCL προβλέπει ότι η Επιτροπή υπογράφει το MoU με τη χώρα. Μόλις εγκριθεί η «πιστωτική γραμμή με ενισχυμένους όρους», η χώρα που την έχει ζητήσει θα βρεθεί σε καθεστώς ενισχυμένης εποπτείας.
Σε πρώτη φάση η ECCL είναι διάρκειας ενός έτους, ενώ μπορεί να ανανεωθεί δύο φορές, για ένα εξάμηνο τη φορά (δηλαδή, άλλο ένα έτος). Αυτή η επέκταση θα εξαρτηθεί και από τις απόπειρες εξόδου στις αγορές και το αποτέλεσμα τους.
Σύμφωνα με το καταστατικό του ESM, η Επιτροπή, η ΕΚΤ και, όπου κρίνεται σκόπιμο, το ΔΝΤ, θα πραγματοποιούν «τακτικούς ελέγχους» για να διαπιστώνουν την πρόοδο της χώρας. Αν και η συχνότητα των ελέγχων δεν ορίζεται με σαφήνεια, καθορίζεται επακριβώς η υποχρέωση της Επιτροπής να ενημερώνει τον ESM σχετικά με την πρόοδο της χώρας. Και αυτή η υποχρέωση θα είναι τριμηνιαία.
Επίσης, βάσει της σύμβασης της ECCL, ο ESM, θα έχει τη δυνατότητα να αλλάξει τους όρους της πιστωτικής γραμμής αν το κρίνει αναγκαίο ή ακόμη και να την καταργήσει, οδηγώντας τη χώρα σε κανονικό πρόγραμμα.
Τα κεφάλαια της πιστωτικής γραμμής μπορούν να προέλθουν και από όσα περίσσευσαν από το 3ο Μνημόνιο. Ποσά που σύμφωνα με εκτιμήσεις είναι περίπου 20 δισεκ.
Μέχρι το καλοκαίρι του 2018, το ΔΝΤ και η ΕΚΤ δεν θα εμπλακούν στο ελληνικό πρόγραμμα, το ΔΝΤ θα δημοσιεύσει την – αρνητική – του έκθεση για τη βιωσιμότητα του χρέους και δεν θα αλλάξει ο ρόλος του πέραν της Συμφωνίας Επί της Αρχής, ενώ και η ΕΚΤ δεν θα λάβει καμία απόφαση για την ποσοτική χαλάρωση.
Τρίτη – και φαρμακερή – αξιολόγηση
Μπορεί να θεωρούμε – και σωστά – ότι στο τέλος η αξιολόγηση πάντα κλείνει.
Όμως, η μεγάλη δοκιμασία της Ελλάδος θα είναι η 3η αξιολόγηση που θα ξεκινήσει Οκτώβριο του 2017.
Πολλοί λανθασμένα έχουν εκτιμήσει ότι η τρίτη αξιολόγηση επειδή εστιάζεται στην ανάπτυξη θα είναι σχεδόν περίπατος. Δεν ισχύει.
Η 3η αξιολόγηση θα φέρει στην επιφάνεια δομικές μεταρρυθμίσεις που χρειάζεται η Ελλάδα, αλλά αρνείται το πολιτικό σύστημα να σηκώσει στις πλάτες του.
Μεταξύ των παρεμβάσεων που πρέπει να υλοποιηθούν, ώστε να ολοκληρωθεί επιτυχώς το πρόγραμμα, είναι η ευθυγράμμιση των αντικειμενικών αξιών με τις τιμές αγοράς έως τον Δεκέμβριο, οι νέες αλλαγές στο καθεστώς του ΦΠΑ, η αλλαγή στον συνδικαλιστικό νόμο ώστε οι απεργίες να προκηρύσσονται με το 50% των μελών των σωματείων, πλήρης ανατροπή του χάρτη των κοινωνικών επιδομάτων, καθώς και το άνοιγμα όσων επαγγελμάτων παραμένουν ακόμη κλειστά.
Επίσης, αυξάνονται οι ώρες διδασκαλίας για τους δασκάλους και τους καθηγητές, αλλάζουν οι όροι χορήγησης των αναπηρικών και των οικογενειακών επιδομάτων, ενώ ορίζονται οι όροι και οι προϋποθέσεις για την κινητικότητα στο Δημόσιο, καθώς και την επιλογή προϊσταμένων.
Η 3η αξιολόγηση θα είναι πιο βαριά σε σχέση με την 2η αξιολόγηση και θα χρειαστεί και αυτή μήνες για να ολοκληρωθεί.
Η 3η αξιολόγηση θα είναι μια μεγάλη δοκιμασία για την Ελλάδα, μία μεγάλη ευκαιρία να ανταποκριθεί σύντομα και ριζικά στις μεταρρυθμίσεις και έτσι να απομονώσει όσους θέλουν να ενεργοποιήσουν το σχέδιο της ελληνικής μοναξιάς.
Η σημασία της ποσοτικής χαλάρωσης
Η ένταξη της Ελλάδος στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης δεν συνιστά μόνο συμβολική πράξη όπως είπε ο Υπουργός κ. Παπαδημητρίου.
Με δεδομένο όπως είπαμε, τη λήξη του προγράμματος σε έναν χρόνο, το κλειδί για την Ελλάδα είναι η φερεγγυότητα της που θα ορίσει σε μεγάλο βαθμό και την ικανότητά της να αξιοποιήσει τις αγορές.
Σε επισήμανσή της στους πελάτες της, η HSBC προειδοποίησε ότι η Αθήνα χρειάζεται σημαντική βοήθεια από τους πιστωτές της, αν θέλει τελικά να αποσύρει τις δόσεις των αξιολογήσεων και να εκμεταλλευτεί τις αγορές.
Σύμφωνα με την τράπεζα οι Θεσμοί πρέπει να βρουν δημιουργικούς τρόπους για να μειώσουν το χρέος στο 180 % μέχρι το επόμενο καλοκαίρι.
Για να γίνει όμως αυτό πρέπει η Ελλάδα να ενταχθεί στο πρόγραμμα αγοράς ομολόγων της ΕΚΤ, ως μία ψήφος εμπιστοσύνης στη χώρα και ως ένα θετικό σημάδι για τους επενδυτές. Ωστόσο, η ΕΚΤ έχει δηλώσει ότι χρειάζεται επίσης περισσότερες εγγυήσεις για τη διατηρησιμότητα του χρέους της Ελλάδας πριν από την είσοδο σε οποιαδήποτε QE.
Ως εκ τούτου οι επιλογές περιορίζονται…
Χωρίς υποστήριξη από το QE της ΕΚΤ ή τον ESM, το Eurogroup θα κληθεί τελικά να δώσει μεγαλύτερη σαφήνεια ως προς την ελάφρυνση του χρέους, αλλά πιθανότατα θα είναι πολύ αργά για μια καθαρή έξοδο στις αγορές ή ακόμα και για ένα προληπτικό πρόγραμμα ECCL.
Και εδώ ανακύπτει ο κίνδυνος η Ελλάδα να χρειαστεί ένα νέο πρόγραμμα διάσωσης, σαν τα προηγούμενα. Αυτό όμως, θα ήταν το χειρότερο σενάριο για την Ελλάδα, τους πιστωτές της και τους επενδυτές, αφού η οικονομία αγωνίστηκε να κερδίσει ξανά λίγη από τη δυναμική της μετά την απώλεια 27% του ΑΕΠ.
Το 18μηνο των (συνεχών) εκλογών
Όλες οι εκτιμήσεις συγκλίνουν στην άποψη ότι το 2018 – και δη το καλοκαίρι – θα αποτελέσει την προεκλογική αφετηρία εν όψει των εκλογών. Η χώρα είναι πιθανό να βρεθεί όμως, μέσα σε μία δίνη απανωτών εκλογικών αναμετρήσεων. Από 3 έως 6 φορές είναι πιθανό να στηθούν κάλπες με ό,τι αυτό συνεπάγεται για την αναδόμηση και εξέλιξη του πολιτικού συστήματος.
Δεδομένες είναι οι ευρωεκλογές και οι τοπικές εκλογές, καθώς και οι εθνικές εκλογές. Όμως, υπάρχει η πιθανότητα να προκύψουν και άλλες 3 εκλογικές αναμετρήσεις. Το εργαστήριο της ελληνικής πολιτικής σκηνής ενδέχεται να παράξει νέα δεδομένα.
Το αγκάθι της απλής αναλογικής και της ακυβερνησίας που θα προκαλέσει, είναι σφόδρα πιθανό να υποχρεώσει τη ΝΔ – αν κερδίσει τις επόμενες εκλογές – να προχωρήσει ακαριαία στην ψήφιση νέου εκλογικού νόμου. Να ανοίξει δηλαδή η επόμενη βουλή μόνο για να ψηφιστεί νέος εκλογικός νόμος που σε περίπτωση που δεν συγκεντρώσει απαραίτητη πλειοψηφία, ώστε να ισχύσει από την επόμενη εκλογική αναμέτρηση, θα ισχύσει για τη μεθεπόμενη. Αρα θα προκηρυχθούν εκλογές. Θα διεξαχθούν με απλή αναλογική και κατόπιν θα επαναληφθούν.
Σενάριο φαντασίας ή οριακού τακτικισμού; Δύσκολο να απαντήσει κανείς ακόμα.
Σε κάθε περίπτωση η χώρα θα βρεθεί επί ξυρού ακμής και οι αποφάσεις όλων θα ζυγιστούν και θα κριθούν αυστηρά.
Τέλος, υπάρχει το ενδεχόμενο η χώρα να οδηγηθεί σε εκλογική αναμέτρηση τον Ιανουάριο του 2020 με αφορμή την εκλογή Προέδρου της Δημοκρατίας προσθέτοντας μία ακόμη κάλπη…
Σε κάθε περίπτωση από το 2018 η χώρα θα μπει σε προεκλογική τροχιά. Οι σίγουρες 3 κάλπες (Εθνικές, Ευρωκοινοβουλευτικές, Τοπικές) θα επιφέρουν αλλαγές συσχετισμών, θα δοκιμάσουν κόμματα και πρόσωπα και είναι πιθανό να προκαλέσουν νέες αλλαγές στο πολιτικό σύστημα.
Αποχαιρέτα τον, τον Schaeuble που χάνεις…
Ο Christian Lindner, ο επικεφαλής του κόμματος των Φιλελευθέρων FDP, υπάρχει μεγάλη πιθανότητα να είναι ο υπουργός εξωτερικών ή ο υπουργός οικονομικών, της νέας γερμανικής κυβέρνησης, εάν οι τρέχουσες δημοσκοπήσεις αποδειχθούν σωστές. Ο συνασπισμός του CDU / CSU / FDP δεν είναι ακριβώς ένα νέο κατασκεύασμα – ο Χέλμουτ Κολ κυβέρνησε με αυτό για 16 χρόνια – αλλά το σημερινό FDP είναι πολύ διαφορετικό από τότε.
Ο Lindner σε πρόσφατη συνέντευξη του επανέλαβε το αίτημά του για ελληνική έξοδο από την ευρωζώνη, αλλά όχι από την ΕΕ. Ισχυρίζεται ότι η πρόσφατη διαπραγμάτευση στο Eurogroup προοριζόταν μόνο για να κερδηθεί χρόνος έως τις γερμανικές εκλογές. Αυτό είπε είναι απάτη των ψηφοφόρων. «Εάν το ελληνικό χρέος δεν είναι βιώσιμο, όπως λέει το ΔΝΤ, τότε η Ελλάδα πρέπει να αναδιαρθρωθεί, κάτι που είναι δυνατό μόνο αν εγκαταλείψει την ευρωζώνη – τουλάχιστον προσωρινά», υπογράμμισε.
Ανέφερε ότι δεν υπάρχει τρόπος να προχωρήσει η Ε.Ε. σε μείωση του χρέους στην ευρωζώνη, διότι αυτό θα προκαλούσε ηθικό κίνδυνο moral hazard, (μια έννοια που οι Γερμανοί φοβούνται περισσότερο από οτιδήποτε άλλο).
Εξέφρασε επίσης την αντίθεσή του σε έναν κοινό προϋπολογισμό της ευρωζώνης, λέγοντας ότι η ΕΕ έχει ήδη προϋπολογισμό. Ο μόνος τρόπος με τον οποίο ένας προϋπολογισμός της ευρωζώνης θα ξεχωρίσει από τον προϋπολογισμό της ΕΕ, είναι μέσω της οριστικής ανακατανομής. Και είναι σαφώς ιδιαίτερα σκεπτικός με την πρόταση Macron για ένα κοινοβούλιο της ευρωζώνης και έναν υπουργό οικονομικών της ευρωζώνης. Αντίθετα, θέλει μια Ευρώπη δύο ταχυτήτων. Ο Schaeuble λοιπόν φεύγει, αλλά …ποιος έρχεται…;