Οι οικονομικοί μετανάστες ωφελούν και δεν ζημιώνουν τη χώρα όπου έχουν εγκατασταθεί, λένε τα αποτελέσματα μιας «ανεξάρτητης έρευνας» (που παραγγέλθηκε από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και δημοσιοποιήθηκε προχτές) όπου εξετάζεται η κατάσταση σε έξι ευρωπαϊκές πόλεις, με μεγάλες κοινότητες μεταναστών. Πρόκειται για το Δουβλίνο (9% του πληθυσμού του είναι οικονομικοί μετανάστες), τη Βαρκελώνη, την Πράγα, το Αμβούργο, το Τορίνο και τη Λίλ (με 2% του πληθυσμού της σε μετανάστες).
Η είδηση κέντρισε το ενδιαφέρον μου, ακριβώς επειδή η τρέχουσα δημαγωγία (στη Βρετανία, τη Γαλλία, την Ολλανδία) λέει, ότι οι οικονομικοί μετανάστες εκμεταλλεύονται το κράτος προνοίας και τα κοινωνικά επιδόματα στις χώρες όπου φιλοξενούνται και ότι«μολύνουν» τις ενάρετες βορειοευρωπαϊκές χώρες μεταφέροντας τις αμαρτωλές κι εγκληματικές τους πρακτικές. Μολονότι λοιπόν αυτή η ρητορεία πιάνει τόπο, φουντώνοντας δημοσκοπικά την επιρροή των ακροδεξιών δυνάμεων, η πραγματικότητα τελικά μοιάζει να είναι αντίστροφη. Ας δούμε συγκεκριμένα τα ευρήματα:
Συνήθως οι οικονομικοί μετανάστες είναι νέοι άνθρωποι και κατά μέσο όρο είναι περισσότερο «οικονομικά ενεργοί» από τον τοπικό πληθυσμό των πόλεων που δειγματοληπτικά εξετάσθηκαν. Η ένταξή τους στην αγορά εργασίας συνεπώς ήταν ευεργετική, διότι ανανέωσε το συρρικνούμενο τοπικό εργατικό δυναμικό.
Ταυτόχρονα, σε δημογραφικούς όρους, οι οικονομικοί μετανάστες παρουσιάζουν καλύτερες προοπτικές καθαρής συνεισφοράς στο κράτος προνοίας και στη φορολογία. Η έρευνα έδειξε συγκεκριμένα, ότι -και στις έξι πόλεις- το ρεύμα των νεότερων εργαζομένων μεταναστών είχε ένα θετικό οικονομικό αντίκρυσμα. Χαρακτηριστικά αναφέρεται ότι στο Τορίνο, οι φόροι που εισπράχθηκαν πέρσι από τους ξένους, απέδωσαν ένα καθαρό όφελος για τα δημόσια οικονομικά της πόλης, της τάξης του 1.5 δισ. ευρώ.
Οι οικονομικοί μετανάστες στις περισσότερες περιπτώσεις καλύπτουν εκείνα τα κενά στην τοπική αγορά εργασίας, που αφήνουν εκουσίως ακάλυπτα οι ντόπιοι -αυτό εντοπίστηκε ιδιαίτερα στο Τορίνο και το Αμβούργο. Ως εκ τούτου, συνηθέστατα έχουν πολλά περισσότερα προσόντα από το είδος της απασχόλησης στην οποία έχουν απορροφηθεί και – αντίθετα από την τρέχουσα δημαγωγία – πληρώνονται λιγότερο από τους ντόπιους και δεν έχουν τις ίδιες ευκολίες ή παροχές στη διαμονή ή στην εκπαίδευση.
Η έρευνα έδειξε, επίσης, ότι οι οικονομικοί μετανάστες σε αρκετές περιπτώσεις συμβάλλουν στην τοπική επιχειρηματικότητα -στην ανάπτυξη νέων τομέων οικονομικής δραστηριότητας (στο Δουβλίνο στον κλάδο των νέων τεχνολογιών), ή στη διαμόρφωση ενός περιβάλλοντος επιχειρηματικών επενδύσεων (στο Αμβούργο και το Τορίνο).
Αντίθετα από τα θρυλλούμενα εξάλλου, επειδή ακριβώς οι θέσεις απασχόλησης που καλύπτουν οι οικονομικοί μετανάστες δεν ανταποκρίνονται στα προσόντα τους, δημιουργείται μια «σπατάλη δεξιοτήτων», υπονομεύοντας τελικά τα «δυνητικά οφέλη» αυτής της ενδο-ευρωπαϊκής κινητικότητας. Επίσης αναφέρεται, ότι οι μισθολογικές τους απολαβές είναι χαμηλότερες από αυτές των ντόπιων εργαζομένων, ενώ δεν έχουν τις ίδιες ευκαιρίες που παρέχονται στην κατοικία ή στην ένταξη των παιδιών τους στην εκπαίδευση.
Αξίζει τέλος να σημειωθεί, ότι όπως επισημαίνεται, από την έρευνα εκλείπει η αξιολόγηση των προβλημάτων που προκύπτουν σε εκείνες τις χώρες από όπου έχουν φύγει μεγάλες ομάδες μεταναστών. Χαρακτηριστικά αναφέρεται η περίπτωση της Βουλγαρίας, από την οποία (με πληθυσμό 7.351.000 κατοίκων) μετανάστευσε 1.5 εκ. ανθρώπων από το 1985 ως σήμερα.
(Η πραγματικότητα λοιπόν, μπορεί να είναι αντίθετη από αυτήν που προσλαμβάνουμε απορροφώντας λαϊκιστικές ρητορείες. Αναλογισθείτε εξάλλου πόσες γυναίκες βλέπετε γύρω σας, που εργάζονται νομίμως ως καθαρίστριες σε νοσοκομεία, γραφεία και σπίτια, που φροντίζουν ηλικιωμένους και παιδιά, πόσες φορές ξαφνιαστήκατε μαθαίνοντας τις σπουδές τους και τα προσόντα τους, πόσες φορές τις επιλέξατε γιατί ήταν «πιο φτηνές» απ΄τις ελληνίδες και ανασυνθέστε τις «αλήθειές» σας).