Ποιος ξέρει τι υπάρχει στο άρρωστο μυαλό εκείνων που πυροβολούσαν έξω από το σπίτι του Γερμανού πρέσβη στο Χαλάνδρι και πόσο άγρια ήταν η χαρά τους διαπιστώνοντας ότι η είδηση για τη σφαίρα που βρέθηκε στο δωμάτιο της κόρης του κάνει το γύρο του κόσμου. Πριν ξημερώσει, πέτυχαν να ξαναθυμίσουν σε ολόκληρο τον πλανήτη τι σημαίνει ελληνική εξαίρεση και πόσο βαθιά ριζωμένη είναι η παράδοση μιας παράλογης, τυφλής, επικίνδυνης, αποκρουστικής βίας που αλλάζει μορφές, πυκνότητα, τακτικότητα στην εκδήλωσή της, αλλά επαναλαμβάνεται και ανακυκλώνεται, ξεπηδά ξαφνικά από ένα σκοτεινό πηγάδι για να επιβάλλει τους κανόνες της ανωμαλίας, της αποσταθεροποίησης, του χάους.
Καταδικάζετε την τρομοκρατία απ όπου κι αν προέρχεται; Μα ασφαλώς, δεν υπάρχει κόμμα που να μη δίνει πια επικοινωνιακή μάχη για να πείσει ότι δεν έχει καμία ανοχή σε κανενός είδους βία, αλλά βία είναι και η ανεργία θα πει κάποιος σε ένα παράθυρο για να ξεσπάσει ο γνωστός πόλεμος μεταξύ εραστών του νόμου και της τάξης και θαυμαστών της μπαχαλοποίησης. Είναι αποφασισμένη η πολιτεία να απαντήσει αποφασιστικά στην ανομία; Και βέβαια, κάθε φορά εκφράζεται βούληση να γίνουν όλα όσα πρέπει, μετά ξεχνιόμαστε μέχρι το επόμενο κρούσμα παρανοϊκής επαναστατικότητας εναντίον τελικά της ίδιας της κοινωνίας που δυσκολεύεται να δώσει έναν καθαρό και απόλυτο ορισμό -τι είναι βία, τη μη βία και τι το ανάμεσά τους. Επηρεάζονται οι σχέσεις της χώρας με τους εταίρους και τους συμμάχους της; Και οι μέσα και οι έξω το διαψεύδουν κατηγορηματικά, αλλά δεν χρειάζεται να ξέρει κανείς τα μυστικά για να καταλάβει ότι το σοκ είναι μεγάλο για όσους ενδιαφέρονται να λυθεί ο ελληνικός κόμπος. Πόσο μάλλον που δεν καταλαβαίνουν τι ακριβώς συμβαίνει εδώ και, άλλωστε, ποιος μπορεί να καταλάβει χρησιμοποιώντας ορθολογικές μεθόδους και διεθνώς αναγνωρισμένα εργαλεία ανάλυσης.
Σε μια κανονική χώρα δεν χρειάζεται με το που ανοίγεις τα μάτια σου το πρωί να ακούσεις ή να διαβάσεις ειδήσεις για να μάθεις μήπως την ώρα που κοιμόσουν συνέβησαν παράξενα ή και φοβερά πράγματα, όπως να δολοφονηθεί κάποιος για λόγους πολιτικής αντεκδίκησης ή κάτι άλλο απρόβλεπτο, αναπάντεχο και παράλογο. Σε μια κανονική χώρα δεν υπάρχει αντιπαράθεση και διαφωνία σε σχέση με τη λειτουργία του κράτους δικαίου ή ακόμη και δικαιολογημένη αμφισβήτηση της ίδιας της ύπαρξης του κράτους δικαίου. Συμφωνούν όλοι ως προς το τι είναι και τι δεν είναι έννομη τάξη, όσοι αποκκλίνουν τιμωρούνται και απομονώνονται για να συνεχιστεί η ζωή των υπολοίπων απρόσκοπτα. Αυτά τα απλά και αυτονόητα στην ευρωπαϊκή δημοκρατία πράγματα εδώ παραμένουν δύσκολα, περίπλοκα, αντικείμενο αντεγκλήσεων και διαπραγμάτευσης, διαρκές ζητούμενο για την πολιτισμένη κοινωνία και βαθύ έλλειμμα για την ελληνική πραγματικότητα.
Είχαν προηγηθεί εχθρικά δημοσιεύματα στον ευρωπαϊκό τύπο εναντίον της ελληνικής προεδρίας της ΕΕ και τα σενάρια Grexit που επανέρχονται σιγά-σιγά από όσους συνδέουν την επερχόμενη πολιτική αστάθεια με τον κίνδυνο οικονομικής αποσταθεροποίησης. Ακόμη και αν έλειπαν επιχειρήματα σε όσους δεν πιστεύουν σε μια αίσια έκβαση του ελληνικού δράματος, τα βρήκαν από τη στιγμή που ακούστηκε ο κρότος των καλάσνικωφ έξω από το σπίτι του Γερμανού πρέσβη. Είναι ανεπιθύμητος στη χώρα; Να φύγει κι αυτός κι ο Ράιχενμπαχ και Φούχτελ μαζί με τον Τόμσεν, τον Μορς και τον Μαζούχ; Θέλουμε τα λεφτά τους αλλά όχι και τα μνημόνιά τους; Αφήστε μας ήσυχους και μόνους με τα πετρέλαιά μας που ξεχειλίζουν στο συλλογικό φαντασιακό; Πριν στείλουν το φρικιαστικό μήνυμά τους οι ένοπλοι, το ίδιο μήνυμα είχε υποστηριχθεί από πολλούς που δεν αναζητούσαν τη λύση σε τέτοιου είδους επιθέσεις, αλλά βολεύονταν με τον ανορθολογισμό, το λαϊκισμό, το μανιχαϊσμό, την υπεραπλούστευση και το μίσος, δηλαδή με την πρώτη ύλη της τρομοκρατίας: Οχι και σφαίρες, αλλά να φύγουν οι ξένοι από τη χώρα για να ξαναβρούμε τον λασπωμένο παράδεισο που χάσαμε.
Τις τελευταίες μέρες έπεσαν πολλά μαζί. Οι αποκαλύψεις του Α. Κάντα για το πολυετές όργιο της μίζας γύρω από τα εξοπλιστικά προγράμματα, η σύλληψη του Χ. Τομπούλογλου που βασανιζόταν από ένα άκρως ελληνικό ερώτημα (“μαλάκας είμαι εγώ να μην κονομάω;”), το ταξίδι στη Μαλαισία για να “ησυχάσει από το δράμα” του μιας εμβληματικής φυσιογνωμίας του καραμανλισμού, του Μιχάλη Λιάπη που πιάστηκε με ανασφάλιστο τζιπ και πλαστές πινακίδες και δήλωσε κακοπαθημένος συνταξιούχος. Τα κομμάτια είναι ετερόκλητα αλλά συνθέτουν μια ενιαία εικόνα παρακμής και σήψης, κατάρρευσης. Για να περιγράψει κανείς την σύγχρονη ελληνική κατάσταση θα πρέπει να μοντάρει όλα αυτά τα πλάνα σε μια συνέχεια, μαζί με άλλα πολλά που θα βρει στο αρχείο, και να διαλέξει ως μουσική υπόκρουση τον ήχο του όπλου ή το σύρσιμο του φιδιού. Και τα δύο ταιριάζουν πολύ.