Η αριστερά ως θρησκοληψία

Αλέξανδρος Ονουφριάδης 31 Ιαν 2017

Η αντιμετώπιση που έχει η αριστερά στη χώρα μας γίνεται με όρους μεταφυσικούς. Από τη μεταπολίτευση και έπειτα η ελληνική κοινωνία αναζητά μανιωδώς το σοσιαλιστικό της παράδεισο στα πρότυπα της Κούβας μέσα από τη μυθολογία της αριστεράς. Ανέκαθεν τα πολιτικά κόμματα, με πρώτο και καλύτερο το ΠΑΣΟΚ, προσάρμοζαν τη ρητορική τους στη βάση μιας αριστερής ουτοπίας, η οποία διαψεύδεται συνεχώς.

Οι νεο-αγανακτισμένοι της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ, παρόλες τις διαψεύσεις των προσδοκιών τους στρέφονται για μια άλλη φορά σε δημαγωγούς που θα συνεχίζουν να τροφοδοτούν την πεποίθηση τους ότι υπάρχει ένας άλλος καλύτερος κόσμος για το λαό και ότι οι εκάστοτε κυβερνήσεις τους τον στερούν από επιλογή. Σύμφωνα με αυτόν το συλλογισμό, οι πολίτες συντήρησαν το ΠΑΣΟΚ στην εξουσία για αρκετά χρόνια, όχι γιατί πίστευαν στην ευρωπαϊκή σοσιαλδημοκρατία, αλλά επειδή επιζητούσαν την πορεία προς το σοσιαλισμό. Έτσι και τώρα νιώθουν προδομένοι από το ΣΥΡΙΖΑ με την αιτιολογία ότι δεν είναι ένα πραγματικά αριστερό κόμμα, ή ότι θέλει να είναι, αλλά λόγω των διεθνών συνθηκών δεν μπορεί να εφαρμόσει το πρόγραμμα του. Ειρήσθω εν παρόδω, ο ευκταίος σοσιαλιστικός μετασχηματισμός του ελληνικού κράτους χαρακτηρίστηκε ως αυταπάτη από το ίδιο το κόμμα που τον επεδίωξε.

Επειδή λοιπόν η αριστερά αντιμετωπίστηκε ως επικρατούσα θρησκεία στην Ελλάδα, κανένα πολιτικό κόμμα δεν έθιξε τα όσια και τα ιερά της, αλλά τουναντίον ακολούθησαν πιστά το δόγμα της. Χαρακτηριστικό παράδειγμα ήταν η κεντροδεξιά διακυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας την περίοδο του 2004-2009, η οποία και οδήγησε στη χρεοκοπία του κράτους. Η αντιμετώπιση δύο γεγονότων κομβικής σημασίας της νεοκαραμανλικής διακυβέρνησης υπαγορεύτηκε με βάση τα αριστερά ανακλαστικά της ελληνικής κοινωνίας. Το πρώτο γεγονός αποτέλεσε ο αθρόος διορισμός των συμβασιούχων του ελληνικού δημοσίου εκπληρώνοντας το μικροαστικό όνειρο του Έλληνα από τις απαρχές του σύγχρονου ελληνικού κράτους. Το δεύτερο γεγονός το οποίο επικράτησε στην ιστορία ως ο μαύρος Δεκέμβρης του 2008, έχει να κάνει με την αντιμετώπιση της πολιτείας στους βανδαλισμούς που ακολούθησαν τη δολοφονία του Αλέξανδρου Γρηγορόπουλου. Ίσως γι’ αυτό ο ιθύνον νους αυτών των πολιτικών επιβραβεύτηκε από την πρώτη φορά αριστερά με το ύψιστο αξίωμα της προεδρίας της δημοκρατίας.

Όταν τα παιδιά των Εξαρχείων που γαλουχήθηκαν από το εκπαιδευτικό σύστημα της μεταπολίτευσης που προάγει ως πρότυπο δημοκρατίας τα δεκαπενταμελή μαθητικά συμβούλια, μπαίνουν στο πανεπιστήμιο, βρίσκουν την πολυπόθητη ασυλία πάσης φύσεως. Εξάλλου, ο έλεγχος του πανεπιστήμιου από την αριστερά ήταν κομβικής σημασίας για την αγιοποίηση της. Η σταδιακή αλλοτρίωση της φοιτητιώσας νεολαίας ώστε να θεωρεί την κατάληψη και το βανδαλισμένο αστικό τοπίο ως δημοκρατικό της δικαίωμα, έχει ως αποτέλεσμα τη νομιμοποίηση αυτής της αντίληψης και τη μεταφορά της στην κοινωνία μετά το τέλος των σπουδών της.

Ας αναρωτηθούμε τι πραγματικά αριστερό/προοδευτικό νομοθέτησε η κυβέρνηση της πρώτης φοράς αριστερά. Εκτός από το σύμφωνο συμβίωσης (το οποίο σημειωτέον πέρασε με τις ψήφους της αντιπολίτευσης) τί έκανε για τη διδασκαλία των θρησκευτικών, την πρωινή προσευχή στα σχολεία και τις μαθητικές παρελάσεις; Κάθε άλλο! Η κυβερνώσα αριστερά φάνηκε να απολαμβάνει τα χουντικής εμπνεύσεως τσάμικα στη πλατεία συντάγματος, να συμμετέχει στην περιφορά των λειψάνων της Αγίας Βαρβάρας και να υποχωρεί στις πιέσεις της εκκλησίας σε μια σειρά ζητημάτων που άπτονται της πολιτείας. Παράλληλα, επιδόθηκε σ’ ένα συνεχές ροκάνισμα των θεσμών όπως αυτός της δικαιοσύνης, σε πελατειακούς διορισμούς ημετέρων στο δημόσιο, και σε μια πρωτοφανή προσπάθεια ελέγχου της ενημέρωσης προσπαθώντας ακόμα να κλείσει και τηλεοπτικά κανάλια.

Η ασυλία που απολαμβάνει η αριστερά από τον ελληνικό λαό και ο δημόσιος διάλογος για τα αποτελέσματα των πολιτικών που η ίδια ακολουθεί εδώ και δύο χρόνια δεν γίνεται βάσει επιχειρημάτων. Άλλωστε αυτή δεν οδήγησε τη χώρα στο τρίτο μνημόνιο με την θεότρελη εξάμηνη διαπραγμάτευση της; Τα μέτρα του τρίτου μνημονίου τα οποία ψηφίζει τώρα δεν τα υπέγραψε σε εκείνη τη περίφημη σύνοδο κορυφής όπου πανηγύρισε για τη 17ωρη διαπραγμάτευση της;

Παλιά μας λέγανε ότι η μισή αλήθεια είναι ένα ψέμα. Στην εποχή της μετα-αλήθειας και των εναλλακτικών γεγονότων όμως, το ψέμα γίνεται μισή αλήθεια. Αν ο λαός δεν κοιταχτεί στον καθρέφτη και δεν κάνει την αυτοκριτική του δεν υπάρχει ελπίδα για έξοδο από το λαβύρινθο της κρίσης. Αυτό προϋποθέτει την επαναφορά του ορθού λόγου και την κατεδάφιση του Τοτέμ της αριστεράς, το οποίο έχει στηθεί από την ελληνική κοινωνία και το προσκυνάει διακομματικά και διαχρονικά.

Δημοσιεύεται και στο ekyklos.gr